Saturday 14 September 2013

Η προσάραξη του Θωρηκτού «Αβέρωφ» στο πρώτο ταξίδι του

Η προσάραξη του Θωρηκτού «Αβέρωφ» στο πρώτο ταξίδι του
06/09/2013
Γράφει ο Νικόλαος Α. Αναστασόπουλος*
Θα μπορούσε ευστόχως να ισχυριστεί κανείς ότι η θριαμβευτική διαδρομή του Θωρηκτού «Αβέρωφ» στην πορεία του χρόνου, είχε σαφώς αναλογίες με την αντίστοιχη διαδρομή του φέροντα το όνομα, εθνικού ευεργέτη Γεωργίου Αβέρωφ. Άλλωστε, οι δυσκολίες και τα προβλήματα των πρώτων ετών για ένα μικρό βοσκόπουλο, τον Γεώργιο Αβέρωφ, στο Μέτσοβο των Ιωαννίνων εκεί γύρω στα 1825 δεν μπορούσαν να αποκαλύψουν την καθοριστική, για την δημιουργία και εξέλιξη του Ελληνικού Κράτους, συμβολή του. Ομοίως, το ατύχημα του Θωρηκτού «Αβέρωφ» στο πρώτο ταξίδι του ή «η εθνική συμφορά», όπως έγραψαν οι εφημερίδες της εποχής, δεν μπορούσε εκείνες τις στιγμές της απογοήτευσης να αποτυπώσει την ουσιαστική συνδρομή του πλοίου στην χάραξη της εθνικής πολιτικής κατά το πρώτο μισό του 20ού αιώνα.

Ως εκ τούτου, σκοπός του παρόντος άρθρου είναι να ασχοληθεί με ένα περιστατικό, το οποίο δεν είναι ευρύτερα γνωστό και το οποίο αποτυπώνει νοοτροπίες και αντιλήψεις σε κοινωνικό, πολιτικό και στρατιωτικό επίπεδο. Πέραν, ωστόσο, των ανωτέρω, φιλοδοξία του εν λόγω κειμένου είναι να υπογραμμίσει την ισχυρή επιρροή του Πολεμικού Ναυτικού στα κοινωνικοπολιτικά δρώμενα, καθώς μέσα από το συγκεκριμένο τυχαίο συμβάν δημιουργήθηκε πολιτική κρίση με κίνδυνο ακόμη και την πτώση της Κυβερνήσεως Ελευθερίου Βενιζέλου. Από την άλλη πλευρά, η αλλαγή του Κυβερνήτη, ως αποτέλεσμα του ατυχήματος, απεδείχθη καθοριστική τόσο για την έκβαση των πολεμικών συρράξεων περαιτέρω όσο και για το πολιτικοστρατιωτικό μέλλον του ιδίου του νέου Κυβερνήτη, δηλαδή του Παύλου Κουντουριώτη (πρώτου Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας).

Επομένως, με δεδομένες τις προαναφερθείσες εισαγωγικές σκέψεις μας, ας διεισδύσουμε, εν τάχει, στα ίδια τα γεγονότα.

Ειδικότερα, στις 12 Μαρτίου 1910 καθελκύστηκε στο ναυπηγείο Cantieri Orlando στο Livorno της Ιταλίας το θωρηκτό «Αβέρωφ», μετά από επιτυχείς διαπραγματεύσεις του Υπουργού Ναυτικών Ιωάννη Δαμιανού και του υποπλοιάρχου Περικλή Αργυρόπουλου, συγγενή του Πρωθυπουργού Κυριακούλη Μαυρομιχάλη. Για την αγορά του πλοίου διατέθηκαν 8 εκατομμύρια δραχμές από το κληροδότημα του Γεωργίου Αβέρωφ και 14 εκατομμύρια από το Ελληνικό Δημόσιο, ενώ ο οπλισμός του θωρηκτού είχε παραγγελθεί στους οίκους Armstrong και Vickers της Αγγλίας. Παρά ταύτα, η περάτωση των εργασιών έγινε ένα χρόνο αργότερα από την καθέλκυσή του, στις 16 Μαΐου 1911 και πρώτος Κυβερνήτης ορίστηκε ο Υδραίος πρώην Υπουργός Ναυτικών Ιωάννης Δαμιανός. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Ιωάννης Δαμιανός, ως Υπουργός, είχε πιέσει την Ελληνική Κυβέρνηση για την αγορά του Αβέρωφ, καθώς θεωρούσε ότι η προάσπιση των εθνικών συμφερόντων κατά τους επερχόμενους πολέμους προϋπόθετε την ενίσχυση του Πολεμικού Ναυτικού. Θέση, η οποία αντικατοπτρίζει τουλάχιστον την ναυτική διορατικότητα και την διοικητική υπευθυνότητα του Δαμιανού.

Ακολούθως, το ελληνικό θωρακισμένο καταδρομικό εστάλη από την Κυβέρνηση του Ελευθερίου Βενιζέλου στην Αγγλία, πριν ακόμη πραγματοποιήσει το πρώτο ταξίδι του προς την Ελλάδα.

Συγκεκριμένα, μόλις επιβιβάστηκε το ελληνικό πλήρωμα στο καράβι, απέπλευσε από το Livorno με προορισμό το Portsmouth της Αγγλίας, όπου θα αντιπροσώπευε την Ελλάδα στις εορτές της Στέψης του Βασιλέως Γεωργίου Ε΄ (παππού της νυν Βασίλισσας Ελισάβετ) και παράλληλα θα παρελάμβανε τα πυρομαχικά που είχαν παραγγελθεί στην Αγγλία. Καθώς, όμως, το θωρηκτό πλησίαζε τις Αγγλικές ακτές, εν μέσω ομίχλης, στις 19 Ιουνίου 1911, προσάραξε στο Devonport σε ύφαλο με την πρώρη, της οποίας το έμβολο σφηνώθηκε στο βυθό. Η βλάβη, πάντως, ήταν αμελητέα και το θωρηκτό αποκολλήθηκε με την βοήθεια ρυμουλκών. Ωστόσο, ο κυβερνήτης Ιωάννης Δαμιανός αντικαταστάθηκε, αναπόφευκτα και πολιτικώς ορθά, από τον Πλοίαρχο Παύλο Κουντουριώτη, ενώ παράλληλα σημειώθηκαν και κάποια επεισόδια απειθαρχίας στο πλοίο, τα οποία όμως δεν έλαβαν διαστάσεις, διότι ο νέος Κυβερνήτης επέτυχε να αποκαταστήσει άμεσα την τάξη.

Στο σημείο αυτό, ως συνέχεια, προκειμένου να οδηγηθούμε στον αντίκτυπο του συμβάντος στην Ελληνικό χώρο, τονίζουμε ότι η είδηση έφθασε εξογκωμένη στην Αθήνα σχεδόν ως «ναυάγιο» και κατατάραξε το πανελλήνιο, καθώς ο Ελληνικός λαός παραδοσιακά κατείχετο από μία εξαιρετική ευαισθησία για τον πολεμικό στόλο.

Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι το συμβάν αποτέλεσε πεδίο πολιτικής εκμετάλλευσης και εκδηλώθηκαν και σε κοινοβουλευτικό επίπεδο αντιδράσεις κατά των «ανίκανων» αξιωματικών του πλοίου. Σε όλα αυτά, καλούμαστε να αναδείξουμε και τον ρόλο του τύπου, ο οποίος συμμετέχει, εν πολλοίς και διαχρονικά, στην κατασκευή της είδησης που μεταδίδει μέσα από πολλές δικές του επιλογές, εναλλάσσοντας κάθε φορά το ύφος και τις λέξεις, ανάλογα με αυτό που θέλει να επιτύχει.

Εν προκειμένω, ο τύπος αναδείχθηκε σε βασικό παράγοντα της εξέλιξης της υποθέσεως από την πρώτη στιγμή. Οι πηγές μας αποκαλύπτουν με ευκρίνεια τα ανωτέρω και μας μεταφέρουν το κλίμα έντονης απογοήτευσης που επικράτησε στην κοινωνία αλλά και την ισχυρή απόδοση των ευθυνών στους κρατικούς φορείς και στο πλήρωμα του πλοίου. Αναφέρουμε ενδεικτικώς την κριτική της εφημερίδας ΕΣΤΙΑ της 22ας Ιουνίου σύμφωνα με την οποία «…και αν το πάθημα του Αβέρωφ επίκρανε πάσαν Ελληνικήν καρδίαν, διπλασίως πικραίνει πάντα εχεφρονούντα και διατηρούντα συναίσθημα αξιοπρεπείας πολίτην η απαισία ιαχή των μετενεγκόντων το ζήτημα επί χθαμαλωτάτου πολιτικού επιπέδου…». Στην ίδια κατεύθυνση και η τοποθέτηση της εφημερίδας ΑΘΗΝΑΙ της ιδίας ημέρας, η οποία κατέληγε: «… αλλ’ ήτο μοιραίον ίσως το θωρηκτόν αυτό, όπερ με τόσους πόθους και ελπίδας, με τον οβολόν τον εισφερόμενον από κάθε πατριωτικήν προσπάθειαν, να έχη άδοξον αρχήν. Αφ’ ης ημέρας το θωρηκτόν τούτο αντί να καταπλεύση εις τα ελληνικά ύδατα εξεπέμπετο εις Αγγλίαν, όπως αντιπροσωπεύση την Ελλάδα των Κανάρηδων και των Μιαούληδων υπό σήμα Άγγλου ναυάρχου, απεσπάτο σχεδόν της ελληνικής ψυχής…». Ομοίως, η εφημερίδα ΧΡΟΝΟΣ της 24ης Ιουνίου τοποθετήθηκε: «… και είναι σαφή και κατηγορηματικά τα ερωτήματα, τα οποία θέτει σήμερον το Έθνος με την εύλογον και δικαιοτάτην αξίωσιν να λάβη όσον το δυνατόν ταχύτερον επίσης σαφείς και κατηγορηματικάς απαντήσεις επ’ αυτών… το ουσιώδες λάθος του κυβερνήτη του Αβέρωφ είναι, ότι εδέχθη να παραλάβη το θωρηκτόν από την Ιταλίαν και να το οδηγήση εις την Μάγχην, με μισά πληρώματα, με αξιωματικούς μη γνωρίζοντας ακόμη καλώς το πλοίον των, με μηχανικούς μόλις λαβόντας τον καιρόν να γνωρίσουν τας μηχανάς του… Που επήγαινεν ο ευλογημένος αυτός πλοίαρχος με τους ανθρώπους τους οποίους διέθετε;…». Βεβαίως, τα αισθήματα αγανάκτησης και πικρίας εμφαίνονται αφενός στην κύρια αρθρογραφία της εφημερίδας ΕΜΠΡΟΣ στην οποία αναφερόταν μεταξύ άλλων: «…πριν καταπλεύση εις τα Ελληνικά ύδατα το θωρηκτόν, όπερ προκάλεσε τόσας συγκινήσεις και ανυπομόνους προσδοκίας, υπέστη μίαν καταστροφήν. Και της καταστροφής ταύτης το μέγεθος είναι φαίνεται τοσούτον τρομερόν ώστε κατέστησαν καταφανείς οι προσπάθειες της Κυβερνήσεως όπως αποκρύψη εν αρχή την είδησιν…» όπως αφετέρου και στην εφημερίδα ΣΚΡΙΠ: «…η κεραυνοβόλος είδησις του ατυχήματος… συνεκίνησε βαθύτατα πάσαν Ελληνικήν ψυχήν και καρδίαν ένεκα της διαδόσεως ότι κατεστράφη εντελώς το καύχημα και η ελπίς του Ελληνισμού, το προωρισμένον να επουλώση τόσας πληγάς της Εθνικής ημών φιλοτιμίας…».

Στα όσα προηγήθηκαν και αποτυπώνουν την κατάσταση στην Ελλάδα, αμέσως μετά την προσάραξη, προστίθεται στο εξής και η πολιτική παράμετρος του ζητήματος. Κεντρικοί φορείς της αντίδρασης, κατά την σχετική συζήτηση στη Βουλή στις 23 Ιουνίου, υπήρξαν οι τρείς βουλευτές Λακωνίας Θ. Κουτούπης, Β. Μιχαλέας και ο Ε. Κολουμβάκης, οι οποίοι επιτέθηκαν κατά του Πρωθυπουργού και Υπουργού Ναυτικών Ελευθερίου Βενιζέλου. Στην περίπτωσή μας, η διάθεση των πρακτικών κατά την συζήτηση στη Βουλή παρέχει την ευκαιρία να προσδιορίσουμε αυτήν την έντονη πολιτική αντιπαράθεση και την ακόλουθη ευθαρσή απάντηση του Πρωθυπουργού.

Κατ’ αρχάς, ο βουλευτής Θ. Κουτούπης, κατά την επερώτησή του προς τον Ελευθέριο Βενιζέλο επιχειρηματολόγησε ως εξής: «… Ηθέλησα όχι να συστήσω εις την Κυβέρνησιν, ν’ ανακαλέση τον κυβερνήτην, αλλά να ελέγξω την Κυβέρνησιν, διότι δεν ανεκάλεσε τον κυβερνήτην… είναι αληθές, ότι υπήρχε και η μία άλλη δυσκολία εις την αντικατάστασίν του, διότι δυστυχώς ή ευτυχώς οι πλοίαρχοι έμειναν μόνον τρείς εις το Βασιλικόν Ναυτικόν. Ο πρώτος είναι διοικητής της μοίρας (Π. Κουντουριώτης), ο έτερος παρακάθηται μεταξύ ημών (Π. Γκίνης), δεν έμενε δε άλλος πλοίαρχος, όπως αναλάβη την κυβέρνησιν του πλοίου. Επαναλέγω ότι, επειδή νομίζομεν ότι τα γαλόνια είναι εκείνα, τα οποία δίδουσι την δύναμιν και το κύρος προς διεξαγωγήν μιάς υπηρεσίας, εστάλη αυτός ο πλοίαρχος. Αλλά το κακόν εγένετο. Το κακόν εγένετο, διότι εστάλη αυτός Κυβερνήτης. Ήτο πολύ ενδεχόμενον να συμβή δυσάρεστο τι…». Κατά συνέπεια, η απάντηση του Ελευθερίου Βενιζέλου επικέντρωσε το ενδιαφέρον της στα εξής σημεία: «…μεταξύ των πλοιάρχων, τους οποίους είχον να διαθέσω, ο μεν κ. Γκίνης ήτο βουλευτής, ο κ. Κουντουριώτης μοίραρχος, ο κ. Σαχτούρης απεστρατεύθη, δεν είχον λοιπόν άλλον πλοίαρχον. Μετά τοιούτο παρελθόν του κ. Δαμιανού και μετά την επιτυχή παρακολούθησιν της κατασκευής του πλοίου εννοείτε ποία θα ήτο η ευθύνη μου, αν δεν διώριζον τον κ. Δαμιανόν, αλλ’ ηρχόμην την τελευταίαν στιγμήν και ως αμοιβήν διά τους κόπους εις ους υπεβλήθη παρακολουθών την κατασκευήν κατά τρόπον προκαλέσαντα την επιδοκιμασίαν της Κυβερνήσεως, προέβαινον εις την ανάκλησιν αυτού και απέστελλον ένα των κατωτέρου βαθμού αξιωματικών, όπως κυβερνήση το πλοίον;…

Δύναται δε, κύριοι Βουλευταί, οι αποτελούντες το ιδιαιτέρως εμπιστευτικόν προσωπικόν του Υπουργείου των Ναυτικών να μη είναι αρεστοί εις τον κ. Βουλευτήν Λακωνίας, δύναται μάλιστα να μη είναι αρεστοί εις πολλούς. Αλλ’ έχουσιν εν πλειονέκτημα εις την παρούσαν περίστασιν, ότι είναι της τελείας εμπιστοσύνης της ιδικής μου!… Δια τούτο ενόμισα, ότι παρά τα πλοία των μεγάλων Κρατών, τα οποία αντεπροσωπεύοντο εκεί, και παρά τα πλοία των μικρών Κρατών, τα οποία επίσης αντεπροσωπεύθησαν εις τας εορτάς, η ναυτική Ελλάς δεν είχον δικαίωμα, αν μη είχε και υποχρέωσιν, να μη αντιπροσωπευθή, εδικαιούτο δε και ώφειλε να αντιπροσωπευθή από την καλλιτέραν μονάδα, την οποίαν έχει το πολεμικόν ημών…Σήμερον έχω να ανακοινώσω ότι κατ’ επίσημον έκθεσιν διαβιβασθείσαν μοι διά της εν Λονδίνω Βασιλικής Πρεσβείας, η ευθύνη επί τω επελθόντι ατυχήματι βαρύνει εξ ολοκλήρου τον κυβερνήτην του «Αβέρωφ»… διέταξα συγχρόνως τον κ. πρέσβυν, όστις ευρίσκεται εν Δέβενπορτ, όπου μετέβη και επιτοπίως να εξετάση τα πράγματα, όπως προβή εις την αναγκαίαν διοικητικήν εξέτασιν, διά να με εφοδιάση με κατάλογον των ονομάτων όλων εκείνων των προσώπων, τα οποία δύνανται, μετακαλούμενα ενταύθα να υποβληθώσι και εις τακτικήν ανάκρισιν, την οποίαν κρίνω αναγκαία να διατάξω…». Εν τούτοις, αξίζει να σημειώσουμε και την κατευναστική, προς το γεγονός, παρέμβαση από το Λονδίνο, που ευρισκόταν για τους εορτασμούς, βουλευτή Αχαιοήλιδος Θάνου Πετραλιά, ο οποίος μετέφερε μία ψύχραιμη και ορθολογική εικόνα του ατυχήματος και βοήθησε στην εκτόνωση της πολιτικής κρίσης.

Εν κατακλείδι, στα πλαίσια του περιορισμένου χώρου, ενός άρθρου, μπορούμε να διαπιστώσουμε και από αυτό το περιστατικό το αυτονόητο, ότι δηλαδή η παρουσία του θωρηκτού Αβέρωφ στα δρώμενα του Ελληνικού κράτους ήταν πρωτεύουσα και σταθερή.

Εξάλλου, σε μία αρκετά εμπόλεμη εποχή, όπως το πρώτο μισό του 20ού αιώνα, η ναυαρχίδα του Ελληνικού πολεμικού Στόλου αποτέλεσε την αφορμή για εξελίξεις σε πολλά επίπεδα της δημόσιας ζωής. Δεν υπάρχει καλύτερη απόδειξη για αυτό, από την εξιστόρηση της δράσης του από το 1912 έως και την επιστροφή του στην Ελλάδα, το 1944, με την ελληνική Κυβέρνηση στο κατάστρωμά του…

http://perialos.blogspot.gr/2013/04/blog-post_12.html
Βιβλιογραφία - Πηγές
- Γενικό Επιτελείο Ναυτικού, Γ. Αβέρωφ, 100 χρόνια, (επιμ. Ηλίας Νταλούμης), Αθήνα 2011.
- «100 χρόνια θωρηκτό «Γεώργιος Αβέρωφ», Ναυτική Ελλάς, τεύχ. 939, Δεκέμβριος 2011.
- Βέρα Παπαδάκη, «Αβέρωφ, το θωρηκτό που δόξασε την Ελλάδα», Συλλογές, τεύχ. 316, Νοέμβριος 2011, σσ. 1304 - 1310.
- Νικόλαος Σταθάκης, Θ/Κ Γ. ΑΒΕΡΩΦ, Χρονικό του Θωρηκτού της Νίκης, Αθήνα 1987.
- Εφημερίδες ΕΣΤΙΑ, ΕΜΠΡΟΣ, ΑΘΗΝΑΙ, ΧΡΟΝΟΣ, ΣΚΡΙΠ, ΚΑΙΡΟΙ.
- Αι αγορεύσεις του Ελληνικού Κοινοβουλίου 1909 - 1956, περίοδος Β΄, τόμ. Β΄, Αθήναι 1957.
*Λέκτωρ Νεώτερης και Σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων
(Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Περίπλους», τεύχος 80, σελ. 48, ΙΟΥΛ – ΣΕΠ. 2012. Έκδοση του Ναυτικού Μουσείου Ελλάδος)              elzoni.gr

No comments:

Post a Comment