Saturday, 14 April 2012

Ο Χριστός και η Ανάσταση Του μέσα από τις πηγές

Γράφει ο Γιώργος Ν.
Παπαθανασόπουλος
Τον Ιησού Χριστό σήμερα πιστεύουν ως Θεό και Τον ακολουθούν περίπου 1,5 δισεκατομμύρια άνθρωποι. Όλα αυτά τα 2000 περίπου χρόνια από τον θάνατο και την Ανάσταση Του τον έχουν πιστέψει πάρα πολύ περισσότεροι. Η βάση της διδασκαλίας Του είναι η σωτηρία του κάθε ανθρώπου και η, ως εκ τούτου, εξ απείρου αγάπης προς και τον πιο αμαρτωλό άνθρωπο, Ενανθρώπιση, Διδασκαλία, Θυσία και Ανάσταση Του, κυρίως η τελευταία. Διότι ο Θεάνθρωπος Ιησούς νίκησε και κατάργησε τον θάνατο, Αναστήθηκε και Ανάστησε. Και οι Χριστιανοί πιστεύουν στην ανάσταση των νεκρών: " …προσδοκώ ανάστασιν νεκρών και ζωήν του Μέλλοντος αιώνος" τονίζουν στο Σύμβολο της Πίστεως.

Πράγματι όπως γράφει ο Απόστολος Παύλος στους Κορινθίους "αν ο Χριστός δεν αναστήθηκε τότε η πίστη μας είναι κενή και χωρίς περιεχόμενο, τότε οι χριστιανοί που πέθαναν έχουν χαθεί κι αν η χριστιανική ελπίδα μας περιορίζεται μόνο στη ζωή αυτή τότε είμαστε οι πιο αξιοθρήνητοι από όλους τους ανθρώπους" (Α' Κορ. ιε' 12-19). Για το σημείο αυτό της προς Κορινθίους Επιστολής του Αποστόλου Παύλου γράφοντας ο Γέροντας Ιουστίνος Πόποβιτς σημειώνει: " Εάν ο Χριστός δεν ανέστη αυτό σημαίνει ότι η αμαρτία και ο θάνατος δεν έχουν νικηθεί, αλλά τότε γιατί να πιστεύει κανείς στον Χριστό; Εκείνος όμως ο οποίος με την πίστη στον Αναστάντα Χριστό αγωνίζεται εναντίον κάθε αμαρτίας του, αυτός ενισχύει βαθμιαία μέσα του την αίσθηση ότι ο Κύριος όντως αναστήθηκε, όντως νίκησε τον θάνατο σε όλα τα μέτωπα της μάχης. (Αρχιμ. Ιουστίνου Πόποβιτς " Ανθρωπος και θεάνθρωπος", Εκδ. Παπαδημητρίου, Αθήνα, 1969, σελ. 43). Η Ανάσταση είναι η βάση του ευαγγελισμού των λαών. Αν δεν υπήρξε τότε όλη η χριστιανική διδασκαλία στηρίζεται σε μιαν απάτη και οι πιστοί δεν είναι μέλη του Σώματος του Αναστάντος Χριστού, αλλά ενός κινήματος ή σωματείου, που έχει ημερομηνία λήξεως. 

Μαρτυρίες των Αποστόλων για τον Ιησού και την Ανάσταση Του 

Οι κύριες πηγές και μαρτυρίες για τη ζωή και την Ανάσταση του Ιησού Χριστού είναι αυτές των Ευαγγελίων και των Επιστολών του Αποστόλου Παύλου και των άλλων Αποστόλων. Ο Χριστός κατά τους Ευαγγελιστές εμφανίζεται μετά την Ανάσταση του και στις 40 ημέρες έως την Ανάληψη Του: www.elzoni.gr

1) Το πρωί της Κυριακής στη Μαρία τη Μαγδαληνή (Μαρκ. ιστ' 9-11 και Ιωαν. κ' 11-18) και στις μυροφόρες γυναίκες ( Ματθ.' κη'9-10), που διαπίστωσαν ότι ο τάφος ήταν κενός.

2) Το απόγευμα της Κυριακής στους δύο μαθητές που οδοιπορούσαν προς Εμμαούς (Μαρκ. ιστ' 12-13 και Λουκ. κδ' 34).

3) Λίγο αργότερα, το ίδιο απόγευμα της Κυριακής, στον Απόστολο Πέτρο ( Λουκ. κδ' 34 - 35).

4) Το βράδυ της Κυριακής στους δέκα μαθητές. Ελειπε ο Θωμάς. ( Μαρκ. ιστ' 14, Λουκ. κδ' 36-43, Ιωαν. κ' 19-25).

5) Στους έντεκα μαθητές, παρόντος δηλαδή του Θωμά, μετά από οκτώ ημέρες. Ο "άπιστος" Θωμάς ψηλάφισε τον Χριστό στα σημάδια από τον Σταυρικό Του θάνατο (Ιωαν. κ' 26-29).

6) Σε επτά αποστόλους στην όχθη της λίμνης Τιβεριάδος (Ιωαν. κα' 1- 14).

7) Στους έντεκα αποστόλους στο βουνό της Γαλιλαίας, όπου τους παρήγγειλε να πάνε και να κάνουν μαθητές του όλα τα έθνη, βαφτίζοντας τα στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. ( Ματθ. κη' 16-19). Και

8) Στους έντεκα αποστόλους στη Βηθανία και κατά την Ανάληψη Του. ( Μαρκ. ιστ' 19-20, Λουκ. κδ' 50, Πραξ. α' 6-11). 

Οι Ευαγγελιστές Ιωάννης ο Θεολόγος και Ματθαίος ήσαν μαθητές του Ιησού Χριστού και είχαν άμεση αντίληψη των γεγονότων. Οι άλλοι δύο Ευαγγελιστές τα άκουσαν από τους Αποστόλους, αφού ανήκαν στον κύκλο τους και ήσαν στενοί συνεργάτες τους. Πλην των Ευαγγελιστών και η μαρτυρία του Αποστόλου Παύλου για την Ανάσταση έχει μεγάλη σημασία. Πρώτον γιατί υπήρξε φανατικός διώκτης των Χριστιανών και με θαύμα έγινε η μεταστροφή του, δεύτερον γιατί γνώρισε προσωπικά τον Απόστολο Πέτρο και άλλους Αποστόλους, τρίτο επειδή διέσωσε πιστά πολλά από τα λόγια του Ιησού, που συμπληρώνουν αυτά που γράφουν οι τέσσερις Ευαγγελιστές και τέταρτο επειδή πολλές των Επιστολών του προηγήθηκαν της συγγραφής των Ευαγγελίων. Λόγου χάρη η Α' προς Κορινθίους Επιστολή γράφτηκε μεταξύ 53 και 57 και αναφέρεται στην πρώτη επίσκεψη του Αποστόλου στην πόλη της Κορίνθου, που έγινε περί το 50, δηλαδή μόλις 17 χρόνια μετά την Ανάσταση. Γι' αυτό και η φράση του ότι ο Αναστάς Χριστός "εμφανίστηκε εφάπαξ σε πάνω από πεντακόσιους αδελφούς, από τους οποίους οι περισσότεροι ζουν ακόμη, ενώ μερικοί απέθαναν" δείχνει ότι ο Παύλος γνώρισε όχι μόνο τους Αποστόλους αλλά και πολλούς άλλους από αυτούς που έζησαν την Ανάσταση του Κυρίου. 

Άλλες Χριστιανικές πηγές

Οι πηγές για την ιστορικότητα του Ιησού Χριστού και για την Ανάσταση Του συμπληρώνονται από «απόκρυφα», όπως ονομάζονται, Ευαγγέλια, δηλαδή από αυτά που δεν θεωρήθηκαν από τους Πατέρες της Εκκλησίας έγκυρα και κανονικά, αλλά που ορισμένα από αυτά δίνουν πληροφορίες, που θεωρήθηκαν έγκυρες. Πληροφορίες επίσης παρέχονται από κείμενα των πρώτων χριστιανικών αιώνων, που έχουν διασωθεί. Τέτοια είναι η «Διδαχή Αποστόλων», ελληνικό κείμενο που βρέθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1875 και που φυλάσσεται στην Πατριαρχική Βιβλιοθήκη των Ιεροσολύμων. Το εν λόγω κείμενο δίνει οδηγίες για τη ζωή των Χριστιανών, όπως δόθηκαν από τον Ιησού στους Αποστόλους και από τους Αποστόλους στους διαδόχους τους και γενικά στους Χριστιανούς. 

Η συγγραφή της «Διδαχής» προσδιορίζεται περί το 80. Λίγο αργότερα γράφτηκαν οι Επιστολές του Αγίου Κλήμεντος, επισκόπου Ρώμης, προς τους Κορινθίους. Ακόμη υπάρχουν οι Επιστολές του Αγίου Ιγνατίου, Επισκόπου Αντιοχείας, τις οποίες έγραψε κατά την μετάβαση του και την παραμονή του στη Ρώμη, όπου μαρτύρησε το 115, προς τους Χριστιανούς των πόλεων της Αποκάλυψης, Σμύρνη, Έφεσο, Φιλαδέλφεια και Μαγνησία, καθώς και προς αυτούς των πόλεων Ρώμης, και Τράλλεων, αλλά και προς τον Άγιο Πολύκαρπο. Άλλα κείμενα που έχουν πληροφορίες για τον Αναστημένο Ιησού και τη ζωή των πρώτων Χριστιανών είναι, μεταξύ άλλων, ο «Ποιμήν» του Ερμά, το Μαρτύριο του Αγίου Πολυκάρπου, Επισκόπου Σμύρνης και η προς Διόγνητο Επιστολή. Τέλος πολύτιμες πληροφορίες για τη ζωή του Χριστού υπάρχουν στην Εκκλησιαστική Ιστορία του Αγίου Ευσεβίου, Επισκόπου Καισαρείας ( 260-340) και στα κείμενα του Αγίου Ιερωνύμου, που απεβίωσε περί το 420. 

Μη χριστιανικές μαρτυρίες για τον Ιησού Χριστό 

Η πιο αρχαία από τις μη Χριστιανικές μαρτυρίες είναι η του Μαρά βαρ Σαραπίωνος (73-160), Σύρου στωικού φιλοσόφου και, πιο συγκεκριμένα, η επιστολή του προς τον γιό του Σαραπίωνα. Η μαρτυρία αυτή είναι σημαντική διότι προέρχεται από Σύρο εθνικό στο θρήσκευμα και η σχετική επιστολή έχει διασωθεί ολόκληρη. Το απόσπασμα της, που αφορά τον Χριστό είναι το ακόλουθο: 

"Και τί να πούμε όταν σοφοί βασανίζονται από τυράννους και η σοφία τους από διαβολείς βάλλεται, ώστε λόγω της απαράδεκτης προς αυτούς μεταχειρίσεως να μην μπορούν να αμυνθούν; ποιάν ωφέλεια τάχα αποκόμισαν οι Αθηναίοι, όταν θανάτωσαν τον Σωκράτη, παρά μιαν ανταπόδοση από λιμό και λοιμό! Η οι Σαμιώτες όταν εξόρισαν τον Πυθαγόρα, παρά το ότι η χώρα τους καταχώθηκε από την άμμο! Η οι Ιουδαίοι από την καταδίκη του σοφού τους βασιλιά, αφού από τότε τους αφαιρέθηκε το βασίλειο; Διότι δικαίως τους εκδικήθηκε ο Θεός για τους τρεις εκείνους σοφούς: οι μεν Αθηναίοι πέθαναν από τον λιμό, οι δε Σαμιώτες καλύφθηκαν από τη θάλασσα και οι Ιουδαίοι καταστράφηκαν, εκδιώχθηκαν από τη χώρα τους και ζουν στη διασπορά. Ο Σωκράτης δεν πέθανε χάρη στον Πλάτωνα, ο Πυθαγόρας χάρη στον Φιλόλαο και ο σοφός βασιλιάς χάρη στους νέους νόμους που έδωσε…". 

Ο Τάκιτος, ρωμαίος συγγραφέας, περιγράφοντας μεταξύ των ετών 115-117 την πυρπόληση της Ρώμης από τον Νέρωνα ( τον Ιούλιο του 64 μ.Χ.) αναφέρει μεταξύ άλλων: 

"Ο Νέρωνας υπέβαλε σε έκτακτες τιμωρίες αυτούς που εκαλούντο χριστιανοί και ο λαός μισούσε για τα αισχρά τους έργα. Το όνομα τους το πήραν από τον Χριστό, ο οποίος θανατώθηκε επί της βασιλείας του Τιβερίου και επάρχου του Ποντίου Πιλάτου. Προς καιρόν κατεστάλη η εν λόγω δεισιδαιμονία, αλλά στη συνέχεια ανεφάνη όχι μόνο στην Ιουδαία, την εστία του κακού, αλλά και στη Ρώμη". 

Ο Σουετώνιος ( 75 - 169), ρωμαίος ιστορικός, στην ιστορία του περί του βίου των δώδεκα πρώτων αυτοκρατόρων της Ρώμης σε δύο σημεία αναφέρει για τον Χριστό και τους χριστιανούς. Το πρώτο είναι στην ιστορία του Νέρωνα, όπου σημειώνει ότι " υπέστησαν τιμωρίες οι χριστιανοί, άνθρωποι νέας και κακοποιού δεισιδαιμονίας…". Και το δεύτερο αναφέρεται στον βίο και τις πράξεις του Κλαυδίου, ο οποίος εξόρισε τους χριστιανούς από τη Ρώμη, διότι "υποκινούμενοι από τον Χριστό προκαλούσαν ταραχές στην πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας". 

Μεγάλη αξία έχει και η μαρτυρία του Πλινίου του νεοτέρου, συγχρόνου του Τάκιτου και του Σουετώνιου. Συνεργάτης του αυτοκράτορα Τραϊανού απεστάλη από αυτόν στην Βιθυνία της Μικράς Ασίας για να συγκεντρώσει πληροφορίες για την νέα θρησκεία, που διαδιδόταν ταχύτατα προς ζημία της ειδωλολατρίας. Μετά την επιτόπια έρευνα που έκανε έγραψε την αναφορά του προς τον αυτοκράτορα, στην οποία, μεταξύ άλλων τονίζει: 

"Εκείνο που μπορώ να βεβαιώσω είναι ότι η μόνη ενοχή ή πλάνη που βρήκα (στους χριστιανούς) είναι ότι συνηθίζουν να συγκεντρώνονται σε τακτή ημέρα πριν από την ανατολή του ηλίου και να αναπέμπουν εκ περιτροπής ύμνο στον Χριστό, ως Θεό. Επίσης έκαμαν όρκους όχι για να διαπράξουν κάποιο κακούργημα, αλλά αντίθετα να μην διαπράττουν κλοπές, ληστείες, μοιχείες, να μην παραβαίνουν υποσχέσεις, να μην σφετερίζονται τις παρακαταθήκες. Μετά συνήθως έφευγαν και πάλι συναντιώνταν για να φάνε τροφή κοινή και ασφαλή. Αυτό δεν σταμάτησαν να το κάνουν και μετά την έκδοση του διατάγματος, σύμφωνα με το οποίο έδωσες διαταγή να απαγορεύονται οι σύλλογοι και οι συναθροίσεις τους. Προς αποκάλυψη της αλήθειας νόμισα αναγκαίο να βασανίσω και να ανακρίνω δύο υπηρέτριες μου, που είχαν μυηθεί στον χριστιανισμό, αλλά τίποτε αξιόμεμπτο δεν βρήκα σ' αυτές, παρά μια υπέρμετρη δεισιδαιμονία. Το θέμα είναι άξιο μελέτης, λόγω και του πλήθους των ρωμαίων πολιτών που μέλλουν να κινδυνεύσουν από τον χριστιανισμό. Διότι πολλοί κάθε ηλικίας και τάξεως και των δύο φύλων υποβάλλονται ήδη και θα υποβληθούν στον κίνδυνο της κατηγορίας. Το μίασμα εκτείνεται πλέον όχι μόνο στις πόλεις, αλλά και στα χωριά και τους αγρούς, νομίζω όμως ότι μπορεί να σταματήσει η εξάπλωση και να διορθωθεί η κατάσταση. Το βέβαιο είναι ότι (ειδωλολατρικοί) ναοί σχεδόν έρημοι ήδη άρχισαν να χρησιμοποιούνται ( από χριστιανούς) και συνήθη ιερά προ πολλού εγκαταλελειμμένα αναζητούνται και πωλούνται από δω κι από κει. Το μόνο που βλέπω για να διορθωθεί η κατάσταση είναι να δοθεί χάρη σ' αυτούς που θα μετανοήσουν και θα επιστρέψουν στα είδωλα". 

Από τους Ιουδαίους για τον Χριστό έγραψε ο Φλάβιος Ιώσηπος, ιστορικός ο οποίος γεννήθηκε στην Ιερουσαλήμ μεταξύ των ετών 37-38, δηλαδή τους πρώτους χρόνους της αυτοκρατορίας του Καλιγούλα και πέθανε μεταξύ των ετών 94 και 100. Στην "Ιουδαϊκή αρχαιολογία" του αναφέρει για τον Ιησού Χριστό: " Επί ηγεμονίας Ποντίου Πιλάτου έζησε ο Ιησούς, σοφός άνδρας, που έκανε μαθητές του πολλούς μεν Ιουδαίους και πολλούς μεταξύ των Ελλήνων. Και αυτός, κατ' υπόδειξη ανθρώπων που ήσαν κοντινοί μας, τιμωρήθηκε με τον δια σταυρού θάνατο, αλλά δεν έπαυσαν να τον αγαπούν αυτοί που τον αγάπησαν από την αρχή, φάνηκε δε σ' αυτούς την τρίτη ημέρα πάλι ζωντανός, κάτι που οι θείοι προφήτες είπαν. Σήμερα οι οπαδοί του Ιησού ονομάζονται χριστιανοί και εξακολουθούν να υπάρχουν". 

Στο Ταλμούδ αναφέρεται ότι ο ραβίνος Γαμαλιήλ Β' δικαζόταν από την αδελφή του για ένα κτήμα που τους άφησε μετά τον θάνατο του ο πατέρας τους, ραβίνος Συμεών, υιός του Γαμαλιήλ, που, περί το 70, τιμωρήθηκε από τους Ρωμαίους μαζί με άλλους ραβίνους, ως συμμέτοχος σε επανάσταση εναντίον τους. Δικαστής διορισμένος από τους Ρωμαίους ήταν κάποιος που είχε ασπασθεί τον χριστιανισμό. Στην προτροπή του όπως τα αδέλφια λύσουν ειρηνικά τη διαφορά τους ο Γαμαλιήλ αντείπε ότι κατά το νόμο του Μωυσέως η κόρη δεν έχει κανένα δικαίωμα επί της πατρικής περιουσίας. Ο δικαστής επιφυλάχθηκε και την επόμενη ημέρα αναφέρθηκε στον στίχο ε' 17 από το κατά Ματθαίο Ευαγγέλιο, που είναι γραμμένο στην εβραϊκή γλώσσα, και όπου αναφέρεται ότι ο Ιησούς Χριστός δεν ήρθε για να καταλύσει τον Νόμο, αλλά, όπως εξήγησε ο δικαστής το εδάφιο, για να τον συμπληρώσει με προσθήκες και επιδίκασε στον Γαμαλιήλ όλη την πατρική κληρονομιά. Η συγκεκριμένη αναφορά είναι από τις πρώτες της ραβινικής γραμματείας.

No comments:

Post a Comment