Σταθερό πλαίσιο διαπραγμάτευσης
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Τις τελευταίες ημέρες, στελέχη της αντιπολιτεύσεως σημειώνουν με ικανοποίηση δηλώσεις Ευρωπαίων πολιτικών και ανώτερων τεχνοκρατών, οι οποίες επαναλαμβάνουν το αυτονόητο: «Θα συζητήσουμε με την κυβέρνηση που θα επιλέξουν οι Ελληνες πολίτες».
Πιστεύουν ότι αυτό συνιστά πράξη αποδοχής του ΣΥΡΙΖΑ, αν και ποτέ δεν υπήρχε διαφορετική προσέγγιση. Η πολιτική ανεξαρτησία κάθε κράτους ήταν και παραμένει αλώβητη, στο πλαίσιο βεβαίως των υπερεθνικών συμφωνιών που συγκροτούν την Ευρωπαϊκή Ενωση, τη Ζώνη του Ευρώ και το Ευρωσύστημα γύρω από την ΕΚΤ.
Δυστυχώς αλλά στην Κουμουνδούρου παλεύουν ακόμη με τους μύθους επί των οποίων έκτισαν την πολιτική τους «περιουσία» τα τελευταία χρόνια. Σε πολλά στελέχη αυτής της πλευράς εκδηλώνονται επιπροσθέτως οι φοβίες της «κυνηγημένης αριστεράς», έναντι του «καπιταλιστικού συστήματος» και άλλα όμορφα από αυτά που συζητούν οι «αγωνιστές» μεταξύ τους, αλλά που δεν έχουν καμία επαφή με την πραγματική ζωή και τα πραγματικά της προβλήματα.
Επιδιώκουν στην αντιπολίτευση να πείσουν ότι δεν πρόκειται να υπάρξει κανένα πρόβλημα με την Ευρώπη, όταν μια νέα ελληνική κυβέρνηση, «με πυρήνα τον ΣΥΡΙΖΑ» θα ανακοινώσει ότι δεν διαθέτει τίποτε περισσότερο παρά μόνον όσα συμπεριέλαβε στο «Σχέδιο Α» ο πρόεδρος Τσίπρας.
Η πρόταση αυτή είναι αδιέξοδη και αυτήν ακριβώς έχουν βάλει στο στόχαστρο άπαντες οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι στις δηλώσεις των οποίων αναφέρεται η αντιπολίτευση.
Οπως συνήθως, η διατύπωση Σόιμπλε είναι η πλέον σαφής, αρκεί να τη διαβάσουν προσεκτικά αυτοί προς τους οποίους απευθύνεται. «Θα συνεχίσουμε να βοηθούμε την Ελλάδα να βοηθήσει τον εαυτό της στον δρόμο για την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων. Οι νέες εκλογές δεν θα αλλάξουν τις συμφωνίες που έχουν επιτευχθεί με την ελληνική κυβέρνηση. Οποιαδήποτε νέα κυβέρνηση πρέπει να σεβαστεί τις συμφωνίες που έχουν κάνει οι προκάτοχοί της».
Η εξήγηση είναι απλή. Οσο η Ελλάδα θα παραμένει εντός των συμφωνημένων πλαισίων, δεν θα υπάρχει πρόβλημα.
Επομένως, για να είναι ορθή η ερμηνεία που κάνουν τα στελέχη της αντιπολίτευσης σε ό,τι αφορά τη στάση των Ευρωπαίων, θα πρέπει να υπάρξει δημόσια αποδοχή του πλαισίου αναφοράς και των συμφωνιών «που έχουν επιτευχθεί».
Αυτό δεν έχει, μέχρι αυτή τη στιγμή, επιτευχθεί. Παρέχεται, εσχάτως, η διαβεβαίωση πως ο ΣΥΡΙΖΑ θα τιμήσει την υπογραφή της Ελληνικής Δημοκρατίας στις δύο δανειακές συμβάσεις, του 2010 και του 2012. Αυτό είναι σπουδαίο, αφού τα δύο αυτά νομικά κείμενα αποτελούν τη βάση επί της οποίας έγιναν και θα συνεχίσουν να γίνονται μετά τις εκλογές, οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Ελλάδας και Ευρώπης. Αρκεί να μην υποχρεωθούμε, ελλείψει «Σχεδίου Β», να συζητούμε το «Μνημόνιο Νο 3».
Πιστεύουν ότι αυτό συνιστά πράξη αποδοχής του ΣΥΡΙΖΑ, αν και ποτέ δεν υπήρχε διαφορετική προσέγγιση. Η πολιτική ανεξαρτησία κάθε κράτους ήταν και παραμένει αλώβητη, στο πλαίσιο βεβαίως των υπερεθνικών συμφωνιών που συγκροτούν την Ευρωπαϊκή Ενωση, τη Ζώνη του Ευρώ και το Ευρωσύστημα γύρω από την ΕΚΤ.
Δυστυχώς αλλά στην Κουμουνδούρου παλεύουν ακόμη με τους μύθους επί των οποίων έκτισαν την πολιτική τους «περιουσία» τα τελευταία χρόνια. Σε πολλά στελέχη αυτής της πλευράς εκδηλώνονται επιπροσθέτως οι φοβίες της «κυνηγημένης αριστεράς», έναντι του «καπιταλιστικού συστήματος» και άλλα όμορφα από αυτά που συζητούν οι «αγωνιστές» μεταξύ τους, αλλά που δεν έχουν καμία επαφή με την πραγματική ζωή και τα πραγματικά της προβλήματα.
Επιδιώκουν στην αντιπολίτευση να πείσουν ότι δεν πρόκειται να υπάρξει κανένα πρόβλημα με την Ευρώπη, όταν μια νέα ελληνική κυβέρνηση, «με πυρήνα τον ΣΥΡΙΖΑ» θα ανακοινώσει ότι δεν διαθέτει τίποτε περισσότερο παρά μόνον όσα συμπεριέλαβε στο «Σχέδιο Α» ο πρόεδρος Τσίπρας.
Η πρόταση αυτή είναι αδιέξοδη και αυτήν ακριβώς έχουν βάλει στο στόχαστρο άπαντες οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι στις δηλώσεις των οποίων αναφέρεται η αντιπολίτευση.
Οπως συνήθως, η διατύπωση Σόιμπλε είναι η πλέον σαφής, αρκεί να τη διαβάσουν προσεκτικά αυτοί προς τους οποίους απευθύνεται. «Θα συνεχίσουμε να βοηθούμε την Ελλάδα να βοηθήσει τον εαυτό της στον δρόμο για την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων. Οι νέες εκλογές δεν θα αλλάξουν τις συμφωνίες που έχουν επιτευχθεί με την ελληνική κυβέρνηση. Οποιαδήποτε νέα κυβέρνηση πρέπει να σεβαστεί τις συμφωνίες που έχουν κάνει οι προκάτοχοί της».
Η εξήγηση είναι απλή. Οσο η Ελλάδα θα παραμένει εντός των συμφωνημένων πλαισίων, δεν θα υπάρχει πρόβλημα.
Επομένως, για να είναι ορθή η ερμηνεία που κάνουν τα στελέχη της αντιπολίτευσης σε ό,τι αφορά τη στάση των Ευρωπαίων, θα πρέπει να υπάρξει δημόσια αποδοχή του πλαισίου αναφοράς και των συμφωνιών «που έχουν επιτευχθεί».
Αυτό δεν έχει, μέχρι αυτή τη στιγμή, επιτευχθεί. Παρέχεται, εσχάτως, η διαβεβαίωση πως ο ΣΥΡΙΖΑ θα τιμήσει την υπογραφή της Ελληνικής Δημοκρατίας στις δύο δανειακές συμβάσεις, του 2010 και του 2012. Αυτό είναι σπουδαίο, αφού τα δύο αυτά νομικά κείμενα αποτελούν τη βάση επί της οποίας έγιναν και θα συνεχίσουν να γίνονται μετά τις εκλογές, οι διαπραγματεύσεις μεταξύ Ελλάδας και Ευρώπης. Αρκεί να μην υποχρεωθούμε, ελλείψει «Σχεδίου Β», να συζητούμε το «Μνημόνιο Νο 3».
No comments:
Post a Comment