Το τρίτο κύμα της ενσωμάτωσης
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Οραματιζόμασταν, και ακόμη οραματιζόμαστε, να αλλάξουμε τα πράγματα», είπε ο υπουργός κ. Δρίτσας σε μια πρόσφατη τοποθέτησή του με αφορμή το ζήτημα της ιδιωτικοποίησης του ΟΛΠ. Είμαι απόλυτα βέβαιος πως το εννοεί, όπως είμαι βέβαιος πως δεν αντιλαμβάνεται πόσο αντιφατικές δείχνουν τέτοιου είδους οραματικές διατυπώσεις στις παρούσες συνθήκες της διακυβέρνησης. Δεν αμφισβητώ την ψυχολογική επιθυμία του υπουργού να αλλάξει τον κόσμο συθέμελα, αλλά δυσκολεύομαι να αντιληφθώ πώς είναι δυνατόν να μη συνειδητοποιεί πόσο φάλτσα ακούγονται κάτι τέτοια στον μέσο άνθρωπο σήμερα.
Από μια άποψη, πολιτικοί όπως ο κ. Δρίτσας είναι τραγικά πρόσωπα καθώς υλοποιούν μέρα τη μέρα αυτό που αντιπαθούσαν περισσότερο: την «πασοκοποίηση» του κόμματός τους, δηλαδή την ενσωμάτωση των αντισυστημικών ιδεολογικών τους στόχων και αξιών μέσα στο πλαίσιο μιας διεθνοποιημένης φιλελεύθερης δημοκρατίας.
Ιστορικά, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αποτελεί το πρώτο κόμμα της Αριστεράς που βίωσε μια τέτοια εμπειρία. Αντίθετα, είναι κομμάτι μιας ευρωπαϊκής παράδοσης που χρονολογείται ήδη από τα τέλη του 19ου αιώνα. Η πρώτη γενιά ενσωματωμένων, και ηττημένων ιδεολογικά, ριζοσπαστικών πολιτικών δυνάμεων ήταν αυτή των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων της Δεύτερης Διεθνούς. Η διαίρεση που προκάλεσε στους κόλπους τους το ζήτημα της συμμετοχής στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν αναμφίβολα η αποφασιστική στιγμή, η κρίσιμη καμπή στην πορεία αφομοίωσής τους, η οποία όμως ήδη είχε αρχίσει αρκετά νωρίτερα. Βλέπετε, η καθιέρωση της καθολικής ψήφου αντί να τους βοηθήσει να ξεμπερδέψουν με τον καπιταλισμό, είχε τις αντίθετες συνέπειες. Οι ψηφοφόροι τούς τραβούσαν προς το κέντρο.
Η δεκαετία του 1980 είδε ένα νέο κύμα ενσωμάτωσης στον καπιταλισμό. Οι ορμητικοί σοσιαλιστές της νότιας Ευρώπης που αρέσκονταν να επικρίνουν τους σοσιαλδημοκράτες του Βορρά, όπως ο Ανδρ. Παπανδρέου, ο οποίος το 1978 υποστήριζε πως «η σοσιαλδημοκρατία αποτελεί σωσίβιο του σύγχρονου μονοπωλιακού καπιταλισμού», έζησαν την εμπειρία της διακυβέρνησης.
Μέσα σε λίγα χρόνια, οι σοσιαλιστές της νότιας Ευρώπης όχι μόνο μιμήθηκαν τους βόρειους συντρόφους τους στην τέχνη της διαχείρισης του καπιταλισμού αλλά, επιπλέον, κάποιοι από αυτούς αγάπησαν τόσο πολύ τις υλικές απολαύσεις, ώστε έπεσαν με τα μούτρα σε αυτές. Θυμάμαι ακόμη τους Γάλλους σοσιαλιστές να τραγουδούν με πάθος στο συνέδριό τους το διάσημο τραγούδι της Διεθνούς «Εμπρός της γης οι κολασμένοι», που καλούσε σε ριζική αλλαγή του κόσμου, τη στιγμή που αυτοί ήταν βουτηγμένοι στον ρεαλισμό της διακυβέρνησης.
Ο ΣΥΡΙΖΑ συνιστά μέρος του τρίτου κύματος της ενσωμάτωσης των ριζοσπαστών στις δομές της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Είναι αλήθεια πως εξαρχής αυτό δεν ήταν ούτε εύκολο ούτε αυτονόητο. Οι μετακομμουνιστές του ΣΥΡΙΖΑ είχαν μια βαθιά αντισυστημική κουλτούρα και είχαν εμποτιστεί από τις σκληροτράχηλες λενινιστικές και μαοϊκές παραδόσεις του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος και της Νέας Αριστεράς της Λατινικής Αμερικής. Ελλείψει της ΕΣΣΔ, η Βενεζουέλα και η Βολιβία (και για μερικούς και η Κούβα) αποτελούσαν (και αποτελούν;) τα ιδεολογικά πρότυπά τους.
Εντέλει, παρά τον σκληροτράχηλο και ριζοσπαστικό χαρακτήρα των ιδεολογικών παραδόσεών τους, οι ιδεολόγοι του ΣΥΡΙΖΑ όχι απλώς ηττήθηκαν αλλά συντρίφτηκαν από τις αφομοιωτικές δυνάμεις του κοινοβουλευτισμού και της φιλελεύθερης δημοκρατίας και από τα όρια που τους έθεσε το διεθνές πλαίσιο. Η παγκοσμιοποιημένη οικονομία και οι διεθνείς θεσμοί όχι μόνο εμπόδισαν τον ΣΥΡΙΖΑ να «αλλάξει την Ευρώπη», αλλά τον ταπείνωσαν κιόλας.
Δείχνει αξιοπερίεργο, όμως πολλά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ ουδέποτε αντιλήφθηκαν τη βαθιά αντίφαση ανάμεσα στον ριζοσπαστικό χαρακτήρα του κινήματός τους και στη φιλελεύθερη δημοκρατία. Δεν έβλεπαν ότι, αργά ή γρήγορα, θα ήταν αναγκασμένοι να επιλέξουν και πως αν δεν ήταν αρκούντως αποφασιστικοί ή τυχοδιώκτες ώστε να ρισκάρουν τα πάντα (τη χώρα και τον εαυτό τους) θα υποχρεώνονταν να συνθηκολογήσουν. Πίστευαν πως με κάποιον μαγικό τρόπο θα κατάφερναν να συνταιριάξουν αυτά τα δύο.
Κανένας άλλος δρόμος πλέον δεν απομένει για τον ΣΥΡΙΖΑ εκτός από αυτόν της σοσιαλδημοκρατικοποίησής του. Η συνταγή είναι απλή: απο-ιδεολογικοποίηση, ρεαλισμός, μετριοπαθής ταξική πολιτική και διατήρηση του μεγάλου κράτους (όσο μεγάλο μπορεί να είναι υπό συνθήκες παγκοσμιοποίησης). Προς αυτό τον στόχο, ο εκλογικός νόμος, η απλή αναλογική θα αποτελέσει ένα βασικό εργαλείο. Η συμμαχία με κόμματα όπως το ΠΑΣΟΚ ή η Ενωση Κεντρώων δεν στοχεύει απλώς στην απομόνωση της Ν.Δ. αλλά εκ των πραγμάτων συμβάλλει να διαμορφωθεί ένα νέο μπλοκ δυνάμεων που μετακινούν τον ΣΥΡΙΖΑ προς το πολιτικό κέντρο. Ανεξαρτήτως αν θα βρεθούν οι 200 βουλευτές για την ψήφιση του εκλογικού νόμου, ο ΣΥΡΙΖΑ επιλέγει μεσοπρόθεσμα μια πολιτική συμμαχιών που τον καθιστούν ένα μετριοπαθές κόμμα, που θα υπερασπίζεται και δεν θα πολεμά την καθεστηκυία τάξη πραγμάτων επιδιώκοντας μικρές διορθώσεις σε αυτήν.
Ο Μάο Τσε Τουγκ συνήθιζε να αποκαλεί τον καπιταλισμό χάρτινη τίγρη, αλλά τελικά σε αυτή την πορεία πραγμάτων δεν ήταν ο καπιταλισμός η χάρτινη τίγρη.
*Ο κ. Νίκος Μαραντζίδης είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας και επισκέπτης καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Καρόλου στην Πράγα.
No comments:
Post a Comment