|
Ο κοινός χώρος προβληματισμού μεταξύ Ελλάδας και ΗΠΑ |
|
Του Νίκου Κωνσταντάρα |
|
|
|
Η σχέση της Ελλάδας με τις ΗΠΑ βασίζεται στο ενδιαφέρον της Ουάσιγκτον για τη χώρα μας και κυρίως στην ταύτιση συμφερόντων. Σήμερα, για πρώτη φορά μετά τη λήξη του Ψυχρού Πολέμου, οι δύο χώρες μοιράζονται τις ίδιες αγωνίες και αναζητούν λύσεις για κοινά προβλήματα. Ισως επειδή το μεγαλύτερο ενδιαφέρον που παρουσιάζει η Ελλάδα δεν είναι το ότι παραμένει σταθερός σύμμαχος και πόλος σταθερότητας σε μια πολυτάραχη περιοχή, αλλά το ότι εξελίσσεται σε μοναδικό εργαστήριο στην αναζήτηση λύσεων σε προβλήματα που αντιμετωπίζουν πολλές ανεπτυγμένες χώρες. Αυτά που συμβαίνουν στην Ελλάδα στα πεδία της πολιτικής, της οικονομίας και της κοινωνίας ενδιαφέρουν τους πάντες.
Η συνάντηση του πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά με τον πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα έδωσε στους δύο ηγέτες την ευκαιρία να συζητήσουν τη γεωστρατηγική θέση της Ελλάδας και τον ρόλο που η χώρα μας μπορεί να παίξει στη Μέση Ανατολή, τη Βόρειο Αφρική και τα Βαλκάνια. Εξετάστηκαν η συνεργασία εναντίον της τρομοκρατίας, το πρόβλημα της λαθρομετανάστευσης, οι προοπτικές για επίλυση του Κυπριακού, καθώς και η αρχή νέου γύρου συνομιλιών μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων. Σε αυτά τα «αναμενόμενα» και «παραδοσιακά» θέματα διμερούς και ευρύτερου ενδιαφέροντος προστέθηκαν οι προοπτικές της εκμετάλλευσης ενεργειακών κοιτασμάτων στην περιοχή και ο ρόλος που η Ελλάδα, ως προεδρεύουσα χώρα της Ε.Ε. το πρώτο εξάμηνο του 2014, μπορεί να παίξει στην προώθηση των συνομιλιών για εμπορική συμφωνία των ΗΠΑ με την Ε.Ε.
Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον της συνάντησης, όμως, φάνηκε από τα σχόλια του Αμερικανού προέδρου για την οικονομία στην κοινή συνέντευξη Τύπου με τον Ελληνα πρωθυπουργό. Ο κ. Ομπάμα υπογράμμισε την ανάγκη ανάπτυξης και δημιουργίας θέσεων εργασίας και όχι μόνο οικονομική λιτότητα. Η θέση αυτή μαρτυρεί τη διαφωνία της Ουάσιγκτον με το Βερολίνο για τον τρόπο αντιμετώπισης της κρίσης στην Ελλάδα, σε άλλες χώρες και σε ολόκληρη την Ευρωζώνη. Αναδεικνύει, όμως, και τα ουσιαστικά προβλήματα που αντιμετωπίζει -σε μεγάλο ή μικρότερο βαθμό- κάθε ανεπτυγμένη χώρα. Πώς μπορούν χώρες που έχουν ανάγκη να ξοδεύουν μεγάλα ποσά σε κοινωνικές παροχές να είναι ακόμη ανταγωνιστικές ώστε να παράγουν αρκετά για να καλύψουν τις ανάγκες του πληθυσμού; Οταν τέτοιες πολιτικές παράγουν χρέος, πώς θα συνδυαστεί το νοικοκύρεμα της οικονομίας με ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας; Και όταν δεν αποφευχθεί το μοιραίο και μια χώρα αναγκαστεί να ζητήσει τη στήριξη διεθνών Οργανισμών και των εταίρων της, ποια θα είναι η συνεργασία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου με τους μηχανισμούς της Ε.Ε.; Τα ερωτήματα αυτά εγέρθηκαν πρώτα σε σχέση με την ελληνική κρίση χρέους και κρατικής αναξιοπιστίας, αλλά όσο περνάει ο καιρός, γίνεται αντιληπτό ότι οι σκέψεις αυτές απασχολούν κάθε χώρα που βασίζει την ανάπτυξη και την κοινωνική σταθερότητα στην παραγωγή χρέους. Απασχολούν, όμως, και τις χώρες και τους Οργανισμούς που θα αναγκαστούν να συνεισφέρουν στη διάσωσή της. Είναι προφανές ότι βρισκόμαστε σε αχαρτογράφητη περιοχή της διεθνούς οικονομίας. Γι’ αυτό ό,τι συμβαίνει στην Ελλάδα έχει ευρύτερο ενδιαφέρον.
Η αναζήτηση λύσεων στην οικονομία επιδρά άμεσα στην πολιτική, όπως βλέπουμε στην Ελλάδα. Εδώ εγείρεται το μεγάλο ερώτημα: πώς θα διαχειρίζεται μια κυβέρνηση τη μεταρρύθμιση κρατικών και οικονομικών δομών (και την ατελείωτη λιτότητα), όταν μεγάλο μέρος του πληθυσμού αντιδρά με διαδηλώσεις και την καταψήφιση της κυβέρνησης; Οταν οι αντιδράσεις ενισχύουν ακραία κόμματα και ουτοπικές πλάνες, όταν δρουν διαλυτικά μεταξύ των λαών, που είναι εταίροι στην Ευρώπη, πώς μπορεί να σταματήσει η ολίσθηση προς το αδιέξοδο –και μάλιστα όταν κάθε αποτυχία της διάσωσης ενισχύει τις δυνάμεις της διάλυσης; Παρακολουθώντας αυτά τα ζητήματα, η διεθνής κοινότητα περιμένει να δει τι θα βγάλουν οι κάλπες των εκλογών για την τοπική αυτοδιοίκηση στην Ελλάδα και για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τον ερχόμενο Μάιο.
Υπό τέτοια οικονομική πίεση και πολιτική ανασφάλεια, πώς μπορεί ένας λαός να διατηρήσει αρετές που τον βοήθησαν να επιζήσει στο παρελθόν; Πώς θα απαλλαγεί από κακές συνήθειες και πρακτικές που οδήγησαν στην κρίση, χωρίς να αισθάνεται ότι χάνει την ταυτότητα και τον προσανατολισμό του; Με άλλα λόγια, πώς θα καταλάβουμε ποιοι είμαστε και πού πάμε; Τι σημαίνει, π.χ., να είσαι Ελληνας στον κόσμο σήμερα –ως άτομο, ως έθνος; Πώς συνδέεται η χώρα του καθενός με άλλες;
Είτε υπερδυνάμεις είτε μικρές, στην εποχή της αβεβαιότητας πολλές χώρες θα αντιμετωπίσουν αυτά τα ερωτήματα.καθημερινή |
|
|
|
No comments:
Post a Comment