Εξ αφορμής μιας συνεντεύξεως
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Ο βασιλεύς Κωνσταντίνος, πρώην των Ελλήνων, υπήρξε ίσως η δραματικότερη μορφή της σύγχρονής μας ιστορίας. Ετερόκλητες και λυσσαλέα αντιμαχόμενες μεταξύ τους δυνάμεις συνήργησαν –ενσυνειδήτως ή όχι, αδιάφορο– για να «απαλλαγούν» από ό,τι θεωρούσαν «κηδεμονία» του Στέμματος στην πολιτική ζωή του τόπου.
Με τη συνέντευξή του στον ΣΚΑΪ, πριν από δύο ημέρες, στην εκπομπή «Ιστορίες», και την προηγηθείσα έκδοση της τρίτομης καταθέσεώς του «Χωρίς Τίτλο», ο Κωνσταντίνος ολοκλήρωσε την προσωπική εκδοχή περί των γεγονότων που εσημάδευσαν τη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδος.
Το θέμα δεν είναι πλέον εάν στην κοινωνία μας υπάρχουν οπαδοί του ρεπουμπλικανικού συστήματος ή της Βασιλευομένης Δημοκρατίας –παρόμοιες τάσεις ανιχνεύονται παντού σε όλες τις χώρες, με ελάχιστες εξαιρέσεις– αλλά ότι στην αντιπαράθεσή του με το Στέμμα το ελληνικό πολιτικό σύστημα ανέδειξε τη βαθυτάτη παθογένειά του.
Από τις πολιτικές δυνάμεις της εποχής εκείνης, μόνον η άκρα Αριστερά ήταν ιδεολογικώς αντίθετη προς τον θεσμό της Βασιλείας, που όμως ήταν αδύνατον να ανατρέψει η ίδια. Η καθεστωτική αλλαγή συνετελέσθη κατόπιν ενεργειών ατόμων που θεωρητικώς εκπροσωπούσαν πολίτες συντηρητικούς – φιλοβασιλικούς ωστόσο στην πλειονότητά τους.
Η χούντα που κατέλαβε την εξουσία την 21η Απριλίου 1967 διατεινόταν ότι ενήργησε με κίνητρο «πατριωτικό» και προκειμένου να αποτρέψει κατάληψη της εξουσίας από τους κομμουνιστές. Θεώρησε δηλαδή ότι ο βασιλεύς Κωνσταντίνος είτε δεν ήταν αρκούντως «πατριώτης» είτε δεν αντιλαμβανόταν –μαζί με όλους τους ηγέτες των αστικών κομμάτων– το μέγεθος του «κομμουνιστικού κινδύνου». Το πραξικόπημα είχε συνεπώς και χαρακτήρα σαφώς αντιδυναστικό ό,τι και εάν ισχυρίζονται οι απολογητές του.
Στην προχθεσινή συνέντευξή του ο Κωνσταντίνος δήλωσε ότι η βασική του μέριμνα εκείνη την περίοδο ήταν να μη συνδέσει τη βασιλεία του με αιματοχυσία της Ελλάδος. Οσοι όμως τον ελέγχουν επί δεκαετίες, διότι όρκισε την πρώτη κυβέρνηση των συνταγματαρχών και διότι εγκατέλειψε τη χώρα μετά την αποτυχία του κινήματος της 13ης Δεκεμβρίου, θα του επέρριπταν συλλήβδην τις ευθύνες μιας νέας αιματοχυσίας που θα ακολουθούσε ασφαλέστατα, διότι είχε ήδη συντελεσθεί μια ριζοσπαστικοποίηση των κατώτερων αξιωματικών.
Σε όλη τη διάρκεια της χούντας, ο βασιλεύς λειτούργησε ως εκφραστής της νομιμότητος, αρνούμενος κάθε συνεργασία. Εξ ου και ο σαθρός ισχυρισμός των πραξικοπηματιών ότι «η επανάσταση δημιούργησε δίκαιο». Ανέμενε ματαίως ότι με την κατάρρευση της δικτατορίας θα εκαλείτο να επιστρέψει στην Ελλάδα για να ορκίσει την κυβέρνηση, να αποκατασταθεί η νομιμότης και να ακολουθήσει δημοψήφισμα για το πολιτειακό, εάν αυτό εκρίνετο αναγκαίο. Διαφορετική υπήρξε όμως η τροπή των εξελίξεων.
Καθεστωτικό θέμα δεν τίθεται στις μέρες μας, και ο βασιλεύς Κωνσταντίνος, πρώην των Ελλήνων, δήλωσε με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο ότι δεν έχει καμία σχέση με την πολιτική, με κόμματα ή διάφορες οργανώσεις. Μία ψύχραιμη επανεξέταση, ωστόσο, των γεγονότων εκείνης της δραματικής περιόδου δεν θα έβλαπτε κανέναν.
Με τη συνέντευξή του στον ΣΚΑΪ, πριν από δύο ημέρες, στην εκπομπή «Ιστορίες», και την προηγηθείσα έκδοση της τρίτομης καταθέσεώς του «Χωρίς Τίτλο», ο Κωνσταντίνος ολοκλήρωσε την προσωπική εκδοχή περί των γεγονότων που εσημάδευσαν τη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδος.
Το θέμα δεν είναι πλέον εάν στην κοινωνία μας υπάρχουν οπαδοί του ρεπουμπλικανικού συστήματος ή της Βασιλευομένης Δημοκρατίας –παρόμοιες τάσεις ανιχνεύονται παντού σε όλες τις χώρες, με ελάχιστες εξαιρέσεις– αλλά ότι στην αντιπαράθεσή του με το Στέμμα το ελληνικό πολιτικό σύστημα ανέδειξε τη βαθυτάτη παθογένειά του.
Από τις πολιτικές δυνάμεις της εποχής εκείνης, μόνον η άκρα Αριστερά ήταν ιδεολογικώς αντίθετη προς τον θεσμό της Βασιλείας, που όμως ήταν αδύνατον να ανατρέψει η ίδια. Η καθεστωτική αλλαγή συνετελέσθη κατόπιν ενεργειών ατόμων που θεωρητικώς εκπροσωπούσαν πολίτες συντηρητικούς – φιλοβασιλικούς ωστόσο στην πλειονότητά τους.
Η χούντα που κατέλαβε την εξουσία την 21η Απριλίου 1967 διατεινόταν ότι ενήργησε με κίνητρο «πατριωτικό» και προκειμένου να αποτρέψει κατάληψη της εξουσίας από τους κομμουνιστές. Θεώρησε δηλαδή ότι ο βασιλεύς Κωνσταντίνος είτε δεν ήταν αρκούντως «πατριώτης» είτε δεν αντιλαμβανόταν –μαζί με όλους τους ηγέτες των αστικών κομμάτων– το μέγεθος του «κομμουνιστικού κινδύνου». Το πραξικόπημα είχε συνεπώς και χαρακτήρα σαφώς αντιδυναστικό ό,τι και εάν ισχυρίζονται οι απολογητές του.
Στην προχθεσινή συνέντευξή του ο Κωνσταντίνος δήλωσε ότι η βασική του μέριμνα εκείνη την περίοδο ήταν να μη συνδέσει τη βασιλεία του με αιματοχυσία της Ελλάδος. Οσοι όμως τον ελέγχουν επί δεκαετίες, διότι όρκισε την πρώτη κυβέρνηση των συνταγματαρχών και διότι εγκατέλειψε τη χώρα μετά την αποτυχία του κινήματος της 13ης Δεκεμβρίου, θα του επέρριπταν συλλήβδην τις ευθύνες μιας νέας αιματοχυσίας που θα ακολουθούσε ασφαλέστατα, διότι είχε ήδη συντελεσθεί μια ριζοσπαστικοποίηση των κατώτερων αξιωματικών.
Σε όλη τη διάρκεια της χούντας, ο βασιλεύς λειτούργησε ως εκφραστής της νομιμότητος, αρνούμενος κάθε συνεργασία. Εξ ου και ο σαθρός ισχυρισμός των πραξικοπηματιών ότι «η επανάσταση δημιούργησε δίκαιο». Ανέμενε ματαίως ότι με την κατάρρευση της δικτατορίας θα εκαλείτο να επιστρέψει στην Ελλάδα για να ορκίσει την κυβέρνηση, να αποκατασταθεί η νομιμότης και να ακολουθήσει δημοψήφισμα για το πολιτειακό, εάν αυτό εκρίνετο αναγκαίο. Διαφορετική υπήρξε όμως η τροπή των εξελίξεων.
Καθεστωτικό θέμα δεν τίθεται στις μέρες μας, και ο βασιλεύς Κωνσταντίνος, πρώην των Ελλήνων, δήλωσε με τον πλέον κατηγορηματικό τρόπο ότι δεν έχει καμία σχέση με την πολιτική, με κόμματα ή διάφορες οργανώσεις. Μία ψύχραιμη επανεξέταση, ωστόσο, των γεγονότων εκείνης της δραματικής περιόδου δεν θα έβλαπτε κανέναν.
No comments:
Post a Comment