Monday, 12 November 2012

ΠOΛITIΣMOΣHμερομηνία δημοσίευσης11-11-12

Ο μύθος του Περσέα στοίχειωσε τη σκέψη μου

Ουίλιαμ Κέντριτζ, ένας μεγάλος καλλιτέχνης στην ΑθήναΣυνέντευξη στον Ηλια Μαγκλινη
Οταν ήταν οκτώ χρόνων, σε ένα ταξίδι με το τρένο, ο Ουίλιαμ Κέντριτζ άκουσε τον πατέρα του να του διαβάζει μια ιστορία. Για την ακρίβεια, ο πατέρας του, ο διεθνούς φήμης Νοτιοαφρικανός δικηγόρος Σίντνεϊ Κέντριτζ, συνεργάτης του Νέλσον Μαντέλα και υπερασπιστής θυμάτων του απαρτχάιντ (όπως του δολοφονηθέντα Στιβ Μπίκο), του διάβαζε τον μύθο του Περσέα. Οπως μας είπε από το τηλέφωνο ο εικαστικός και σκηνοθέτης, εκείνη η αφήγηση, ο αρχαιοελληνικός μύθος που του διάβασε ο πατέρας του, τον στοίχειωσε για πάντα. Ετσι, ο μύθος του Περσέα και ο φόνος της Μέδουσας αποτέλεσε τον ένα άξονα του θεατρικού - εικαστικού πρότζεκτ «Refuse the Hour» που θα παρουσιαστεί στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση από τις 22 έως τις 25 Νοεμβρίου.
«Οταν άκουσα τον μύθο από τα χείλη του πατέρα μου, μου είχε μείνει το ότι ο Περσέας σκοτώνει τον παππού του, τον Ακρίσιο. Είναι βέβαια κάτι που είχε προβλέψει ότι θα συνέβαινε το Μαντείο, γι’ αυτό και ο Ακρίσιος έκλεισε μέσα σε ένα κουτί την κόρη του, Δανάη, και τον γιο της, τον μικρό Περσέα, ρίχνοντάς τους στη θάλασσα. Επέζησαν ως γνωστόν και πολύ αργότερα ο Περσέας, μετά και τον φόνο της Μέδουσας, αποφασίζει να συγχωρήσει τον παππού του, ωστόσο σε έναν αγώνα δισκοβολίας τον σκοτώνει κατά λάθος. Οταν ήμουν παιδί αυτό με έβαλε σε σκέψεις: ο Περσέας πίστευε ότι έκανε το σωστό - τελικά όμως σκοτώνει τον παππού του. Δεν μπορεί να ξεφύγει από τη μοίρα, θα πει κάποιος. Ομως, αυτό σε οδηγεί σε σκέψεις. Συνεπώς, πότε ξέρεις ότι κάνεις το σωστό; Μπορεί να είναι τελείως λάθος η επιλογή που έχεις πάρει και όμως να αισθάνεσαι απόλυτα σίγουρος γι’ αυτήν, να πιστεύεις ότι απέφυγες αυτό που έπρεπε να αποφύγεις - τελικώς όμως καταλήγεις εκεί ακριβώς. Με ενδιαφέρει πάντοτε αυτή η απόλυτη αδυναμία μερικές φορές να εμπιστευθείς την κρίση σου».

Το κοίταγμα της Μέδουσας
Στο «Refuse the Hour» φαίνεται να παίζει σημαντικό ρόλο και η μορφή της Μέδουσας, ή αλλιώς η Γοργώ, ως σύμβολο της «απόλυτης ετερότητας», κατά τον Ζαν Πιερ Βερνάν, σύμβολο του θανάτου ή του απόλυτου «άλλου»: του νεκρού. «Δεν προσέγγισα το θέμα τόσο από αυτή τη φιλοσοφική σκοπιά όσο από μια άλλη αφετηρία, που βρίσκεται πιο κοντά στις δικές μου οπτικές ενασχολήσεις και αναζητήσεις. Η βασική ιδέα είναι αυτή: Κοιτώντας τη Μέδουσα πετρώνεις, παγώνεις. Λοιπόν, πάντοτε με ενδιέφερε πώς τα πράγματα μπορεί να παγώνουν: μια στιγμή ζωής που παγώνει για πάντα μέσα στον χρόνο, αυτή η ακινητοποίηση του χρόνου. Υπ’ αυτήν την έννοια, θα μπορούσε κανείς να πει ότι η Μέδουσα, η Γοργώ, είναι μια πρωτόγονη φωτογραφική κάμερα. Κοιτάς τον φακό και παγώνεις για πάντα. Τα πρώτα χρόνια της φωτογραφίας έπρεπε μάλιστα να κάθεσαι ακίνητος, πετρωμένος, για να βγεις καθαρός, αλλιώς έμοιαζες με φάντασμα.
» Σκέφτομαι επίσης τη Μέδουσα ως μια κατηγορία εικόνων τις οποίες δεν μπορείς να κοιτάξεις κατάματα. Κάποιες επειδή απαγορεύεται, καθώς είναι ταμπού, κάποιες επειδή είναι επικίνδυνες. Η γνώση μπορεί να είναι συχνά κάτι πολύ επικίνδυνο. Στην “Πολιτεία” του Πλάτωνα, στη γνωστή παραβολή του σπηλαίου, ο άνθρωπος βρίσκει τη γνώση όταν βγαίνει από το σπήλαιο των σκιών αλλά τυφλώνεται από το φως του ήλιου. Αντικρίζει τα πράγματα στις αληθινές τους διαστάσεις και αυτό δεν μπορούμε όλοι να το αντέξουμε. Πάντως, όταν γίνεται λόγος για κόσμους σκιών είναι αδύνατον να μην επιστρέψεις στην αρχαία Ελλάδα, δεν γίνεται να μην ανατρέξεις στον Πλάτωνα».

Ο χρόνος του Αϊνστάιν
Το «Refuse the Hour» αποτελεί ένα είδος ανάπλασης και αναθεώρησης ενός παλαιότερου πρότζεκτ του Κέντριτζ, το «The Refusal of Time», μια μεγάλη εικαστική εγκατάσταση. Αυτή η ιδέα του χρόνου που παγώνει, πάντως, ο προβληματισμός πάνω στην έννοια του χρόνου, της φθοράς γενικότερα, ακολουθεί την παράσταση και με έναν ακόμα τρόπο: ο Κέντριτζ περιλαμβάνει σε αυτήν θεωρίες της σύγχρονης αστροφυσικής. «Η όλη ιδέα για το πρότζεκτ προέκυψε μετά από μια κουβέντα που είχα με τον φυσικό Πίτερ Γκάλισον, του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ. Τον είχα ρωτήσει πώς οι άνθρωποι αντιλαμβάνονταν τη Θεωρία της Σχετικότητας, όταν έγινε γνωστή στις αρχές του 20ού αιώνα μέσω του Αϊνστάιν, αλλά στην πορεία αυτό που με ενδιέφερε ήταν οι φιλοσοφικές προεκτάσεις που προέκυπταν από αυστηρά επιστημονικά στοιχεία. Δεν ήθελα να ασχοληθώ με τις επιστημονικές θεωρίες και τις αστρονομικές παρατηρήσεις, αλλά με αυτό που μπορεί να εντοπίσει κανείς, όλα όσα μπορεί να ανακαλύψει πίσω και πέρα από αυτά τα επιστημονικά δεδομένα. Για παράδειγμα, οι μαύρες τρύπες, που παίζουν κομβικό ρόλο στην παράσταση».

Οι συμβολικές προεκτάσεις ενός φυσικού φαινομένου
Δεν είναι δύσκολο να αντιληφθεί κάποιος γιατί ο Κέντριτζ γοητεύτηκε από αυτό που έχει ονομαστεί η πιο καταστροφική, μυστηριώδης δύναμη σε ολόκληρο το Σύμπαν. Στην αστροφυσική, οι μαύρες τρύπες είναι κυριολεκτικά τρύπες του χώρου και του χρόνου που περιβάλλονται από έναν «ορίζοντα γεγονότων»: το σύνορο που αναπαριστά το τέλος των γεγονότων που συνδέονται με το Σύμπαν. Από τη στιγμή που κάποιος διασχίσει τον ορίζοντα γεγονότων δεν θα μπορέσει ποτέ να επιστρέψει στον εξωτερικό κόσμο. Στο κέντρο μιας μαύρης τρύπας, στη λεγόμενη ιδιομορφία ή ανωμαλία ή μοναδικότητα (singularity), οι νόμοι της φυσικής παύουν να ισχύουν. Ούτε το φως δεν ξεφεύγει από την εξωφρενική βαρύτητα μιας μαύρης τρύπας, στα όρια της οποίας ακόμα και ο χρόνος αρχίζει να αλλοιώνεται.

Χρόνος και μουσική
«Οπως γίνεται ίσως κατανοητό, με ενδιέφεραν πολύ οι συμβολικές προεκτάσεις ενός τέτοιου φυσικού φαινομένου, οι μαύρες τρύπες ως μεταφορά: η μαύρη τρύπα ως ιδέα παραπέμπει βέβαια στον θάνατο ή στη μοίρα, στο κατά πόσο μπορούμε να ελέγχουμε τις ζωές μας και πότε, σε ποιο σημείο, αυτός ο έλεγχος χάνεται. Μια μαύρη τρύπα παραπέμπει και σε έναν τάφο: εκεί όπου το σώμα αλλά και οι μνήμες, η ιστορία, η συνείδηση ενός ανθρώπου εξαφανίζονται και δεν ξαναγυρίζουν. Γι’ αυτό και προς το τέλος του έργου θα δείτε τους ηθοποιούς να οδηγούνται σε μια μαύρη τρύπα, στην ουσία στον Κάτω Κόσμο».
Η πτυχή αυτή του «Refuse the Hour» (Αρνήσου την ώρα ή αλλιώς μια υπενθύμιση του γνωστού στίχου του Ντίλαν Τόμας για τον πεθαμένο του πατέρα, Rage, rage against the dying of the light - Εξοργίσου, εξοργίσου ενάντια στον θάνατο του φωτός) φαίνεται πως είναι και η πιο συναρπαστική, καθώς αυτός ο αέναος προβληματισμός πάνω στη ρευστή, μυστηριώδη φύση του χρόνου αποκτά και έναν χαρακτήρα κοσμικής υπαρξιακής αγωνίας, μα και φαντασμαγορίας. Εξάλλου, ο ίδιος ο Κέντριτζ δεν έχει αποκλείσει από την παράσταση και το στοιχείο του χιούμορ, του παιχνιδιού, ενώ σημαντικό ρόλο παίζει και η μουσική. «Είναι γνωστό με ποιο τρόπο η μουσική συνδέεται άρρηκτα με τον χρόνο. Ξέρουμε επίσης ότι τη μουσική μπορείς να την τρέξεις γρήγορα μπροστά ή πίσω, και αυτό σου δίνει την ψευδαίσθηση ότι ο χρόνος γυρνάει πίσω ή πας μπροστά στον χρόνο. Είναι η ψευδαίσθηση μιας ουτοπίας: να ελέγξουμε, να τιθασεύσουμε τον χρόνο».
Πρόκειται, συνεπώς, για ένα αμιγώς υπαρξιακό έργο; Ναι και όχι, αποκρίνεται ο Ουίλιαμ Κέντριτζ. «Το ζήτημα του χρόνου», υπογραμμίζει, «μπορεί να είναι και πολιτικό. Αναλογιστείτε την αίσθηση ή την έννοια του χρόνου που σταδιακά επέβαλε η αποικιοκρατία σε άλλες κουλτούρες, σε άλλες περιοχές του πλανήτη. Είναι η έννοια του χρόνου όπως τον αντιλαμβανόταν η Ευρώπη, η Δύση γενικότερα. Σταδιακά δημιουργήθηκε και εγκαθιδρύθηκε ένα σύστημα ευρωπαϊκού, δυτικού ελέγχου, παντού στον κόσμο. Αρχισε να ακούγεται το τικ τακ του ευρωπαϊκού ρολογιού και αυτό το βλέπουμε μέχρι σήμερα. Ο ευρωπαϊκός, ο δυτικός, ο αμερικανικός αργότερα, χρόνος έγινε παγκόσμιος χρόνος έκτοτε. Η οποιαδήποτε αντίσταση σε μια τέτοια αντίληψη των πραγμάτων γενικά έχει τη σημασία της».                                       KATHIMERINI

No comments:

Post a Comment