Το κατά συνθήκην «μέγα πλήθος»
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Είναι εντυπωσιακό πόσο πολύ ο παραμορφωτικός φακός των πολιτικών σκοπιμοτήτων τροποποιεί την πραγματικότητα. Ας πάρουμε τις διαδηλώσεις. Ποτέ δεν υπάρχει συμφωνία επί του όγκου τους. Η δημιουργική λογιστική για τον αριθμό των συγκεντρωμένων έχει αξιοθαύμαστα αποτελέσματα. Για παράδειγμα, το μέγεθος της διαδήλωσης των «Παραιτηθείτε» κυμάνθηκε από 3.000 - 4.000 έως 15.000 άτομα. Ο ΣΥΡΙΖΑ εκτίμησε ότι η συμμετοχή ήταν χαμηλή, ενώ άτομα από την αντιπολίτευση (τα κόμματα απέφυγαν να τοποθετηθούν) μίλησαν για τη μεγαλύτερη συγκέντρωση μετά τις εκλογές. Στις διαδηλώσεις της τελευταίας εξαετίας (περισσότερες από 11.000 μόνο στο κέντρο της Αθήνας) υπάρχουν πάντα διαφορετικές εκτιμήσεις, π.χ. από 20.000 έως και άνω των 100.000...
Αν και έχουν αλλάξει πολλά από την εποχή (1981 - 1994) των εκατοντάδων χιλιάδων συγκεντρωμένων, κυρίως σε προεκλογικές ομιλίες πολιτικών αρχηγών, πάντα υπήρχε αμφισβήτηση των αριθμών από τα αντίπαλα στρατόπεδα – παράδειγμα το προσωνύμιο «μάγος του μοντάζ», το οποίο είχαν προσδώσει στον σκηνοθέτη του ΠΑΣΟΚ Τάσο Μπιρσίμ (ο οποίος κάλυπτε όλες τις συγκεντρώσεις του κόμματος, με γερανούς, ελικόπτερα, αερόστατα...), αμφισβητώντας την πυκνότητα των συγκεντρώσεων.
Το «μέγα πλήθος» και «μέγα πάθος» ήταν πάντοτε από τα πλέον κοινά της κομματικής φρασεολογίας, μετά τις συγκεντρώσεις. Ο πρώτοι, ιστορικά, που σκηνοθέτησαν το «μέγα πάθος» στις συγκεντρώσεις ήταν οι Βυζαντινοί. Οργάνωναν ομάδες πληρωμένων εγκαθέτων που διείσδυαν σε συγκεκριμένα σημεία και επευφημούσαν θορυβωδώς τον αυτοκράτορα. Εμφύτευαν μέσα στο πλήθος τούς γνωστούς έως σήμερα «κράχτες», που έδιναν το σύνθημα για τις ζητωκραυγές, εναλλάξ, από διαφορετικά σημεία, με τελετουργική ακρίβεια (Ταμάρα Τάλμποτ Ράις, «Ο δημόσιος και ιδιωτικός βίος των Βυζαντινών», Αθήνα, 1990).
Από τα κατά συνθήκην πολιτικά ψεύδη, κυρίως η λογική είναι εκείνη που υποφέρει και εξανίσταται. Οι σύγχρονοι τελάληδες διεκδικούν και προβάλλουν την εικόνα που επιθυμούν, κι ας είναι χίλια τα μάτια που την αρνούνται. Πάντα κάτι μένει από το ψέμα, από τους ισχυρισμούς ότι το μέρος έχει τις διαστάσεις του όλου (ή το αντίστροφο). Πρόκειται για τακτική φενακισμού, που βασίζεται στην εγγενή «ελαστικότητα» του μεγέθους της κοινωνικής διαμαρτυρίας. Ο υπολογίσιμος απόηχος αυτής της ιδιοτελούς συρρίκνωσης (ή διόγκωσης) των δεδομένων επιτρέπει στα κόμματα (ή τα κινήματα) να εγκαταλείπονται στην ευφορία της αυταπάτης, υπεκφεύγοντας της πραγματικότητας. Αλλωστε στη θέση του πραγματικού έχει τοποθετηθεί ένα νεοπραγματικό που έχει παραχθεί με βάση έναν συγκεκριμένο κώδικα. Διότι σε όλη την έκταση της πολιτικής ζωής μια τεράστια διαδικασία προσομοίωσης λαμβάνει χώρα. Τα κομματικά επιτελεία συνθέτουν μια κοινωνική κατάσταση συνδυάζοντας χαρακτηριστικά ή στοιχεία του πραγματικού, κατασκευάζουν ένα γεγονός που θα μπορούσε και να υπάρχει (αλλά ίσως ακριβώς δεν υπάρχει) και εν συνεχεία βγάζουν συμπεράσματα πολιτικής φύσεως, με τα οποία επεμβαίνουν στα ισχύοντα. Δεν είναι και λίγο...
Δεν υπάρχει πολιτικός που θα προέβαινε στην παραμικρή πράξη, χωρίς το συναίσθημα ότι αυτή είναι η μία και μοναδική ορθή. Αυτή η τύφλωση είναι το απόλυτο θεμέλιο, η κεφαλαιώδης αρχή όλων των μεγάλων αλμάτων αλλά και όλων των τραγικών πολιτικών λαθών.
Αν και έχουν αλλάξει πολλά από την εποχή (1981 - 1994) των εκατοντάδων χιλιάδων συγκεντρωμένων, κυρίως σε προεκλογικές ομιλίες πολιτικών αρχηγών, πάντα υπήρχε αμφισβήτηση των αριθμών από τα αντίπαλα στρατόπεδα – παράδειγμα το προσωνύμιο «μάγος του μοντάζ», το οποίο είχαν προσδώσει στον σκηνοθέτη του ΠΑΣΟΚ Τάσο Μπιρσίμ (ο οποίος κάλυπτε όλες τις συγκεντρώσεις του κόμματος, με γερανούς, ελικόπτερα, αερόστατα...), αμφισβητώντας την πυκνότητα των συγκεντρώσεων.
Το «μέγα πλήθος» και «μέγα πάθος» ήταν πάντοτε από τα πλέον κοινά της κομματικής φρασεολογίας, μετά τις συγκεντρώσεις. Ο πρώτοι, ιστορικά, που σκηνοθέτησαν το «μέγα πάθος» στις συγκεντρώσεις ήταν οι Βυζαντινοί. Οργάνωναν ομάδες πληρωμένων εγκαθέτων που διείσδυαν σε συγκεκριμένα σημεία και επευφημούσαν θορυβωδώς τον αυτοκράτορα. Εμφύτευαν μέσα στο πλήθος τούς γνωστούς έως σήμερα «κράχτες», που έδιναν το σύνθημα για τις ζητωκραυγές, εναλλάξ, από διαφορετικά σημεία, με τελετουργική ακρίβεια (Ταμάρα Τάλμποτ Ράις, «Ο δημόσιος και ιδιωτικός βίος των Βυζαντινών», Αθήνα, 1990).
Από τα κατά συνθήκην πολιτικά ψεύδη, κυρίως η λογική είναι εκείνη που υποφέρει και εξανίσταται. Οι σύγχρονοι τελάληδες διεκδικούν και προβάλλουν την εικόνα που επιθυμούν, κι ας είναι χίλια τα μάτια που την αρνούνται. Πάντα κάτι μένει από το ψέμα, από τους ισχυρισμούς ότι το μέρος έχει τις διαστάσεις του όλου (ή το αντίστροφο). Πρόκειται για τακτική φενακισμού, που βασίζεται στην εγγενή «ελαστικότητα» του μεγέθους της κοινωνικής διαμαρτυρίας. Ο υπολογίσιμος απόηχος αυτής της ιδιοτελούς συρρίκνωσης (ή διόγκωσης) των δεδομένων επιτρέπει στα κόμματα (ή τα κινήματα) να εγκαταλείπονται στην ευφορία της αυταπάτης, υπεκφεύγοντας της πραγματικότητας. Αλλωστε στη θέση του πραγματικού έχει τοποθετηθεί ένα νεοπραγματικό που έχει παραχθεί με βάση έναν συγκεκριμένο κώδικα. Διότι σε όλη την έκταση της πολιτικής ζωής μια τεράστια διαδικασία προσομοίωσης λαμβάνει χώρα. Τα κομματικά επιτελεία συνθέτουν μια κοινωνική κατάσταση συνδυάζοντας χαρακτηριστικά ή στοιχεία του πραγματικού, κατασκευάζουν ένα γεγονός που θα μπορούσε και να υπάρχει (αλλά ίσως ακριβώς δεν υπάρχει) και εν συνεχεία βγάζουν συμπεράσματα πολιτικής φύσεως, με τα οποία επεμβαίνουν στα ισχύοντα. Δεν είναι και λίγο...
Δεν υπάρχει πολιτικός που θα προέβαινε στην παραμικρή πράξη, χωρίς το συναίσθημα ότι αυτή είναι η μία και μοναδική ορθή. Αυτή η τύφλωση είναι το απόλυτο θεμέλιο, η κεφαλαιώδης αρχή όλων των μεγάλων αλμάτων αλλά και όλων των τραγικών πολιτικών λαθών.
No comments:
Post a Comment