Φωτο: New York Times
Ένα κράτος, ιδιαίτερα στη σύγχρονη μορφή του ευρωπαϊκού κράτους πρόνοιας, εξαρτάται από αποτελεσματικούς μηχανισμούς για τη διαιτησία και την επίλυση των κοινωνικών διαφορών. Είναι αυτοί οι μηχανισμοί που, όπως αποδείχθηκε με τον θόρυβο γύρω από την Κύπρο, η ΕΕ δεν διαθέτει, σχολιάζει ο Harold James, καθηγητής Ιστορίας και Διεθνών Σχέσεων στο Princeton University.
Η Ευρώπη μπορεί να επιλέξει τη δική της μουσική υπόκρουση για την τελευταία κρίση. Στο Βερολίνο, το «All Things Fall Apart» του 50 Cent μόλις έκανε την πρεμιέρα του, κι αυτό το soundtrack μπορεί να είναι κατάλληλο. Ή η ήπειρος μπορεί να γυρίσει στο παρελθόν, στον Τζουζέπε Βέρντι, που γεννήθηκε πριν από διακόσια χρόνια και του οποίου το προτελευταίο, ίσως και μεγαλύτερο, οπερατικό επίτευγμα αρχίζει από τις ακτές της Κύπρου, με μια θύελλα γεμάτη φανταστική βία και τις πρώτες λέξεις του ήρωα του, Οθέλο: «Esultate»! (Χαρείτε). Κερδίσαμε τον πόλεμο. Αλλά το επίτευγμα του Οθέλου αργότερα καταστράφηκε από τη ζήλια του.
Σήμερα, η Κύπρος φαίνεται να έχει διασωθεί. Αλλά η διάσωση έχει τροφοδοτήσει ένα αυξανόμενο χάσμα που θέτει σε κίνδυνο το μέλλον της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, εν μέρει λόγω του τρόπου που η αναταραχή από τις αρχές του εικοστού αιώνα – ειδικά η Μεγάλη Ύφεση – έχει αναπαρασταθεί στις συζητήσεις σχετικά με την κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού συστήματος μετά το 2008 και την επακόλουθη κρίση του ευρώ.
Η οικονομική ύφεση του μεσοπολέμου έγινε δυσεπίλυτη επειδή ήταν επίσης μια κρίση κοινωνικής σταθερότητας, δημοκρατίας και διεθνούς πολιτικής τάξης. Η εκτεταμένη πτώχευση και η ανεργία αύξησαν την κοινωνική ένταση, τελικά, κάνοντας την κανονική δημοκρατική πολιτική αδύνατη. Στη Γερμανία, το επίκεντρο της κατάρρευσης της δημοκρατίας, ριζοσπαστικοί τόσο στη δεξιά όσο και στην αριστερά μαίνονταν κατά της μεταπολεμικής ειρηνικής διευθέτησης και της Συνθήκης των Βερσαλλιών.
Τα τελευταία χρόνια της όλο και πιο ασταθούς Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, η δημοκρατία έφθινε και η γερμανική κυβέρνηση άρχισε να χρησιμοποιεί τον ριζοσπαστισμό των αντιπάλων της σε μια προσπάθεια να κερδίσει παραχωρήσεις ασφαλείας από τις δυτικές δυνάμεις. Οι εγχώριες πολιτικές πιέσεις έγιναν μια πηγή της αυξημένης διεθνούς έντασης.
Αυτό ισχύει και σήμερα στην Ευρώπη. Η δημοκρατία έχει γίνει κεντρικός στόχος των καταγγελιών από την ευρωπαϊκή ελίτ. Ο πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου, Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, ο πρώην πρόεδρος του Eurogroup, παραπονιέται ότι οι ευρωπαίοι ηγέτες γνωρίζουν ποιες είναι οι σωστές πολιτικές, αλλά δεν ξέρουν πώς να επανεκλεγούν μετά την εφαρμογή τους. Ομοίως, μετά την πρόσφατη συντριπτική εκλογική του ήττα, ο Ιταλός Πρωθυπουργός Μάριο Μόντι εξήγησε μελαγχολικά ότι οι ψηφοφόροι της Ιταλίας ήταν πολύ ανυπόμονοι για αντέξουν τις μεταρρυθμίσεις, τα οφέλη από τις οποίες θα γίνουν εμφανή μόνο μετά από τον εκλογικό κύκλο.
Τα γεγονότα στην Κύπρο έχουν εκθέσει και δύο άλλες διαστάσεις στις συγκρούσεις για τα κρατικά χρέη της Ευρώπης και την τραπεζική κρίση. Πρώτον, η συζήτηση του φόρου επί των τραπεζικών καταθέσεων, και το αν οι μικροί καταθέτες θα πρέπει να εξαιρεθούν, έθεσε την σύγκρουση των τάξεων στο επίκεντρο των διαφωνιών. Δεύτερον, το ζήτημα των ξένων, και ιδίως των ρώσων καταθετών – μαζί με την εγγύτητα στη Συρία – έχει μετατρέψει τη διάσωση του τραπεζικού τομέα της Κύπρου σε ένα πρόβλημα διεθνών σχέσεων.
Η αρχική πρόταση για την επιβολή ενός εφάπαξ φόρου επί των λογαριασμών που είναι μικρότεροι από 100.000 ευρώ δεν ήρθε από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή από τη Γερμανία, αλλά από την κυπριακή κυβέρνηση, η οποία θα πρέπει να γνώριζε ότι θα προκαλούσε οργή και ότι το κυπριακό κοινοβούλιο δεν θα την ψήφιζε ποτέ. Ίσως η κυβέρνηση να πίστευε ότι οι μαζικές διαμαρτυρίες – με πλακάτ που κατήγγελλαν την ΕΕ ως το φύλλο συκής που κρύβει την αναβίωση της γερμανικής κυριαρχίας στην Ευρώπη – θα ενίσχυαν την θέση της. Τελικά, ακόμα και οι πιο μετριοπαθείς Κύπριοι εξοργίστηκαν από την παρενόχληση στο μικρό νησί τους από τη Γερμανία και την Ευρώπη.
Η άλλη πλευρά στις διαπραγματεύσεις έπαιξε επίσης πολιτικά με τις τάξεις. Σε μια από τις πιο έντονες στιγμές, καθώς η Κύπρος αναζητούσε μια εναλλακτική λύση διάσωσης από τη Ρωσία, η γερμανική Bundesbank ανακοίνωσε τα αποτελέσματα μιας νέας μελέτης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας που έδειχναν ότι ο μέσος πλούτος των Γερμανών ήταν χαμηλότερος από ό,τι στα νότια ευρωπαϊκά κράτη, σε μεγάλο βαθμό επειδή λιγότεροι Γερμανοί είχαν δικά τους σπίτια. Το μήνυμα φαίνεται ότι είχε σαφώς στόχο να επηρεάσει τις διαπραγματεύσεις: Γιατί θα πρέπει να περιμένουμε από τους φτωχότερους Γερμανούς να θυσιαστούν για να στηρίξουν τους εκατομμυριούχους της Μεσογείου;
Στο επακόλουθο της χρηματοπιστωτικής κρίσης, η διανομή του εισοδήματος και του πλούτου έχουν μετακινηθεί στο κέντρο της πολιτικής συζήτησης. Ακόμη και η Καθολική Εκκλησία φαίνεται να αντανακλά τη νέα διάθεση: Η εκλογή του Χόρχε Μάριο Μπεργκόλιο ως Πάπα Φραγκίσκου είναι μια σαφής αναφορά στον Άγιο Φραγκίσκο της Ασίζης και την αποστολή της Εκκλησίας να συμπαρασταθεί στους φτωχούς.
Στο μέτωπο των διεθνών σχέσεων, μετά το 2010, καθώς οι καταθέσεις από την Ευρώπη έφυγαν από τις κυπριακές τράπεζες, οι καταθέσεις αυξήθηκαν από τις ρωσικές επιχειρήσεις και τους ιδιώτες – και η Ρωσία έχει πολλούς λόγους για να χρησιμοποιήσει τα χρήματα ως έναν τρόπο εξαγοράς πολιτικού ελέγχου. Η Κύπρος είναι ένας σημαντικός ενδιάμεσος σταθμός για τις αμερικανικές στρατιωτικές επιχειρήσεις στην ανατολική Μεσόγειο, ενώ τα κοιτάσματα φυσικού αερίου στα ανοικτά της Κύπρου θα μπορούσαν να αναπτυχθούν ως μια πηγή ενέργειας που θα μπορούσε – τουλάχιστον μετά το 2017 – να μειώσει την ευρωπαϊκή εξάρτηση από τις ρωσικές προμήθειες.
Σε μια προηγούμενη φάση της κρίσης, η Ρωσία έδωσε στην Κύπρο 3 δις δολάρια πίστωση. Τώρα, όμως, μια νέα πίστωση θα έκανε το βάρος του δημόσιου χρέους μη βιώσιμο. Αυτό που χρειάζεται είναι η αγορά του συνόλου ή μέρους των προβληματικών τραπεζών της Κύπρου. Στον απόηχο της κρίσης που έχει ενταθεί από τη ρητορική της ταξικής σύγκρουσης, η Ρωσία θα μπορούσε να είναι σε θέση να επεκτείνει τον έλεγχό της σε μεγαλύτερο βαθμό και σε χαμηλότερη τιμή.
Η βαθιά κοινωνική πόλωση, η χρήση της στις οικονομικές διαπραγματεύσεις και η εισβολή ενός νέου στοιχείου ασφάλειας παρέχει περαιτέρω αποδείξεις για αυτό που οι περισσότεροι οικονομολόγοι και αναλυτές στην Ευρώπη έχουν από καιρό υποστηρίξει: η νομισματική ένωση είναι αδύνατον να διατηρηθεί χωρίς μια πολιτική ένωση. Μια χώρα, ιδιαίτερα στη σύγχρονη μορφή του ευρωπαϊκού κράτους πρόνοιας, εξαρτάται από αποτελεσματικούς μηχανισμούς για τη διαιτησία και την επίλυση των κοινωνικών διαφορών – μηχανισμούς που, όπως απέδειξε ο θόρυβος γύρω από την Κύπρο, η ΕΕ δεν διαθέτει. Για όσο καιρό αυτό παραμένει γεγονός, η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση μπορεί να είναι καταδικασμένη από τη στιγμή που η μουσική σταματά.