Θλίψη στο οχυρό Ρούπελ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Η συζήτηση για τη διεύρυνση των χρονικών, γεωγραφικών και θεματικών ορίων του τουρισμού είναι πολυετής. Βάση της είναι η εγγενής αδυναμία τόσο της ελληνικής κρατικής δομής, όσο και των εγχώριων επιχειρηματιών του κλάδου να βρουν τρόπους να διαφημίσουν όχι μόνο τα νησιά και το ελληνικό καλοκαίρι, αλλά και να στοχεύσουν σε ομάδες με ειδικά ενδιαφέροντα. Κατά τις ημέρες της πασχαλινής ανάπαυλας, όπως πολλοί Αθηναίοι, βρέθηκα στα πατρογονικά εδάφη και δη στη βόρεια περιοχή του νομού Σερρών. Εκεί, και συγκεκριμένα στην περιοχή Μπέλες στην κοιλάδα του Στρυμόνα, ένας παρατηρητής μπορεί να εντοπίσει ένα κλασικό παράδειγμα τουριστικής ευκαιρίας που παραμένει αναξιοποίητη.
Πρόκειται για τα οχυρά της λεγόμενης γραμμής Μεταξά, με πιο χαρακτηριστικά το Ρούπελ και το Ιστίμπεη, τα οποία επιβλέπουν την κοιλάδα του Στρυμόνα, το ανατολικό Μπέλες, τον Ορβηλο και τη Βουλγαρία. Τα συγκεκριμένα οχυρά της γραμμής Μεταξά κατασκευάστηκαν μεταξύ 1936 και 1940 και έγιναν θέατρο μάχης την περίοδο 6 -10 Απριλίου 1941, ενώ το Ρούπελ παραδόθηκε μόνο έπειτα από τη συνθηκολόγηση της Θεσσαλονίκης. Η γραμμή Μεταξά δεν μπορεί να συγκριθεί με παρόμοιο σύμπλεγμα στην Ευρώπη, με εξαίρεση εκείνο της γραμμής Μαζινό, η οποία κατασκευάστηκε τη δεκαετία του 1930 για να προστατεύσει την Αλσατία και τη Λωρραίνη από πιθανή γερμανική εισβολή.
Αν και -προφανώς- τα οχυρά απέτυχαν στον σκοπό για τον οποίο κατασκευάστηκαν, η μετέπειτα χρήση τους δείχνει τη διαφορά νοοτροπίας. Η είσοδος στο οχυρό Schoenenbourg στην Αλσατία έχει εισιτήριο επτά ευρώ για τους ενήλικες, ενώ στο Ρούπελ είναι ελεύθερη. Στην πρώτη περίπτωση η ξενάγηση στο οχυρό διαρκεί δύο ώρες και είναι επισκέψιμα σχεδόν και τα 3 χιλιόμετρα των λαγουμιών του Schoenenbourg. Στο Ρούπελ, το μεγαλύτερο μέρος της υπόγειας υποδομής του οχυρού δεν είναι προσβάσιμο, δεν υπάρχει εισιτήριο, παρά μόνο ένα κατάστημα με αναμνηστικά το οποίο, βεβαίως, είναι ανοιχτό σε ώρες στρατοπέδου. Χρέη ξεναγού έχει κάποιος στρατεύσιμος. Ο επισκέπτης θα είναι τυχερός αν ο φαντάρος-ξεναγός θα έχει διάθεση να εκτελέσει την υπηρεσία στην οποία τοποθετήθηκε. Αν όχι, θα ακούσει κάτι μπερδεμένες πληροφορίες περί Τσώρτσιλ και Χίτλερ, ενδεχομένως ξεχνώντας ακόμα και αυτά που έμαθε στο σχολείο.
Μέχρι το 1989 και την κατάρρευση του «υπαρκτού» σοσιαλισμού και στη Βουλγαρία, η παραμονή των συνοριακών οχυρών -αν και άχρηστων σε πραγματικές πολεμικές συνθήκες- στην αρμοδιότητα του Ελληνικού Στρατού ήταν αιτιολογημένη. Σήμερα, με τη Βουλγαρία στην Ευρωπαϊκή Ενωση, την επικοινωνία των δύο χωρών και τη διαρκή βελτίωση του οδικού δικτύου που συνδέει τη βόρεια Ελλάδα με τα ανατολικά Βαλκάνια, η απουσία αξιοποίησης ενός τέτοιου πλεονεκτήματος μοιάζει απλά ανεξήγητη. Στη Γαλλία, πόλεις όπως το Βερντέν, γνωστό για τις μάχες του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, αντλούν σημαντικά εισοδήματα μόνο από την εκμετάλλευση των πεδίων όπου διεξήχθησαν οι συγκρούσεις και τα μνημεία που ανεγέρθησαν μετά το 1945. Η εμπορική αξιοποίηση τόπων όπως το Ρούπελ θα μπορούσε να προσφέρει ένα πρόσθετο, αναγκαίο εισόδημα στις τοπικές κοινωνίες, οι οποίες μαστίζονται από την ανεργία, αλλά και να συνεισφέρει στη διατήρηση της ιστορικής μνήμης.KATHIMERINI
Πρόκειται για τα οχυρά της λεγόμενης γραμμής Μεταξά, με πιο χαρακτηριστικά το Ρούπελ και το Ιστίμπεη, τα οποία επιβλέπουν την κοιλάδα του Στρυμόνα, το ανατολικό Μπέλες, τον Ορβηλο και τη Βουλγαρία. Τα συγκεκριμένα οχυρά της γραμμής Μεταξά κατασκευάστηκαν μεταξύ 1936 και 1940 και έγιναν θέατρο μάχης την περίοδο 6 -10 Απριλίου 1941, ενώ το Ρούπελ παραδόθηκε μόνο έπειτα από τη συνθηκολόγηση της Θεσσαλονίκης. Η γραμμή Μεταξά δεν μπορεί να συγκριθεί με παρόμοιο σύμπλεγμα στην Ευρώπη, με εξαίρεση εκείνο της γραμμής Μαζινό, η οποία κατασκευάστηκε τη δεκαετία του 1930 για να προστατεύσει την Αλσατία και τη Λωρραίνη από πιθανή γερμανική εισβολή.
Αν και -προφανώς- τα οχυρά απέτυχαν στον σκοπό για τον οποίο κατασκευάστηκαν, η μετέπειτα χρήση τους δείχνει τη διαφορά νοοτροπίας. Η είσοδος στο οχυρό Schoenenbourg στην Αλσατία έχει εισιτήριο επτά ευρώ για τους ενήλικες, ενώ στο Ρούπελ είναι ελεύθερη. Στην πρώτη περίπτωση η ξενάγηση στο οχυρό διαρκεί δύο ώρες και είναι επισκέψιμα σχεδόν και τα 3 χιλιόμετρα των λαγουμιών του Schoenenbourg. Στο Ρούπελ, το μεγαλύτερο μέρος της υπόγειας υποδομής του οχυρού δεν είναι προσβάσιμο, δεν υπάρχει εισιτήριο, παρά μόνο ένα κατάστημα με αναμνηστικά το οποίο, βεβαίως, είναι ανοιχτό σε ώρες στρατοπέδου. Χρέη ξεναγού έχει κάποιος στρατεύσιμος. Ο επισκέπτης θα είναι τυχερός αν ο φαντάρος-ξεναγός θα έχει διάθεση να εκτελέσει την υπηρεσία στην οποία τοποθετήθηκε. Αν όχι, θα ακούσει κάτι μπερδεμένες πληροφορίες περί Τσώρτσιλ και Χίτλερ, ενδεχομένως ξεχνώντας ακόμα και αυτά που έμαθε στο σχολείο.
Μέχρι το 1989 και την κατάρρευση του «υπαρκτού» σοσιαλισμού και στη Βουλγαρία, η παραμονή των συνοριακών οχυρών -αν και άχρηστων σε πραγματικές πολεμικές συνθήκες- στην αρμοδιότητα του Ελληνικού Στρατού ήταν αιτιολογημένη. Σήμερα, με τη Βουλγαρία στην Ευρωπαϊκή Ενωση, την επικοινωνία των δύο χωρών και τη διαρκή βελτίωση του οδικού δικτύου που συνδέει τη βόρεια Ελλάδα με τα ανατολικά Βαλκάνια, η απουσία αξιοποίησης ενός τέτοιου πλεονεκτήματος μοιάζει απλά ανεξήγητη. Στη Γαλλία, πόλεις όπως το Βερντέν, γνωστό για τις μάχες του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, αντλούν σημαντικά εισοδήματα μόνο από την εκμετάλλευση των πεδίων όπου διεξήχθησαν οι συγκρούσεις και τα μνημεία που ανεγέρθησαν μετά το 1945. Η εμπορική αξιοποίηση τόπων όπως το Ρούπελ θα μπορούσε να προσφέρει ένα πρόσθετο, αναγκαίο εισόδημα στις τοπικές κοινωνίες, οι οποίες μαστίζονται από την ανεργία, αλλά και να συνεισφέρει στη διατήρηση της ιστορικής μνήμης.KATHIMERINI
No comments:
Post a Comment