Monday, 9 November 2015

Στέφανος Κασιμάτης ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΚΑΣΙΜΑΤΗΣ

Στέφανος Κασιμάτης ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΚΑΣΙΜΑΤΗΣ

Η δικαιοσύνη των διακρίσεων

ΠΟΛΙΤΙΚΗ 
ΕΤΙΚΕΤΕΣ:ΦAΛHPEYΣ
Ο​​ι άνθρωποι έχουμε την τάση να απωθούμε εμπειρίες που απειλούν την τάξη του κόσμου μας. Οταν στη διάρκεια της στρατιωτικής θητείας μου, λ.χ., διαπίστωσα ότι υπήρχαν στρατιώτες (λίγοι, αλλά υπήρχαν) που δεν έπαιρναν άδεια, επειδή στο στρατόπεδο είχαν καλύτερες συνθήκες διαβίωσης από το σπίτι τους, είπα μέσα μου: «Αυτό φρόντισε να μην το ξεχάσεις, γιατί, αν σταθείς τυχερός στη ζωή, δεν θα το συναντήσεις ξανά». Φυσικά το ξέχασα, γιατί έτσι με βόλευε.
Τότε, όμως, ήμουν σχετικά μικρός στην ηλικία, ενώ τώρα είμαι σχετικά μεγάλος και μπορώ να αξιοποιήσω παρόμοιες «ατυχείς εμπειρίες», προτού τις απωθήσω στο υποσυνείδητο. Γι’ αυτό, λοιπόν, θέλω σήμερα να μοιραστώ μαζί σας την «ατυχία» που είχα στις αρχές της περασμένης εβδομάδας, «ατυχία» κατά κάποιον τρόπο ανάλογη εκείνης που είχαν ο Αλέξης Τσίπρας και ο Μάρτιν Σουλτς στη Λέσβο. Ηταν κλειστό το κέντρο και αναγκάστηκα να διασχίσω ολόκληρη την πορεία των αναπήρων (ΑμεΑ), που διαμαρτύρονταν για την περικοπή των επιδομάτων τους. Ηταν μια εμπειρία από αυτές που μάλλον κανείς δεν θα επέλεγε εφόσον δεν ήταν υποχρεωμένος, καθώς βρίσκεσαι ξαφνικά στη θέση να παρακολουθείς μπροστά σου όλες τις μορφές της ανθρώπινης δυστυχίας.
Δεν προσπάθησα να τους μετρήσω, αλλά σας βεβαιώ ότι δεν περίμενα ποτέ ότι τόσο πολλοί άνθρωποι με βαρύτατες αναπηρίες θα κατέβαιναν στον δρόμο. Είχαν, ασφαλώς, συνοδούς οι περισσότεροι. Οι ίδιοι οι ανάπηροι, όμως, ήσαν πολλοί και αξιοθαύμαστοι – και το λέω γιατί, αν δεν το έβλεπα ο ίδιος, δεν θα φανταζόμουν ποτέ πόση προσπάθεια και τι ηθικό σθένος χρειάζονται για να «σκαρφαλώσει» την ανηφορίτσα στην αρχή της λεωφόρου Βασ. Σοφίας ένας άνθρωπος ο οποίος για να κινείται χρειάζεται δύο τετράποδα (έτσι τα λένε) μπαστούνια.
Το γεγονός ότι φθάνουμε στο σημείο να κόβουμε τα βοηθήματα αυτών των ανθρώπων θίγει, νομίζω, τις βασικές ανθρωπιστικές αξίες μιας σύγχρονης δημοκρατικής πολιτείας. Διότι, αν πρέπει να υπάρχει για κάποιους το κράτος προνοίας είναι, κατά απόλυτη προτεραιότητα, γι’ αυτούς τους ανθρώπους. Και μη μου πείτε ότι φταίει το Μνημόνιο και τα συμπαρομαρτούντα. Οταν, στον έκτο χρόνο του Μνημονίου, η κυβέρνηση της δεύτερης φοράς Αριστερά μπορεί, λ.χ., να ενισχύει με 600 εκατομμύρια ετησίως τις συντάξεις των υπαλλήλων της ΔΕΗ, να με συγχωρείτε, αλλά δεν φταίει το Μνημόνιο!
Το Μνημόνιο είναι το πρόσχημα πίσω από το οποίο κρύβεται η διαπαραταξιακή απροθυμία του πολιτικού κόσμου να θίξει την πελατειακή βάση του πολιτικού συστήματος. Γι’ αυτό και επιβάλλει τις οριζόντιες περικοπές που θίγουν αδιακρίτως. Αυτή η κατάφωρη αδικία, που αναγκάζει αναπήρους ανθρώπους να διαδηλώνουν, είναι το τίμημα της πολιτικής του εξισωτισμού, την οποία καλλιέργησαν οι σοσιαλιστικές κυβερνήσεις και μαζί της βολεύτηκαν μια χαρά και οι δεξιές κυβερνήσεις, στην περίοδο από τη Μεταπολίτευση μέχρι την κρίση.
Το ουσιώδες πολιτικό πρόβλημα, κατά τη γνώμη μου, είναι να ανακαλύψουμε ξανά τη λογική και, κυρίως, τη δικαιοσύνη των διακρίσεων, που χάθηκε με την επικράτηση του δήθεν δημοκρατικού εξισωτισμού. Να αναδιοργανώσουμε το κράτος (την πραγματική αιτία της χρεοκοπίας μας) επί τη βάσει των δίκαιων και λογικών διακρίσεων που επιβάλλει η ανάγκη. Διότι, για να μπορεί το κράτος να κάνει τη διάκριση υπέρ των εντελώς ανήμπορων, πρέπει συγχρόνως να μπορεί να κάνει και τη διάκριση εις βάρος των απατεώνων, των διεφθαρμένων και των άχρηστων που κρύβονται στις τάξεις του.
Μόνο εφόσον αυτές οι ιδέες κερδίσουν έδαφος στην κοινωνία, μπορεί να ανακοπεί η πορεία στην οποία βρισκόμαστε και οδηγεί στην εξαφάνιση της μέσης τάξης και στη διατήρηση του Δημοσίου στην έκτασή του – σε μια κατάσταση, δηλαδή, ιδανική ώστε να επικρατήσει για τα καλά ο Τσιπρισμός ως βαλκανική εκδοχή του Τσαβισμού. Τουλάχιστον τη Ν.Δ. παρόμοιες αναζητήσεις θα έπρεπε να την απασχολούν, ει μη τι άλλο επειδή ορισμένοι δικοί της –Μητσοτάκης και Γεωργιάδης, π.χ.– τέτοια πολιτική ακολούθησαν όσο μετείχαν σε προηγούμενες κυβερνήσεις.
Αυτά είναι, πιστεύω, τα ουσιώδη πολιτικά ζητήματα, αλλά δεν θα επιμείνω. Είμαι σχετικά μεγάλος πια –το είπα ξανά στην αρχή–, ώστε να μην ξεχνώ ότι ζω σε μια παράλογη χώρα, όπου ένας κεντροδεξιός βουλευτής ξυλοκοπείται βάναυσα από φασίστες και η αριστερή κυβέρνηση με τη δεξιά αντιπολίτευση τσακώνονται μεταξύ τους για το ποιος από τους δύο φταίει περισσότερο, αντί να ενώνουν τις δυνάμεις τους εναντίον της Χρυσής Αυγής. Αυτοί είμαστε...
Έντυπη

ΠΟΛΙΤΙΚΗ 
ΕΤΙΚΕΤΕΣ:ΦAΛHPEYΣ
Ο​​ι άνθρωποι έχουμε την τάση να απωθούμε εμπειρίες που απειλούν την τάξη του κόσμου μας. Οταν στη διάρκεια της στρατιωτικής θητείας μου, λ.χ., διαπίστωσα ότι υπήρχαν στρατιώτες (λίγοι, αλλά υπήρχαν) που δεν έπαιρναν άδεια, επειδή στο στρατόπεδο είχαν καλύτερες συνθήκες διαβίωσης από το σπίτι τους, είπα μέσα μου: «Αυτό φρόντισε να μην το ξεχάσεις, γιατί, αν σταθείς τυχερός στη ζωή, δεν θα το συναντήσεις ξανά». Φυσικά το ξέχασα, γιατί έτσι με βόλευε.
Τότε, όμως, ήμουν σχετικά μικρός στην ηλικία, ενώ τώρα είμαι σχετικά μεγάλος και μπορώ να αξιοποιήσω παρόμοιες «ατυχείς εμπειρίες», προτού τις απωθήσω στο υποσυνείδητο. Γι’ αυτό, λοιπόν, θέλω σήμερα να μοιραστώ μαζί σας την «ατυχία» που είχα στις αρχές της περασμένης εβδομάδας, «ατυχία» κατά κάποιον τρόπο ανάλογη εκείνης που είχαν ο Αλέξης Τσίπρας και ο Μάρτιν Σουλτς στη Λέσβο. Ηταν κλειστό το κέντρο και αναγκάστηκα να διασχίσω ολόκληρη την πορεία των αναπήρων (ΑμεΑ), που διαμαρτύρονταν για την περικοπή των επιδομάτων τους. Ηταν μια εμπειρία από αυτές που μάλλον κανείς δεν θα επέλεγε εφόσον δεν ήταν υποχρεωμένος, καθώς βρίσκεσαι ξαφνικά στη θέση να παρακολουθείς μπροστά σου όλες τις μορφές της ανθρώπινης δυστυχίας.
Δεν προσπάθησα να τους μετρήσω, αλλά σας βεβαιώ ότι δεν περίμενα ποτέ ότι τόσο πολλοί άνθρωποι με βαρύτατες αναπηρίες θα κατέβαιναν στον δρόμο. Είχαν, ασφαλώς, συνοδούς οι περισσότεροι. Οι ίδιοι οι ανάπηροι, όμως, ήσαν πολλοί και αξιοθαύμαστοι – και το λέω γιατί, αν δεν το έβλεπα ο ίδιος, δεν θα φανταζόμουν ποτέ πόση προσπάθεια και τι ηθικό σθένος χρειάζονται για να «σκαρφαλώσει» την ανηφορίτσα στην αρχή της λεωφόρου Βασ. Σοφίας ένας άνθρωπος ο οποίος για να κινείται χρειάζεται δύο τετράποδα (έτσι τα λένε) μπαστούνια.
Το γεγονός ότι φθάνουμε στο σημείο να κόβουμε τα βοηθήματα αυτών των ανθρώπων θίγει, νομίζω, τις βασικές ανθρωπιστικές αξίες μιας σύγχρονης δημοκρατικής πολιτείας. Διότι, αν πρέπει να υπάρχει για κάποιους το κράτος προνοίας είναι, κατά απόλυτη προτεραιότητα, γι’ αυτούς τους ανθρώπους. Και μη μου πείτε ότι φταίει το Μνημόνιο και τα συμπαρομαρτούντα. Οταν, στον έκτο χρόνο του Μνημονίου, η κυβέρνηση της δεύτερης φοράς Αριστερά μπορεί, λ.χ., να ενισχύει με 600 εκατομμύρια ετησίως τις συντάξεις των υπαλλήλων της ΔΕΗ, να με συγχωρείτε, αλλά δεν φταίει το Μνημόνιο!
Το Μνημόνιο είναι το πρόσχημα πίσω από το οποίο κρύβεται η διαπαραταξιακή απροθυμία του πολιτικού κόσμου να θίξει την πελατειακή βάση του πολιτικού συστήματος. Γι’ αυτό και επιβάλλει τις οριζόντιες περικοπές που θίγουν αδιακρίτως. Αυτή η κατάφωρη αδικία, που αναγκάζει αναπήρους ανθρώπους να διαδηλώνουν, είναι το τίμημα της πολιτικής του εξισωτισμού, την οποία καλλιέργησαν οι σοσιαλιστικές κυβερνήσεις και μαζί της βολεύτηκαν μια χαρά και οι δεξιές κυβερνήσεις, στην περίοδο από τη Μεταπολίτευση μέχρι την κρίση.
Το ουσιώδες πολιτικό πρόβλημα, κατά τη γνώμη μου, είναι να ανακαλύψουμε ξανά τη λογική και, κυρίως, τη δικαιοσύνη των διακρίσεων, που χάθηκε με την επικράτηση του δήθεν δημοκρατικού εξισωτισμού. Να αναδιοργανώσουμε το κράτος (την πραγματική αιτία της χρεοκοπίας μας) επί τη βάσει των δίκαιων και λογικών διακρίσεων που επιβάλλει η ανάγκη. Διότι, για να μπορεί το κράτος να κάνει τη διάκριση υπέρ των εντελώς ανήμπορων, πρέπει συγχρόνως να μπορεί να κάνει και τη διάκριση εις βάρος των απατεώνων, των διεφθαρμένων και των άχρηστων που κρύβονται στις τάξεις του.
Μόνο εφόσον αυτές οι ιδέες κερδίσουν έδαφος στην κοινωνία, μπορεί να ανακοπεί η πορεία στην οποία βρισκόμαστε και οδηγεί στην εξαφάνιση της μέσης τάξης και στη διατήρηση του Δημοσίου στην έκτασή του – σε μια κατάσταση, δηλαδή, ιδανική ώστε να επικρατήσει για τα καλά ο Τσιπρισμός ως βαλκανική εκδοχή του Τσαβισμού. Τουλάχιστον τη Ν.Δ. παρόμοιες αναζητήσεις θα έπρεπε να την απασχολούν, ει μη τι άλλο επειδή ορισμένοι δικοί της –Μητσοτάκης και Γεωργιάδης, π.χ.– τέτοια πολιτική ακολούθησαν όσο μετείχαν σε προηγούμενες κυβερνήσεις.
Αυτά είναι, πιστεύω, τα ουσιώδη πολιτικά ζητήματα, αλλά δεν θα επιμείνω. Είμαι σχετικά μεγάλος πια –το είπα ξανά στην αρχή–, ώστε να μην ξεχνώ ότι ζω σε μια παράλογη χώρα, όπου ένας κεντροδεξιός βουλευτής ξυλοκοπείται βάναυσα από φασίστες και η αριστερή κυβέρνηση με τη δεξιά αντιπολίτευση τσακώνονται μεταξύ τους για το ποιος από τους δύο φταίει περισσότερο, αντί να ενώνουν τις δυνάμεις τους εναντίον της Χρυσής Αυγής. Αυτοί είμαστε...
Έντυπη

No comments:

Post a Comment