Η πρωτοβουλία και οι συνέπειες
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Είναι προφανές ότι ο πρωθυπουργός είναι απασχολημένος με τρία ζητήματα.
Πρώτον, αναζητεί εναγωνίως είτε με δανεικά, είτε με χαριστικές ρυθμίσεις προς ασυνεπείς φορολογουμένους, να γεμίσει το κρατικό ταμείο.
Δεύτερον, λαμβάνει πολύ σοβαρά τις απειλές που διατυπώνονται από την οργανωμένη εσωτερική αμφισβήτηση των δήθεν «αριστερών».
Τρίτον και σπουδαιότερο, ο κ. Τσίπρας δεν είναι σε θέση να εκτιμήσει με ακρίβεια και, ακόμη χειρότερα, να κατανοήσει επαρκώς, τις δυνατότητες συνεννόησης με τους ελεγκτές-εκπροσώπους των εταίρων και δανειστών, που συγκροτούν την «Ομάδα Βρυξελλών».
Ας μείνω στο τελευταίο. Κανείς δεν γνωρίζει ποιος είναι ο στόχος της κυβέρνησης στις συζητήσεις που γίνονται, πασχαλιάτικα, στις Βρυξέλλες. Θέλει ο κ. Τσίπρας να δεσμευτεί μόνον σ’ ένα αρχικό πακέτο ρυθμίσεων, με αντάλλαγμα την επιστροφή του 1,9 δισ. ευρώ, ίσως και ενός ακόμη ποσού, ώστε να εορταστεί και το δικό μας Πάσχα, χωρίς κάποια τραπεζική αναταραχή;
Με μια ματιά σε όσα διοχετεύει το επιτελείο του Μαξίμου, προς την –ήδη ημιεπίσημη– Ενημέρωση, μπορούμε να κρίνουμε πόσο ακανθώδης θα είναι η όποια συμφωνία με την πρώην τρόικα. Εφόσον, βεβαίως, δεν έχει αλλάξει τον τρόπο που σκέφτονται, αξιολογούν και συζητούν στις Βρυξέλλες, όπως με σιγουριά πρέπει να αναμένεται.
Το πρόβλημα με τα μέτρα που έβαλε στο τραπέζι το υπουργείο Οικονομικών είναι η ασάφεια που τα χαρακτηρίζει. Κρίνετε μόνοι σας: Είναι πρακτικώς αδύνατον, σε οιονδήποτε τεχνοκράτη, Ελληνα ή ξένο, να βάλει κάποιο νούμερο δίπλα στα προτεινόμενα μέτρα.
Ποιος μπορεί να υπολογίσει πόσα θα εισπράξει το κράτος, από: (α) έλεγχο των τοποθετήσεων Ελλήνων πολιτών σε λογαριασμούς στο εξωτερικό, (β) πόλεμο εναντίον της μη απόδοσης ΦΠΑ, (γ) ρύθμιση παλαιών οφειλών προς εφορία και ασφαλιστικά ταμεία; Κανείς! Κι όμως, το οικονομικό επιτελείο υπολογίζει, χωρίς να εξηγεί, ότι θα εισπράξει το ποσό των 1.675 εκατομμυρίων, με τις τρεις αυτές κινήσεις.
Η καταστολή της φοροδιαφυγής, κατά πάγια αρχή ενός ορθολογικού και τεχνοκρατικά άρτιου δημοσιονομικού υπολογισμού, δεν μπορεί να θεωρείται σίγουρη πηγή εσόδων. Με άλλα λόγια, όπως όλα αυτά τα χρόνια ορθώς επέμειναν οι άνθρωποι των Βρυξελλών και του Ταμείου, «πιάστε πρώτα τους φοροφυγάδες και μετά υπολογίστε τα έσοδά σας από τη φοροδιαφυγή».
Υπάρχει μια σπουδαία διαφορά σε όσα συμβαίνουν αυτές τις ημέρες. Η κυβέρνηση –ορθώς κατά την άποψή μου– επεδίωξε να είναι αυτή που έχει την πρωτοβουλία στην εισήγηση των προτάσεων επί των οποίων θα κρίνεται κάθε φορά το ελληνικό πρόγραμμα. Αν πέσει έξω, δεν θα μπορεί να τα ρίξει σε καμία «τρόικα» και σε κανέναν λανθασμένο... πολλαπλασιαστή. Το μόνο που θα πολλαπλασιάσει μια αποτυχία της είναι οι δυσκολίες των ανθρώπων αυτής της χώρας.
Πρώτον, αναζητεί εναγωνίως είτε με δανεικά, είτε με χαριστικές ρυθμίσεις προς ασυνεπείς φορολογουμένους, να γεμίσει το κρατικό ταμείο.
Δεύτερον, λαμβάνει πολύ σοβαρά τις απειλές που διατυπώνονται από την οργανωμένη εσωτερική αμφισβήτηση των δήθεν «αριστερών».
Τρίτον και σπουδαιότερο, ο κ. Τσίπρας δεν είναι σε θέση να εκτιμήσει με ακρίβεια και, ακόμη χειρότερα, να κατανοήσει επαρκώς, τις δυνατότητες συνεννόησης με τους ελεγκτές-εκπροσώπους των εταίρων και δανειστών, που συγκροτούν την «Ομάδα Βρυξελλών».
Ας μείνω στο τελευταίο. Κανείς δεν γνωρίζει ποιος είναι ο στόχος της κυβέρνησης στις συζητήσεις που γίνονται, πασχαλιάτικα, στις Βρυξέλλες. Θέλει ο κ. Τσίπρας να δεσμευτεί μόνον σ’ ένα αρχικό πακέτο ρυθμίσεων, με αντάλλαγμα την επιστροφή του 1,9 δισ. ευρώ, ίσως και ενός ακόμη ποσού, ώστε να εορταστεί και το δικό μας Πάσχα, χωρίς κάποια τραπεζική αναταραχή;
Με μια ματιά σε όσα διοχετεύει το επιτελείο του Μαξίμου, προς την –ήδη ημιεπίσημη– Ενημέρωση, μπορούμε να κρίνουμε πόσο ακανθώδης θα είναι η όποια συμφωνία με την πρώην τρόικα. Εφόσον, βεβαίως, δεν έχει αλλάξει τον τρόπο που σκέφτονται, αξιολογούν και συζητούν στις Βρυξέλλες, όπως με σιγουριά πρέπει να αναμένεται.
Το πρόβλημα με τα μέτρα που έβαλε στο τραπέζι το υπουργείο Οικονομικών είναι η ασάφεια που τα χαρακτηρίζει. Κρίνετε μόνοι σας: Είναι πρακτικώς αδύνατον, σε οιονδήποτε τεχνοκράτη, Ελληνα ή ξένο, να βάλει κάποιο νούμερο δίπλα στα προτεινόμενα μέτρα.
Ποιος μπορεί να υπολογίσει πόσα θα εισπράξει το κράτος, από: (α) έλεγχο των τοποθετήσεων Ελλήνων πολιτών σε λογαριασμούς στο εξωτερικό, (β) πόλεμο εναντίον της μη απόδοσης ΦΠΑ, (γ) ρύθμιση παλαιών οφειλών προς εφορία και ασφαλιστικά ταμεία; Κανείς! Κι όμως, το οικονομικό επιτελείο υπολογίζει, χωρίς να εξηγεί, ότι θα εισπράξει το ποσό των 1.675 εκατομμυρίων, με τις τρεις αυτές κινήσεις.
Η καταστολή της φοροδιαφυγής, κατά πάγια αρχή ενός ορθολογικού και τεχνοκρατικά άρτιου δημοσιονομικού υπολογισμού, δεν μπορεί να θεωρείται σίγουρη πηγή εσόδων. Με άλλα λόγια, όπως όλα αυτά τα χρόνια ορθώς επέμειναν οι άνθρωποι των Βρυξελλών και του Ταμείου, «πιάστε πρώτα τους φοροφυγάδες και μετά υπολογίστε τα έσοδά σας από τη φοροδιαφυγή».
Υπάρχει μια σπουδαία διαφορά σε όσα συμβαίνουν αυτές τις ημέρες. Η κυβέρνηση –ορθώς κατά την άποψή μου– επεδίωξε να είναι αυτή που έχει την πρωτοβουλία στην εισήγηση των προτάσεων επί των οποίων θα κρίνεται κάθε φορά το ελληνικό πρόγραμμα. Αν πέσει έξω, δεν θα μπορεί να τα ρίξει σε καμία «τρόικα» και σε κανέναν λανθασμένο... πολλαπλασιαστή. Το μόνο που θα πολλαπλασιάσει μια αποτυχία της είναι οι δυσκολίες των ανθρώπων αυτής της χώρας.
No comments:
Post a Comment