Ερήμην της αγοράς εργασίας
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Η προεκλογική περίοδος έχει ένα βασικό χαρακτηριστικό: οι υποψήφιοι δεν αγγίζουν παρά μόνον θέματα τα οποία προσφέρονται για εύκολη αντιπαράθεση, στον καμβά τον συνοπτικών απολογισμών που εξαντλούνται στην καταγγελτική κριτική.
Οι συνταρακτικές αλλαγές στον εργασιακό χάρτη, για παράδειγμα, αφήνουν μάλλον ασυγκίνητους τους εκπροσώπους των ελληνικών πολιτικών κομμάτων. Μία από τις μεγάλες ανατροπές είναι ο τρόπος εργασίας, ο οποίος διεθνώς, έχει στραφεί πλέον στη μερική και όχι στην πλήρη απασχόληση.
Πριν από ένα μήνα ο γενικός διευθυντής του ΟΟΣΑ, Ανχελ Γκουρία, δήλωσε ότι «οι κυβερνήσεις θα πρέπει να δράσουν άμεσα και να εμποδίσουν τη διαρκή αύξηση των εργαζομένων που παγιδεύονται μεταξύ επισφαλούς απασχόλησης και ανεργίας» («Κ» 5/8). Προειδοποίησε ότι μέχρι τα τέλη του 2016 σε πολλές χώρες, και ειδικά ευρωπαϊκές, εκατομμύρια εργαζόμενοι διατρέχουν τον κίνδυνο να εγκλωβιστούν σε μια χρόνια κατάσταση ανεργίας ή μετακίνησης μεταξύ ανεργίας και επισφαλούς κακοπληρωμένης εργασίας.
Για την Αμερική, όπως διαβάζουμε στους New York Times (7/9), η μη εξαρτημένη σχέση εργασίας, (το «freelancing») έχει εξελιχθεί σε νέα κανονικότητα. Υπάρχουν 53 εκατ. ελεύθεροι επαγγελματίες, οι περισσότεροι από τους οποίους υποστηρίζουν ότι δεν θα ήθελαν μια full-time job ακόμη κι αν τους προσφερόταν.
Τα μεγέθη δεν είναι συγκρίσιμα γιατί στη μεν Ευρώπη της κρίσης τα στοιχεία αφορούν «κακοπληρωμένη εργασία», ενώ στην Αμερική επιλογή τρόπου εργασίας, που προσφέρει ευελιξία στον εργαζόμενο, ελευθερία κινήσεων, έστω αν κι εκεί η ανασφάλεια είναι παρούσα. Είναι αδύνατον, για παράδειγμα, οι freelancers να μπορούν «να σχεδιάσουν τη συνταξιοδότησή τους».
Οπως και να ’χει, πάντως, παγκοσμίως, ο χώρος της εργασίας βρίσκεται «στη μέση μιας ιστορικής στροφής που συναγωνίζεται τη μετάβαση από τα αγροκτήματα στα εργοστάσια» (σημειώνει η αρθρογράφος των NYT).
Οι πολιτικοί συνηθίζουν να αναφέρονται στην ανεργία, στην αδυναμία να σχεδιάσει ένας νέος το επαγγελματικό του μέλλον σε χώρες, όπως η Ελλάδα, με 1,2 εκατ. ανέργους. Από την άλλη, όμως, παράλληλα, τα δεδομένα μεταβάλλονται ταχύτατα. Ο τρόπος που οι άνθρωποι εργάζονται σήμερα δεν είναι ο ίδιος με αυτόν που θα εργάζονται αύριο. Και παρόμοιες συζητήσεις λείπουν απελπιστικά από την ελληνική πολιτική ατζέντα.
Ερευνα της McKinsey για την απασχόληση των νέων στην Ελλάδα αλλά και σε επτά ευρωπαϊκές χώρες δίνει μια διαφορετική οπτική στο πρόβλημα της ανεργίας σε νεαρές ηλικίες («Κ» 7/9): «Εργοδότες και εκπαιδευτικοί φορείς κινούνται σε... παράλληλα σύμπαντα. Ενώ το 79% των παρόχων εκπαίδευσης πιστεύει ότι το πτυχίο που προσφέρει αποτελεί επαρκές εφόδιο για έναν νέο προκειμένου να μπει στην αγορά εργασίας, μόλις το 23% των εργοδοτών φαίνεται να συμφωνεί και αναζητεί περισσότερα στοιχεία στο βιογραφικό των υποψηφίων».
Οι δεξιότητες (skills), δεν αναφέρονται μόνο σε αυξημένες απαιτήσεις των εργοδοτών αλλά και σε ικανότητες των υποψηφίων πέρα από την ακαδημαϊκή τους επάρκεια (όπως δημιουργικότητα, ομαδική εργασία, μια ιδιαίτερη ξένη γλώσσα, κ.ο.κ).
Δεν είναι μόνο ότι η κρίση συνεχίζει να αυξάνει την ανεργία και την εργασιακή ζούγκλα. Αυτή είναι η μία πλευρά του προβλήματος.
Η άλλη είναι ότι επί χρόνια τα ελληνικά ΑΕΙ παρήγαγαν απόφοιτους ερήμην των αναγκών στην αγορά εργασίας. Το πτυχίο ήταν το εισιτήριο για μια θέση, κυρίως, στο Δημόσιο, προοπτική που, πλέον, αποτελεί οριστικό παρελθόν.
Οι συνταρακτικές αλλαγές στον εργασιακό χάρτη, για παράδειγμα, αφήνουν μάλλον ασυγκίνητους τους εκπροσώπους των ελληνικών πολιτικών κομμάτων. Μία από τις μεγάλες ανατροπές είναι ο τρόπος εργασίας, ο οποίος διεθνώς, έχει στραφεί πλέον στη μερική και όχι στην πλήρη απασχόληση.
Πριν από ένα μήνα ο γενικός διευθυντής του ΟΟΣΑ, Ανχελ Γκουρία, δήλωσε ότι «οι κυβερνήσεις θα πρέπει να δράσουν άμεσα και να εμποδίσουν τη διαρκή αύξηση των εργαζομένων που παγιδεύονται μεταξύ επισφαλούς απασχόλησης και ανεργίας» («Κ» 5/8). Προειδοποίησε ότι μέχρι τα τέλη του 2016 σε πολλές χώρες, και ειδικά ευρωπαϊκές, εκατομμύρια εργαζόμενοι διατρέχουν τον κίνδυνο να εγκλωβιστούν σε μια χρόνια κατάσταση ανεργίας ή μετακίνησης μεταξύ ανεργίας και επισφαλούς κακοπληρωμένης εργασίας.
Για την Αμερική, όπως διαβάζουμε στους New York Times (7/9), η μη εξαρτημένη σχέση εργασίας, (το «freelancing») έχει εξελιχθεί σε νέα κανονικότητα. Υπάρχουν 53 εκατ. ελεύθεροι επαγγελματίες, οι περισσότεροι από τους οποίους υποστηρίζουν ότι δεν θα ήθελαν μια full-time job ακόμη κι αν τους προσφερόταν.
Τα μεγέθη δεν είναι συγκρίσιμα γιατί στη μεν Ευρώπη της κρίσης τα στοιχεία αφορούν «κακοπληρωμένη εργασία», ενώ στην Αμερική επιλογή τρόπου εργασίας, που προσφέρει ευελιξία στον εργαζόμενο, ελευθερία κινήσεων, έστω αν κι εκεί η ανασφάλεια είναι παρούσα. Είναι αδύνατον, για παράδειγμα, οι freelancers να μπορούν «να σχεδιάσουν τη συνταξιοδότησή τους».
Οπως και να ’χει, πάντως, παγκοσμίως, ο χώρος της εργασίας βρίσκεται «στη μέση μιας ιστορικής στροφής που συναγωνίζεται τη μετάβαση από τα αγροκτήματα στα εργοστάσια» (σημειώνει η αρθρογράφος των NYT).
Οι πολιτικοί συνηθίζουν να αναφέρονται στην ανεργία, στην αδυναμία να σχεδιάσει ένας νέος το επαγγελματικό του μέλλον σε χώρες, όπως η Ελλάδα, με 1,2 εκατ. ανέργους. Από την άλλη, όμως, παράλληλα, τα δεδομένα μεταβάλλονται ταχύτατα. Ο τρόπος που οι άνθρωποι εργάζονται σήμερα δεν είναι ο ίδιος με αυτόν που θα εργάζονται αύριο. Και παρόμοιες συζητήσεις λείπουν απελπιστικά από την ελληνική πολιτική ατζέντα.
Ερευνα της McKinsey για την απασχόληση των νέων στην Ελλάδα αλλά και σε επτά ευρωπαϊκές χώρες δίνει μια διαφορετική οπτική στο πρόβλημα της ανεργίας σε νεαρές ηλικίες («Κ» 7/9): «Εργοδότες και εκπαιδευτικοί φορείς κινούνται σε... παράλληλα σύμπαντα. Ενώ το 79% των παρόχων εκπαίδευσης πιστεύει ότι το πτυχίο που προσφέρει αποτελεί επαρκές εφόδιο για έναν νέο προκειμένου να μπει στην αγορά εργασίας, μόλις το 23% των εργοδοτών φαίνεται να συμφωνεί και αναζητεί περισσότερα στοιχεία στο βιογραφικό των υποψηφίων».
Οι δεξιότητες (skills), δεν αναφέρονται μόνο σε αυξημένες απαιτήσεις των εργοδοτών αλλά και σε ικανότητες των υποψηφίων πέρα από την ακαδημαϊκή τους επάρκεια (όπως δημιουργικότητα, ομαδική εργασία, μια ιδιαίτερη ξένη γλώσσα, κ.ο.κ).
Δεν είναι μόνο ότι η κρίση συνεχίζει να αυξάνει την ανεργία και την εργασιακή ζούγκλα. Αυτή είναι η μία πλευρά του προβλήματος.
Η άλλη είναι ότι επί χρόνια τα ελληνικά ΑΕΙ παρήγαγαν απόφοιτους ερήμην των αναγκών στην αγορά εργασίας. Το πτυχίο ήταν το εισιτήριο για μια θέση, κυρίως, στο Δημόσιο, προοπτική που, πλέον, αποτελεί οριστικό παρελθόν.
No comments:
Post a Comment