Ο δημοκρατικός καισαρισμός Τσίπρα
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Ο πρωθυπουργός ανακοίνωσε τις προτάσεις του όχι μόνο για το περιεχόμενο, αλλά και για τη διαδικασία (δικής του εμπνεύσεως) της συνταγματικής αναθεώρησης. Στο μείζον αυτό ζήτημα ο κ. Τσίπρας απέφυγε την προβλεπόμενη στο Σύνταγμα διαδικασία, απέφυγε τον διάλογο εντός Βουλής και επέλεξε να μείνει στο προαύλιο του Κοινοβουλίου, το οποίο χρησιμοποίησε ως «ντεκόρ». Είπε όχι σε «μια διαδικασία περιορισμένη στους τέσσερις τοίχους της Ολομέλειας της Βουλής». Αγνόησε δηλαδή το αναθεωρητικό πλαίσιο που προβλέπει το ίδιο το Σύνταγμα. Τόσο η συμβολική όσο και η λεκτική επιλογή του συνιστούν πρωτοφανή θεσμική περιφρόνηση του Κοινοβουλίου και του Συντάγματος.
Πέραν των συμβολισμών, υπάρχει η πολιτική ουσία όσων εξήγγειλε ο κ. Τσίπρας. Από διαρροές στον Τύπο έγινε γνωστό ότι ο ίδιος είχε συγκροτήσει μια άτυπη επιτροπή η σύνθεση της οποίας δεν έγινε ποτέ επισήμως γνωστή. Οπως δεν έγινε γνωστό ούτε το πόρισμα στο οποίο κατέληξε αυτή η επιτροπή. Και φυσικά δεν υπήρξε ίχνος προηγούμενης διαβούλευσης, ούτε καν εσωκομματικής. Αποτέλεσμα μιας τέτοιας διαδικασίας είναι οι εξαγγελίες του κ. Τσίπρα.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η πρόταση του πρωθυπουργού για τη συγκρότηση μιας «οργανωτικής επιτροπής» η οποία θα αναλάβει τη διεξαγωγή μιας «λαϊκής διαβούλευσης» στην οποία θα συμμετέχουν κοινωνικοί φορείς, κινήσεις πολιτών, συλλογικότητες (βλ. αντιεξουσιαστές;) και μεμονωμένοι πολίτες. Σε ποιο θεσμικό πλαίσιο θα βασιστεί αυτή η διαδικασία; Ποιος θα θέσει τους κανόνες διεξαγωγής της; Ο πρωθυπουργός; Με ποια αρμοδιότητα; Εκτός κι αν δεχθούμε ότι το θεσμικό πλαίσιο μπορεί πλέον να υποκαθίσταται από τη βούληση του κ. Τσίπρα. Η πρόταση αυτή συνιστά μνημείο ανευθυνότητας, λαϊκισμού και φανερώνει στοιχεία που υποδηλώνουν τάσεις καισαρισμού του κ. Τσίπρα. Αν μάλιστα η πρόταση αυτή συνδυαστεί με τη δήλωσή του ότι «δεν θα φοβηθεί τις συγκρούσεις» και ότι για να αλλάξει το Σύνταγμα «δεν αρκούν μόνο οι συναινέσεις», γίνεται εμφανές ότι επιχειρεί τη νομιμοποίηση του διχασμού και τη διάχυση της γνωστής διχαστικής του λογικής σε όλα τα επίπεδα της ελληνικής κοινωνίας.
Δεν προτίθεμαι σε αυτή τη φάση να σχολιάσω ειδικότερα τις προτάσεις του πρωθυπουργού, όπως τη δημιουργία ενός ιδιότυπου δικαστικού διευθυντηρίου που διασπά την αρχή της διάκρισης των εξουσιών ή την προβληματική διαδικασία εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας (με σκοπό μάλιστα να αποφεύγεται στο μέλλον η διάλυση της Βουλής, δηλαδή η μέθοδος που ο ίδιος ο κ. Τσίπρας χρησιμοποίησε για να έλθει στην εξουσία).
Η πρόταση του κ. Τσίπρα για την αναθεώρηση δεν είναι απλώς μια λανθασμένη απάντηση στα προβλήματα της χώρας, αλλά και μια προσπάθεια να μετατεθεί ο δημόσιος διάλογος και να παρακαμφθούν θέματα για τα οποία η κυβέρνηση οφείλει να αναλάβει την πολιτική ευθύνη. Αναθεώρηση του Συντάγματος απαιτείται ή δικαιολογείται όταν εντοπίζονται συγκεκριμένες αδυναμίες στη λειτουργία του πολιτεύματος.
Η κατευθείαν αναδρομή σε μια ευρεία και ακαθόριστη μάζα φορέων, κινημάτων, συλλογικοτήτων και μεμονωμένων προσώπων, προκειμένου να παρακαμφθούν τα υφιστάμενα θεσμοθετημένα όργανα (εν προκειμένω η Βουλή), είναι μια τακτική κατάκτησης και ενίσχυσης της εξουσίας, προορισμένη μεν να δελεάζει τον λαό, αλλά που δεν μπορεί να συγκαλύψει τα προβλήματα διακυβέρνησης που προσπαθεί να παρακάμψει. Η τακτική αυτή ενέχει στην πραγματικότητα τον κίνδυνο δημοκρατικής εκτροπής αφού επιχειρεί να ενισχύσει την προσωπική εξουσία απέναντι στα θεσμοθετημένα όργανα. Το σύστημα αυτό ονομάζεται στη βιβλιογραφία «δημοκρατικός καισαρισμός» γιατί εμπνέεται από την πρακτική της απευθείας εκλογής του Ιούλιου Καίσαρα στο αξίωμα του δικτάτορα, με στόχο να παρακαμφθεί η Σύγκλητος.
Ο κ. Τσίπρας, στην εξαγγελία της πρότασής του για τη συνταγματική αναθεώρηση, χρησιμοποίησε ως κακέκτυπο φράσεις όπως: «να γίνουμε εμείς οι Ελληνες η αλλαγή που επιθυμούμε», «ο λαός να πάρει τη δημοκρατία στα χέρια του», «για πρώτη φορά η δημοκρατία στην εξουσία». Με έκδηλα σημάδια καισαρισμού, επιχείρησε για άλλη μία φορά να απευθυνθεί στη μεσσιανική φαντασίωση της κοινωνίας, νομίζοντας πως ο ελληνικός λαός αρκείται να θεωρεί ως πολιτική τις υποσχέσεις αλλαγής, χωρίς να νοιάζεται να τις ελέγχει ως προς την πραγματοποίησή τους. Ολοι όμως πια καταλαβαίνουν πως όλα τα παραπάνω δεν είναι παρά απόκρυψη του πραγματικού σκοπού του κ. Τσίπρα, να κυριαρχήσει στην πολιτική καταργώντας τους θεσμούς.
Πέραν των συμβολισμών, υπάρχει η πολιτική ουσία όσων εξήγγειλε ο κ. Τσίπρας. Από διαρροές στον Τύπο έγινε γνωστό ότι ο ίδιος είχε συγκροτήσει μια άτυπη επιτροπή η σύνθεση της οποίας δεν έγινε ποτέ επισήμως γνωστή. Οπως δεν έγινε γνωστό ούτε το πόρισμα στο οποίο κατέληξε αυτή η επιτροπή. Και φυσικά δεν υπήρξε ίχνος προηγούμενης διαβούλευσης, ούτε καν εσωκομματικής. Αποτέλεσμα μιας τέτοιας διαδικασίας είναι οι εξαγγελίες του κ. Τσίπρα.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η πρόταση του πρωθυπουργού για τη συγκρότηση μιας «οργανωτικής επιτροπής» η οποία θα αναλάβει τη διεξαγωγή μιας «λαϊκής διαβούλευσης» στην οποία θα συμμετέχουν κοινωνικοί φορείς, κινήσεις πολιτών, συλλογικότητες (βλ. αντιεξουσιαστές;) και μεμονωμένοι πολίτες. Σε ποιο θεσμικό πλαίσιο θα βασιστεί αυτή η διαδικασία; Ποιος θα θέσει τους κανόνες διεξαγωγής της; Ο πρωθυπουργός; Με ποια αρμοδιότητα; Εκτός κι αν δεχθούμε ότι το θεσμικό πλαίσιο μπορεί πλέον να υποκαθίσταται από τη βούληση του κ. Τσίπρα. Η πρόταση αυτή συνιστά μνημείο ανευθυνότητας, λαϊκισμού και φανερώνει στοιχεία που υποδηλώνουν τάσεις καισαρισμού του κ. Τσίπρα. Αν μάλιστα η πρόταση αυτή συνδυαστεί με τη δήλωσή του ότι «δεν θα φοβηθεί τις συγκρούσεις» και ότι για να αλλάξει το Σύνταγμα «δεν αρκούν μόνο οι συναινέσεις», γίνεται εμφανές ότι επιχειρεί τη νομιμοποίηση του διχασμού και τη διάχυση της γνωστής διχαστικής του λογικής σε όλα τα επίπεδα της ελληνικής κοινωνίας.
Δεν προτίθεμαι σε αυτή τη φάση να σχολιάσω ειδικότερα τις προτάσεις του πρωθυπουργού, όπως τη δημιουργία ενός ιδιότυπου δικαστικού διευθυντηρίου που διασπά την αρχή της διάκρισης των εξουσιών ή την προβληματική διαδικασία εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας (με σκοπό μάλιστα να αποφεύγεται στο μέλλον η διάλυση της Βουλής, δηλαδή η μέθοδος που ο ίδιος ο κ. Τσίπρας χρησιμοποίησε για να έλθει στην εξουσία).
Η πρόταση του κ. Τσίπρα για την αναθεώρηση δεν είναι απλώς μια λανθασμένη απάντηση στα προβλήματα της χώρας, αλλά και μια προσπάθεια να μετατεθεί ο δημόσιος διάλογος και να παρακαμφθούν θέματα για τα οποία η κυβέρνηση οφείλει να αναλάβει την πολιτική ευθύνη. Αναθεώρηση του Συντάγματος απαιτείται ή δικαιολογείται όταν εντοπίζονται συγκεκριμένες αδυναμίες στη λειτουργία του πολιτεύματος.
Η κατευθείαν αναδρομή σε μια ευρεία και ακαθόριστη μάζα φορέων, κινημάτων, συλλογικοτήτων και μεμονωμένων προσώπων, προκειμένου να παρακαμφθούν τα υφιστάμενα θεσμοθετημένα όργανα (εν προκειμένω η Βουλή), είναι μια τακτική κατάκτησης και ενίσχυσης της εξουσίας, προορισμένη μεν να δελεάζει τον λαό, αλλά που δεν μπορεί να συγκαλύψει τα προβλήματα διακυβέρνησης που προσπαθεί να παρακάμψει. Η τακτική αυτή ενέχει στην πραγματικότητα τον κίνδυνο δημοκρατικής εκτροπής αφού επιχειρεί να ενισχύσει την προσωπική εξουσία απέναντι στα θεσμοθετημένα όργανα. Το σύστημα αυτό ονομάζεται στη βιβλιογραφία «δημοκρατικός καισαρισμός» γιατί εμπνέεται από την πρακτική της απευθείας εκλογής του Ιούλιου Καίσαρα στο αξίωμα του δικτάτορα, με στόχο να παρακαμφθεί η Σύγκλητος.
Ο κ. Τσίπρας, στην εξαγγελία της πρότασής του για τη συνταγματική αναθεώρηση, χρησιμοποίησε ως κακέκτυπο φράσεις όπως: «να γίνουμε εμείς οι Ελληνες η αλλαγή που επιθυμούμε», «ο λαός να πάρει τη δημοκρατία στα χέρια του», «για πρώτη φορά η δημοκρατία στην εξουσία». Με έκδηλα σημάδια καισαρισμού, επιχείρησε για άλλη μία φορά να απευθυνθεί στη μεσσιανική φαντασίωση της κοινωνίας, νομίζοντας πως ο ελληνικός λαός αρκείται να θεωρεί ως πολιτική τις υποσχέσεις αλλαγής, χωρίς να νοιάζεται να τις ελέγχει ως προς την πραγματοποίησή τους. Ολοι όμως πια καταλαβαίνουν πως όλα τα παραπάνω δεν είναι παρά απόκρυψη του πραγματικού σκοπού του κ. Τσίπρα, να κυριαρχήσει στην πολιτική καταργώντας τους θεσμούς.
No comments:
Post a Comment