Σκέψεις για το Τατόι
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Ας υποθέσουμε ότι κάτοικος της πρωτεύουσας που δεν έχει φύγει ακόμα για διακοπές, αποφασίζει να περάσει μια ζεστή καλοκαιρινή Κυριακή όχι σε κάποια παραλία της Αττικής αλλά στο βουνό. Το Τατόι φαντάζει ιδεώδης λύση: ο δρόμος προς τα βόρεια προάστια είναι άδειος και η απόσταση είναι κοντινή. Πράγματι, μέσα σε 20 λεπτά από το κέντρο της Αθήνας βρίσκεται κανείς στις πύλες του πρώην βασιλικού κτήματος. Και μόλις τις διαβεί, αρχίζει η αβάσταχτη μελαγχολία.
Σκέψη πρώτη: το 2017, συμπληρώνεται μισός αιώνας από την αποχώρηση της τέως βασιλικής οικογένειας στις 13 Δεκεμβρίου του 1967. Επίσης έχουν κλείσει 13 έτη από την ημέρα που το κτήμα περιήλθε στα χέρια του ελληνικού κράτους, το οποίο κατέβαλε μεγάλο οικονομικό αντίτιμο. Τι αντικρίζει κανείς σήμερα; Σε ορισμένα κτίσματα η στέγη έχει αντικατασταθεί, άλλα χάσκουν ερειπωμένα. Οι βανδαλισμοί συνεχίζονται και ο χρόνος ολοκληρώνει την καταστροφή. Αγελάδες βόσκουν ανάμεσα στα κοντέινερ και τα κουδουνάκια στον λαιμό τους, είναι ο μόνος ήχος μέσα στη σιωπή.
Πρόκειται για ένα ρημαδιό, που έχει κρατηθεί έστω και σε αυτήν –τη θλιβερότατη– κατάσταση χάρις στις αδιάλειπτες προσπάθειες της Ελληνικής Εταιρείας και του προέδρου της ιστορικού Κώστα Μ. Σταματόπουλου (που έχει συγγράψει τον ειδικό οδηγό και άλλα βιβλία για την βασιλεία), καθώς και στους δραστήριους και άξιους «Φίλους του Τατοΐου». Το κράτος παραμένει εγκληματικά νωθρό στη διάσωση αυτής της πολιτιστικής κληρονομιάς και εκνευριστικά αμήχανο μπροστά στη διαχείριση ενός ολόκληρου κεφαλαίου, πολύ σημαντικού για την πρόσφατη ιστορική μνήμη. Ακόμα και αν κάποιος τρέφει μίσος για τους βασιλείς και θεωρεί ότι ήταν το μεγαλύτερο κακό που συνέβη στη χώρα μας, δεν μπορεί να αρνηθεί ότι υπήρξαν και βασίλευσαν.
Σκέψη δεύτερη: μπορεί να συνέβη στη δική μου βόλτα και να μην είναι ο κανόνας, όμως μου φάνηκε ότι το κτήμα είναι αφύλακτο. Ο παλιός σταθμός της αστυνομίας είναι εγκαταλειμμένος και δεν είδα κανέναν άνθρωπο επιφορτισμένο με τη φρούρηση. Αξίζει να σημειωθεί ότι η περιοχή είναι πευκοδάσος και πως παρά τους κάδους σε ορισμένα μέρη υπάρχουν πεταμένα σκουπίδια. Θα αρκούσε ένα τσιγάρο για να γίνει η ζημιά. Δεν είναι μόνον αυτό: Οταν κάποιοι έχουν επιχειρήσει να ξύσουν ακόμα και τα εγχάρακτα γράμματα στις ταφόπλακες των βασιλέων, είναι φανερό ότι το Τατόι ακόμα και σήμερα δεν είναι μια δημόσια περιουσία αλλά το ενοχλητικό κατάλοιπο ενός θεσμού. Το κτήμα –όπως είπαμε πριν– έχει φίλους. Σίγουρα, όμως, έχει και εχθρούς.
Τελευταία σκέψη: Πώς η πολιτεία θα μπορούσε να προχωρήσει με ταχείς ρυθμούς το έργο της αποκατάστασης των οικημάτων του Τατοΐου, όταν ακόμα και τα ιστορικά αρχεία της δεύτερης δυναστείας που ανήλθε στον θρόνο το 1863 είναι απρόσιτα στους σημερινούς ερευνητές;
Σκέψη πρώτη: το 2017, συμπληρώνεται μισός αιώνας από την αποχώρηση της τέως βασιλικής οικογένειας στις 13 Δεκεμβρίου του 1967. Επίσης έχουν κλείσει 13 έτη από την ημέρα που το κτήμα περιήλθε στα χέρια του ελληνικού κράτους, το οποίο κατέβαλε μεγάλο οικονομικό αντίτιμο. Τι αντικρίζει κανείς σήμερα; Σε ορισμένα κτίσματα η στέγη έχει αντικατασταθεί, άλλα χάσκουν ερειπωμένα. Οι βανδαλισμοί συνεχίζονται και ο χρόνος ολοκληρώνει την καταστροφή. Αγελάδες βόσκουν ανάμεσα στα κοντέινερ και τα κουδουνάκια στον λαιμό τους, είναι ο μόνος ήχος μέσα στη σιωπή.
Πρόκειται για ένα ρημαδιό, που έχει κρατηθεί έστω και σε αυτήν –τη θλιβερότατη– κατάσταση χάρις στις αδιάλειπτες προσπάθειες της Ελληνικής Εταιρείας και του προέδρου της ιστορικού Κώστα Μ. Σταματόπουλου (που έχει συγγράψει τον ειδικό οδηγό και άλλα βιβλία για την βασιλεία), καθώς και στους δραστήριους και άξιους «Φίλους του Τατοΐου». Το κράτος παραμένει εγκληματικά νωθρό στη διάσωση αυτής της πολιτιστικής κληρονομιάς και εκνευριστικά αμήχανο μπροστά στη διαχείριση ενός ολόκληρου κεφαλαίου, πολύ σημαντικού για την πρόσφατη ιστορική μνήμη. Ακόμα και αν κάποιος τρέφει μίσος για τους βασιλείς και θεωρεί ότι ήταν το μεγαλύτερο κακό που συνέβη στη χώρα μας, δεν μπορεί να αρνηθεί ότι υπήρξαν και βασίλευσαν.
Σκέψη δεύτερη: μπορεί να συνέβη στη δική μου βόλτα και να μην είναι ο κανόνας, όμως μου φάνηκε ότι το κτήμα είναι αφύλακτο. Ο παλιός σταθμός της αστυνομίας είναι εγκαταλειμμένος και δεν είδα κανέναν άνθρωπο επιφορτισμένο με τη φρούρηση. Αξίζει να σημειωθεί ότι η περιοχή είναι πευκοδάσος και πως παρά τους κάδους σε ορισμένα μέρη υπάρχουν πεταμένα σκουπίδια. Θα αρκούσε ένα τσιγάρο για να γίνει η ζημιά. Δεν είναι μόνον αυτό: Οταν κάποιοι έχουν επιχειρήσει να ξύσουν ακόμα και τα εγχάρακτα γράμματα στις ταφόπλακες των βασιλέων, είναι φανερό ότι το Τατόι ακόμα και σήμερα δεν είναι μια δημόσια περιουσία αλλά το ενοχλητικό κατάλοιπο ενός θεσμού. Το κτήμα –όπως είπαμε πριν– έχει φίλους. Σίγουρα, όμως, έχει και εχθρούς.
Τελευταία σκέψη: Πώς η πολιτεία θα μπορούσε να προχωρήσει με ταχείς ρυθμούς το έργο της αποκατάστασης των οικημάτων του Τατοΐου, όταν ακόμα και τα ιστορικά αρχεία της δεύτερης δυναστείας που ανήλθε στον θρόνο το 1863 είναι απρόσιτα στους σημερινούς ερευνητές;
No comments:
Post a Comment