Αποφάσεις με σύμβουλο το άγχος για τη δόση
Με νέα θέματα (όπως αυτό των μετατάξεων των δημοτικών αστυνομικών στην Ελληνική Αστυνομία) να ανοίγουν συνεχώς και νέες κινητοποιήσεις προ των πυλών στην Ελλάδα, η συζήτηση για την κρίση στην ευρωζώνη καλά κρατεί.
Την ίδια ώρα, ο Επίτροπος Όλι Ρεν δήλωνε χθες πως η επόμενη δόση του δανείου προς την Ελλάδα, ύψους 8,1 δις ευρώ, «θα μπορούσε να καταβληθεί σε πολλά τμήματα».
«Είναι πιθανό, αλλά όχι βέβαιο. Όλα εξαρτώνται από το εάν και κατά πόσον η Ελλάδα μπορεί να εκπληρώσει όλες τις προϋποθέσεις στις οποίες έχει δεσμευτεί», είπε ο επίτροπος, μιλώντας σε σεμινάριο στην πόλη Μικέλι, την ιδιαίτερη πατρίδα του.
Η ελληνική κυβέρνηση ελπίζει να καταλήξει σε συμφωνία με τους πιστωτές για την εκταμίευση της επόμενης δόσης του δανείου από τη διεθνή τρόικα των δανειστών της (ΕΕ, ΔΝΤ, ΕΚΤ) τη Δευτέρα.
Οι πιστωτές έχουν απειλήσει να «παγώσουν» τη δόση αυτή εάν η Ελλάδα καθυστερήσει να εφαρμόσει τις συμφωνημένες μεταρρυθμίσεις.
«Οι συνομιλίες συνεχίζονται και θα συνεχιστούν για όσο χρειάζεται», τόνισε ο κ. Ρεν.
Σκληρή στάση από τον Π. Μπόφινγκερ
Χθες, σε ομιλία του στις Βρυξέλλες, το μέλος του γερμανικού συμβουλίου «σοφών» Πέτερ Μπόφινγκερ διατύπωσε την εκτίμηση ότι το τέλος της κρίσης στην ευρωζώνη δε διαφαίνεται στον ορίζοντα, κυρίως λόγων των πολιτικών λιτότητας.
Στην ομιλία του σε εκδήλωση του Κέντρου Ευρωπαϊκής Πολιτικής ο Π. Μπόφινγκερ επεσήμανε ότι η τρέχουσα κρίση μακροοικονομικών μεγεθών αποτελεί κατ’ ουσία τη συνισταμένη της τραπεζικής κρίσης που αντιμετώπισαν ορισμένα μέλη της ευρωζώνης (Ιρλανδία, Ισπανία, Κύπρος) και της κρίσης χρέους που εκδηλώθηκε σε χώρες όπως η Ελλάδα και η Πορτογαλία. Η μη έγκαιρη και ορθή αντιμετώπιση των δύο αυτών ξεχωριστών κρίσεων από τα ευρωπαϊκά όργανα, οδήγησε, κατά την άποψή του, στη γενίκευση του προβλήματος, με αποτέλεσμα να απειλείται σταδιακά η καρδιά της ευρωζώνης, δηλαδή η Γαλλία και η Γερμανία.
Ο ίδιος επέκρινε έντονα τις πολιτικές λιτότητας που εφαρμόζονται σήμερα, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι έχουν αποτύχει πλήρως, όπως αποδεικνύει περίτρανα η διαρκής αύξηση του ποσοστού του δημόσιου χρέους ως προς το ΑΕΠ στις χώρες που αντιμετωπίζουν δημοσιονομικές δυσκολίες. Το αποτέλεσμα των πολιτικών λιτότητας είναι ως εκ τούτου το βάθεμα της ύφεσης, η έλλειψη ρευστότητας στην αγορά, η αδυναμία των επιχειρήσεων να προσφύγουν σε τραπεζικό δανεισμό, η συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας και φυσικά, η ανεργία.
Κατά τον Π. Μπόφινγκερ, η λαθεμένη αυτή αντιμετώπιση της κρίσης οφείλεται στην υπεραισιοδοξία σχετικά με την αποτελεσματικότητα των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής και στην υπερβολική «δόση» λιτότητας την οποία αυτά επέβαλαν. Ο ίδιος αντιπαρέβαλε την ευρωζώνη με τις ΗΠΑ και τόνισε ότι και στις δύο περιπτώσεις παρατηρήθηκε το 2008 η ίδια κρίση στο τραπεζικό σύστημα, την οποία οι ΗΠΑ αντιμετώπισαν με μια νομισματική πολιτική ποσοτικής χαλάρωσης, με αποτέλεσμα να έχουν σήμερα πολύ μικρότερη ανεργία και καλύτερους δημοσιονομικούς δείκτες από τις περισσότερες χώρες της ευρωζώνης. Στο πλαίσιο αυτό, επικαλέστηκε επίσης το αντίστοιχο παράδειγμα της Ιαπωνίας και τόνισε ότι η γερμανική αντίληψη, σύμφωνα με την οποία το χρέος δεν καταπολεμείται μέσω της δημιουργίας ελλειμμάτων στον προϋπολογισμό και συνεπώς περισσότερου χρέους, είναι εντελώς εκτός πραγματικότητας, καθώς αγνοεί τη βασική αρχή της μακροοικονομικής θεωρίας ότι σε περιόδους ύφεσης της οικονομίας απαιτείται αύξηση των δημοσίων δαπανών και όχι συρρίκνωσή τους.
Ο Π. Μπόφινγκερ τόνισε επίσης ότι η εφαρμογή της λιτότητας που επιβλήθηκε στα κράτη μέλη της ευρωζώνης με δημοσιονομικά προβλήματα έγινε με τρόπο ιδιαίτερα έντονο και γρήγορο, όπως τελικά παραδέχτηκε και το ίδιο το ΔΝΤ, ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδας. Αυτή την ασύμμετρη, όπως τη χαρακτήρισε, προσαρμογή, προσπαθεί τώρα να διορθώσει ανεπιτυχώς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δίνοντας στις χώρες περισσότερο χρόνο προκειμένου να μειώσουν τα ελλείμματά τους. Εντούτοις, το μέτρο αυτό είναι ανεπαρκές, καθώς, όπως τόνισε, κανείς δεν τολμά να προτείνει το αυτονόητο, ότι δηλαδή δεν είναι ο χρόνος προσαρμογής το πρόβλημα αλλά η «συνταγή» που ακολουθείται. Ως εκ τούτου, ο ίδιος υπογράμμισε ότι εφόσον δεν αλλάξει ριζικά η αντιμετώπιση της κρίσης, «μόνο με ένα θαύμα θα βγούμε από αυτό το χάος».
Ως προς τη στάση της Γερμανίας, ο ομιλητής δήλωσε ότι η κοινή γνώμη στη Γερμανία αδυνατεί να κατανοήσει ότι η κρίση στην ευρωζώνη δεν αποτελεί «πρόβλημα των άλλων», αλλά ότι απειλεί άμεσα τη γερμανική οικονομία, η οποία βασίζεται στις εξαγωγές. Υπογράμμισε ότι απαιτείται αλλαγή νοοτροπίας των Γερμανών ώστε να αντιληφθούν ότι η αντιμετώπιση της κρίσης αποτελεί κοινή ευθύνη του συνόλου της ευρωζώνης.
Ως προς τις μεταρρυθμίσεις που επιβάλλονται στα κράτη μέλη με δημοσιονομικά προβλήματα, υποστήριξε ότι η επίδρασή τους στη μείωση του χρέους είναι ανύπαρκτη, παρά το μεγάλο βαθμό προσαρμοστικότητας στις μεταρρυθμίσεις τον οποίο έχουν επιδείξει τα εν λόγω κράτη. Στο σημείο αυτό αντιπαράθεσε τη Γαλλία, χώρα όπου έχουν εφαρμοστεί μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, και το Ηνωμένο Βασίλειο, στο οποίο δεν έχει γίνει κάποια αντίστοιχη μεταρρυθμιστική προσπάθεια, και τόνισε ότι δεν υφίσταται καμία διαφορά ανάμεσα στα μακροοικονομικά στοιχεία των δύο χωρών που να μπορεί να αποδοθεί στις μεταρρυθμίσεις.
Επίσης, ο Π. Μπόφινγκερ ανέφερε ότι η επιλογή της μεθόδου της συμμετοχής των καταθετών στη διάσωση των τραπεζών εκ των έσω (bail-in) υποκρύπτει τον κίνδυνο μαζικής φυγής κεφαλαίων προς πιο «αξιόπιστα» τραπεζικά συστήματα στην ευρωζώνη, προς όφελος κυρίως των γερμανικών τραπεζών. Στο πλαίσιο αυτό, τόνισε ότι, μετά την απαξίωση των κρατικών ομολόγων ως επενδυτικού προϊόντος, η απαξίωση των καταθέσεων αποτελεί ένα ακόμα καίριο χτύπημα στην οικονομική σταθερότητα της ευρωζώνης. Ο ίδιος σημείωσε επίσης ότι η μετακύλιση του βάρους αξιολόγησης της αξιοπιστίας του τραπεζικού συστήματος από τις κρατικές αρχές στον πολίτη είναι, εκτός από παράλογη, εντελώς άδικη και ανεδαφική.
Ως προς την πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου να διατεθούν 6 δις ευρώ για την αντιμετώπιση της ανεργίας των νέων, επεσήμανε ότι το ύψος του ποσού, η διασπορά του στις χώρες που χρειάζονται ενίσχυση και το βάθος χρόνου στο οποίο θα πραγματοποιηθεί η συγκεκριμένη δράση, καθιστούν την απόφαση «προσβλητική για τη νοημοσύνη» και απολύτως ανεπαρκή ως μέτρο.
Ο ομιλητής πρότεινε, σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, τη στροφή της ευρωζώνης προς μια πολιτική υποστήριξης της ζήτησης, μέσω δημοσίων επενδύσεων και επιδοτήσεων, ιδίως στον τομέα της ενέργειας και των διευρωπαϊκών δικτύων. Στο πλαίσιο αυτό, δήλωσε ότι το 2% του ΑΕΠ της ευρωζώνης για τα έτη 2013-2014 θα πρέπει διατεθεί για προγράμματα τέτοιου τύπου. Επίσης, πρότεινε τη δημιουργία ευρωομολόγων, καθώς και την απαλλαγή από την υποχρέωση του 3% που επιβάλει η ευρωπαϊκή νομοθεσία στο έλλειμμα του προϋπολογισμού για τα κράτη που αντιμετωπίζουν δημοσιονομικές δυσκολίες.
Σε μακροπρόθεσμη βάση, πρότεινε την πολιτική ολοκλήρωση της ευρωζώνης με Ευρωπαίο Υπουργό Οικονομικών, ο οποίος θα έχει άμεση εποπτεία επί των εθνικών προϋπολογισμών, την καθιέρωση των ευρωομολόγων ή τη σύναψη συμφωνίας αμοιβαιότητας χρέους, ολοκληρωμένο σύστημα εποπτείας των τραπεζών και έξοδο από την ευρωζώνη των κρατών που επιμένουν να ακολουθούν αποσταθεροποιητική οικονομική πολιτική.
Ο ευρωπαϊκός Τύπος
«Η Ελλάδα αισιόδοξη, οι δανειστές προσεκτικοί» ανέφερε το δελτίο πληροφόρησης για ευρωπαϊκά θέματα «Agence Europe», επισημαίνοντας ότι η Ελλάδα παρουσιάζεται αισιόδοξη για την ολοκλήρωση της αποστολής ελέγχου της τρόικας, η οποία είναι κρίσιμη για τη διασφάλιση της χρηματοδότησης της χώρας για τους επόμενους τρεις μήνες.
Από την άλλη πλευρά, αναφέρει, οι διεθνείς δανειστές υπογράμμισαν το μέγεθος και τις δυσκολίες των εργασιών που πρέπει να ολοκληρωθούν, τονίζοντας την ανάγκη να έχουν τελειώσει όλα έως τη Δευτέρα 8 Ιουλίου, εγκαίρως δηλαδή για τη συνάντηση του Eurogroup, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει ότι οι διαβουλεύσεις θα συνεχιστούν όλο το Σαββατοκύριακο.
Τέλος, το δημοσίευμα παραθέτει την άποψη του προέδρου της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, Ανρί Μαλός, o oποίος άσκησε κριτική στη λεγόμενη «μηχανιστική εφαρμογή των λογιστικών και οικονομικών κανόνων, που ξεκινά από τη λανθασμένη εκτίμηση ότι τα προβλήματα των κρατών- μελών προέρχονται όλα από την ίδια αιτία. Η ΕΕ φέρει μεγάλο μέρος της ευθύνης, γιατί έβαλε το κάρο μπροστά από το άλογο-επέβαλε ένα κοινό νόμισμα, χωρίς πραγματική σύγκλιση ανάμεσα στις οικονομικές, δημοσιονομικές και κοινωνικές πολιτικές. Και είναι οι ασθενέστερες χώρες που πληρώνουν τώρα το υψηλότερο τίμημα».
Σε ανταπόκρισή της βελγικής εφημερίδας De Tijd υπό τον τίτλο «Η Ελλάδα αρχίζει σιγά- σιγά να ορθοποδεί», αναφέρεται ότι παρά την ύφεση στην οποία έχει βυθιστεί η ελληνική οικονομία, για έκτη συνεχή χρονιά, υπάρχουν αρκετές θετικές ενδείξεις ότι η κατάσταση βαίνει βελτιούμενη.
Ειδικότερα, επισημαίνεται ότι μετά από μία περίοδο σχετικής ηρεμίας, η Ελλάδα βρέθηκε εκ νέου στο επίκεντρο της διεθνούς ειδησεογραφίας τις τελευταίες εβδομάδες. Και οι ειδήσεις ήταν κάθε άλλο παρά θετικές, συμπληρώνει η De Tijd.
Όπως αναφέρει, με το αιφνιδιαστικό «λουκέτο» που έβαλε ο πρωθυπουργός, Αντ. Σαμαράς, στη δημόσια ραδιοτηλεόραση προκάλεσε συνθήκες βαθιάς κρίσης για την κυβέρνησή του, η οποία κλυδωνίστηκε επικίνδυνα με την αποχώρηση τού ενός από τους τρεις κυβερνητικούς εταίρους.
Παρόλα αυτά, σημειώνει, ακόμα και η Γερμανία αναγνωρίζει, πλέον, ότι δεν είναι όλα «μαύρα κι άραχνα» στην Ελλάδα. Ειδικοί προβλέπουν ότι το ελληνικό ΑΕΠ θα παρουσιάσει αύξηση δύο ποσοστιαίων μονάδων το 2014 και το 2015, ενώ οι ανησυχίες για το ενδεχόμενο εξόδου της χώρας από τη ζώνη του ευρώ έχουν πλέον καταλαγιάσει.
Δηλώσεις Μέρκελ
Καμία χώρα δεν αντιμετωπίζει τον κίνδυνο να υποχρεωθεί σε έξοδο από την ευρωζώνη παρά το γεγονός ότι η 17μελής ένωση αντιμετωπίζει ακόμα πολλά προβλήματα, δήλωσε χθες στο Γερμανικό Πρακτορείο Ειδήσεων η γερμανίδα καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ.
«Έχουμε διανύσει πολύ δρόμο, αλλά υπάρχουν ακόμα πολλά προβλήματα που πρέπει να διευθετηθούν», τόνισε η Μέρκελ, η οποία υπογράμμισε ότι η επίλυση της κρίσης χρέους είναι μια μακρά διαδικασία που περιλαμβάνει μια σειρά από βήματα και μέτρα.
Η κ. Μέρκελ απέρριψε τους ισχυρισμούς ότι τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι χώρες, οι οποίες βρίσκονται στην καρδιά της κρίσης, ίσως τις υποχρεώσουν σε έξοδο από την ευρωζώνη.
Στη Γερμανία διεξάγονται γενικές εκλογές τον Σεπτέμβριο, ωστόσο η Μέρκελ υποστηρίζει ότι οι αποφάσεις της για την Ευρώπη δεν επηρεάζονται από το γεγονός αυτό.
«Δεν θα είχα πάρει ούτε μια διαφορετική απόφαση για την Ευρώπη, εάν οι εκλογές διεξάγονταν ένα χρόνο νωρίτερα ή αργότερα», υποστήριξε, προσθέτοντας ότι η ΕΕ έπραξε σωστά όταν έδωσε περισσότερο χρόνο σε χώρες της ευρωζώνης με οικονομικά προβλήματα, όπως η Ελλάδα και η Πορτογαλία για να μειώσουν τα ελλείμματά τους και τα χρέη τους, καθώς το μέγεθος των προβλημάτων που αντιμετώπιζαν, είχε θέσει σε κίνδυνο το ευρώ.
Δηλώσεις Σόιμπλε
Η κυβέρνηση του Έλληνα πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά έχει επιτύχει «αξιοσημείωτη πρόοδο» με τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις, δήλωσε την Πέμπτη ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, προσθέτοντας ότι αυτό καταδεικνύεται από τα εξακριβωμένα οικονομικά δεδομένα από την Ελλάδα.
Ο Γερμανός υπουργός σημείωσε ότι είναι «βαθιά πεπεισμένος» ότι η έκθεση για την πρόοδο των μεταρρυθμίσεων στην Ελλάδα της «τρόικας» των διεθνών δανειστών –η οποία αναμένεται να παρουσιαστεί στους υπουργούς Οικονομικών της ευρωζώνης κατά την συνάντησή τους την Δευτέρα στις Βρυξέλλες– θα είναι θετική και εξέφρασε επίσης την πεποίθηση ότι η Ελλάδα «βρίσκεται στον δρόμο της επιτυχίας» και θα «συνεχίσει προς αυτήν την κατεύθυνση». elzoni gr
Την ίδια ώρα, ο Επίτροπος Όλι Ρεν δήλωνε χθες πως η επόμενη δόση του δανείου προς την Ελλάδα, ύψους 8,1 δις ευρώ, «θα μπορούσε να καταβληθεί σε πολλά τμήματα».
«Είναι πιθανό, αλλά όχι βέβαιο. Όλα εξαρτώνται από το εάν και κατά πόσον η Ελλάδα μπορεί να εκπληρώσει όλες τις προϋποθέσεις στις οποίες έχει δεσμευτεί», είπε ο επίτροπος, μιλώντας σε σεμινάριο στην πόλη Μικέλι, την ιδιαίτερη πατρίδα του.
Η ελληνική κυβέρνηση ελπίζει να καταλήξει σε συμφωνία με τους πιστωτές για την εκταμίευση της επόμενης δόσης του δανείου από τη διεθνή τρόικα των δανειστών της (ΕΕ, ΔΝΤ, ΕΚΤ) τη Δευτέρα.
Οι πιστωτές έχουν απειλήσει να «παγώσουν» τη δόση αυτή εάν η Ελλάδα καθυστερήσει να εφαρμόσει τις συμφωνημένες μεταρρυθμίσεις.
«Οι συνομιλίες συνεχίζονται και θα συνεχιστούν για όσο χρειάζεται», τόνισε ο κ. Ρεν.
Σκληρή στάση από τον Π. Μπόφινγκερ
Χθες, σε ομιλία του στις Βρυξέλλες, το μέλος του γερμανικού συμβουλίου «σοφών» Πέτερ Μπόφινγκερ διατύπωσε την εκτίμηση ότι το τέλος της κρίσης στην ευρωζώνη δε διαφαίνεται στον ορίζοντα, κυρίως λόγων των πολιτικών λιτότητας.
Στην ομιλία του σε εκδήλωση του Κέντρου Ευρωπαϊκής Πολιτικής ο Π. Μπόφινγκερ επεσήμανε ότι η τρέχουσα κρίση μακροοικονομικών μεγεθών αποτελεί κατ’ ουσία τη συνισταμένη της τραπεζικής κρίσης που αντιμετώπισαν ορισμένα μέλη της ευρωζώνης (Ιρλανδία, Ισπανία, Κύπρος) και της κρίσης χρέους που εκδηλώθηκε σε χώρες όπως η Ελλάδα και η Πορτογαλία. Η μη έγκαιρη και ορθή αντιμετώπιση των δύο αυτών ξεχωριστών κρίσεων από τα ευρωπαϊκά όργανα, οδήγησε, κατά την άποψή του, στη γενίκευση του προβλήματος, με αποτέλεσμα να απειλείται σταδιακά η καρδιά της ευρωζώνης, δηλαδή η Γαλλία και η Γερμανία.
Ο ίδιος επέκρινε έντονα τις πολιτικές λιτότητας που εφαρμόζονται σήμερα, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι έχουν αποτύχει πλήρως, όπως αποδεικνύει περίτρανα η διαρκής αύξηση του ποσοστού του δημόσιου χρέους ως προς το ΑΕΠ στις χώρες που αντιμετωπίζουν δημοσιονομικές δυσκολίες. Το αποτέλεσμα των πολιτικών λιτότητας είναι ως εκ τούτου το βάθεμα της ύφεσης, η έλλειψη ρευστότητας στην αγορά, η αδυναμία των επιχειρήσεων να προσφύγουν σε τραπεζικό δανεισμό, η συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας και φυσικά, η ανεργία.
Κατά τον Π. Μπόφινγκερ, η λαθεμένη αυτή αντιμετώπιση της κρίσης οφείλεται στην υπεραισιοδοξία σχετικά με την αποτελεσματικότητα των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής και στην υπερβολική «δόση» λιτότητας την οποία αυτά επέβαλαν. Ο ίδιος αντιπαρέβαλε την ευρωζώνη με τις ΗΠΑ και τόνισε ότι και στις δύο περιπτώσεις παρατηρήθηκε το 2008 η ίδια κρίση στο τραπεζικό σύστημα, την οποία οι ΗΠΑ αντιμετώπισαν με μια νομισματική πολιτική ποσοτικής χαλάρωσης, με αποτέλεσμα να έχουν σήμερα πολύ μικρότερη ανεργία και καλύτερους δημοσιονομικούς δείκτες από τις περισσότερες χώρες της ευρωζώνης. Στο πλαίσιο αυτό, επικαλέστηκε επίσης το αντίστοιχο παράδειγμα της Ιαπωνίας και τόνισε ότι η γερμανική αντίληψη, σύμφωνα με την οποία το χρέος δεν καταπολεμείται μέσω της δημιουργίας ελλειμμάτων στον προϋπολογισμό και συνεπώς περισσότερου χρέους, είναι εντελώς εκτός πραγματικότητας, καθώς αγνοεί τη βασική αρχή της μακροοικονομικής θεωρίας ότι σε περιόδους ύφεσης της οικονομίας απαιτείται αύξηση των δημοσίων δαπανών και όχι συρρίκνωσή τους.
Ο Π. Μπόφινγκερ τόνισε επίσης ότι η εφαρμογή της λιτότητας που επιβλήθηκε στα κράτη μέλη της ευρωζώνης με δημοσιονομικά προβλήματα έγινε με τρόπο ιδιαίτερα έντονο και γρήγορο, όπως τελικά παραδέχτηκε και το ίδιο το ΔΝΤ, ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδας. Αυτή την ασύμμετρη, όπως τη χαρακτήρισε, προσαρμογή, προσπαθεί τώρα να διορθώσει ανεπιτυχώς η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δίνοντας στις χώρες περισσότερο χρόνο προκειμένου να μειώσουν τα ελλείμματά τους. Εντούτοις, το μέτρο αυτό είναι ανεπαρκές, καθώς, όπως τόνισε, κανείς δεν τολμά να προτείνει το αυτονόητο, ότι δηλαδή δεν είναι ο χρόνος προσαρμογής το πρόβλημα αλλά η «συνταγή» που ακολουθείται. Ως εκ τούτου, ο ίδιος υπογράμμισε ότι εφόσον δεν αλλάξει ριζικά η αντιμετώπιση της κρίσης, «μόνο με ένα θαύμα θα βγούμε από αυτό το χάος».
Ως προς τη στάση της Γερμανίας, ο ομιλητής δήλωσε ότι η κοινή γνώμη στη Γερμανία αδυνατεί να κατανοήσει ότι η κρίση στην ευρωζώνη δεν αποτελεί «πρόβλημα των άλλων», αλλά ότι απειλεί άμεσα τη γερμανική οικονομία, η οποία βασίζεται στις εξαγωγές. Υπογράμμισε ότι απαιτείται αλλαγή νοοτροπίας των Γερμανών ώστε να αντιληφθούν ότι η αντιμετώπιση της κρίσης αποτελεί κοινή ευθύνη του συνόλου της ευρωζώνης.
Ως προς τις μεταρρυθμίσεις που επιβάλλονται στα κράτη μέλη με δημοσιονομικά προβλήματα, υποστήριξε ότι η επίδρασή τους στη μείωση του χρέους είναι ανύπαρκτη, παρά το μεγάλο βαθμό προσαρμοστικότητας στις μεταρρυθμίσεις τον οποίο έχουν επιδείξει τα εν λόγω κράτη. Στο σημείο αυτό αντιπαράθεσε τη Γαλλία, χώρα όπου έχουν εφαρμοστεί μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, και το Ηνωμένο Βασίλειο, στο οποίο δεν έχει γίνει κάποια αντίστοιχη μεταρρυθμιστική προσπάθεια, και τόνισε ότι δεν υφίσταται καμία διαφορά ανάμεσα στα μακροοικονομικά στοιχεία των δύο χωρών που να μπορεί να αποδοθεί στις μεταρρυθμίσεις.
Επίσης, ο Π. Μπόφινγκερ ανέφερε ότι η επιλογή της μεθόδου της συμμετοχής των καταθετών στη διάσωση των τραπεζών εκ των έσω (bail-in) υποκρύπτει τον κίνδυνο μαζικής φυγής κεφαλαίων προς πιο «αξιόπιστα» τραπεζικά συστήματα στην ευρωζώνη, προς όφελος κυρίως των γερμανικών τραπεζών. Στο πλαίσιο αυτό, τόνισε ότι, μετά την απαξίωση των κρατικών ομολόγων ως επενδυτικού προϊόντος, η απαξίωση των καταθέσεων αποτελεί ένα ακόμα καίριο χτύπημα στην οικονομική σταθερότητα της ευρωζώνης. Ο ίδιος σημείωσε επίσης ότι η μετακύλιση του βάρους αξιολόγησης της αξιοπιστίας του τραπεζικού συστήματος από τις κρατικές αρχές στον πολίτη είναι, εκτός από παράλογη, εντελώς άδικη και ανεδαφική.
Ως προς την πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου να διατεθούν 6 δις ευρώ για την αντιμετώπιση της ανεργίας των νέων, επεσήμανε ότι το ύψος του ποσού, η διασπορά του στις χώρες που χρειάζονται ενίσχυση και το βάθος χρόνου στο οποίο θα πραγματοποιηθεί η συγκεκριμένη δράση, καθιστούν την απόφαση «προσβλητική για τη νοημοσύνη» και απολύτως ανεπαρκή ως μέτρο.
Ο ομιλητής πρότεινε, σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα, τη στροφή της ευρωζώνης προς μια πολιτική υποστήριξης της ζήτησης, μέσω δημοσίων επενδύσεων και επιδοτήσεων, ιδίως στον τομέα της ενέργειας και των διευρωπαϊκών δικτύων. Στο πλαίσιο αυτό, δήλωσε ότι το 2% του ΑΕΠ της ευρωζώνης για τα έτη 2013-2014 θα πρέπει διατεθεί για προγράμματα τέτοιου τύπου. Επίσης, πρότεινε τη δημιουργία ευρωομολόγων, καθώς και την απαλλαγή από την υποχρέωση του 3% που επιβάλει η ευρωπαϊκή νομοθεσία στο έλλειμμα του προϋπολογισμού για τα κράτη που αντιμετωπίζουν δημοσιονομικές δυσκολίες.
Σε μακροπρόθεσμη βάση, πρότεινε την πολιτική ολοκλήρωση της ευρωζώνης με Ευρωπαίο Υπουργό Οικονομικών, ο οποίος θα έχει άμεση εποπτεία επί των εθνικών προϋπολογισμών, την καθιέρωση των ευρωομολόγων ή τη σύναψη συμφωνίας αμοιβαιότητας χρέους, ολοκληρωμένο σύστημα εποπτείας των τραπεζών και έξοδο από την ευρωζώνη των κρατών που επιμένουν να ακολουθούν αποσταθεροποιητική οικονομική πολιτική.
Ο ευρωπαϊκός Τύπος
«Η Ελλάδα αισιόδοξη, οι δανειστές προσεκτικοί» ανέφερε το δελτίο πληροφόρησης για ευρωπαϊκά θέματα «Agence Europe», επισημαίνοντας ότι η Ελλάδα παρουσιάζεται αισιόδοξη για την ολοκλήρωση της αποστολής ελέγχου της τρόικας, η οποία είναι κρίσιμη για τη διασφάλιση της χρηματοδότησης της χώρας για τους επόμενους τρεις μήνες.
Από την άλλη πλευρά, αναφέρει, οι διεθνείς δανειστές υπογράμμισαν το μέγεθος και τις δυσκολίες των εργασιών που πρέπει να ολοκληρωθούν, τονίζοντας την ανάγκη να έχουν τελειώσει όλα έως τη Δευτέρα 8 Ιουλίου, εγκαίρως δηλαδή για τη συνάντηση του Eurogroup, ακόμα κι αν αυτό σημαίνει ότι οι διαβουλεύσεις θα συνεχιστούν όλο το Σαββατοκύριακο.
Τέλος, το δημοσίευμα παραθέτει την άποψη του προέδρου της Ευρωπαϊκής Οικονομικής και Κοινωνικής Επιτροπής, Ανρί Μαλός, o oποίος άσκησε κριτική στη λεγόμενη «μηχανιστική εφαρμογή των λογιστικών και οικονομικών κανόνων, που ξεκινά από τη λανθασμένη εκτίμηση ότι τα προβλήματα των κρατών- μελών προέρχονται όλα από την ίδια αιτία. Η ΕΕ φέρει μεγάλο μέρος της ευθύνης, γιατί έβαλε το κάρο μπροστά από το άλογο-επέβαλε ένα κοινό νόμισμα, χωρίς πραγματική σύγκλιση ανάμεσα στις οικονομικές, δημοσιονομικές και κοινωνικές πολιτικές. Και είναι οι ασθενέστερες χώρες που πληρώνουν τώρα το υψηλότερο τίμημα».
Σε ανταπόκρισή της βελγικής εφημερίδας De Tijd υπό τον τίτλο «Η Ελλάδα αρχίζει σιγά- σιγά να ορθοποδεί», αναφέρεται ότι παρά την ύφεση στην οποία έχει βυθιστεί η ελληνική οικονομία, για έκτη συνεχή χρονιά, υπάρχουν αρκετές θετικές ενδείξεις ότι η κατάσταση βαίνει βελτιούμενη.
Ειδικότερα, επισημαίνεται ότι μετά από μία περίοδο σχετικής ηρεμίας, η Ελλάδα βρέθηκε εκ νέου στο επίκεντρο της διεθνούς ειδησεογραφίας τις τελευταίες εβδομάδες. Και οι ειδήσεις ήταν κάθε άλλο παρά θετικές, συμπληρώνει η De Tijd.
Όπως αναφέρει, με το αιφνιδιαστικό «λουκέτο» που έβαλε ο πρωθυπουργός, Αντ. Σαμαράς, στη δημόσια ραδιοτηλεόραση προκάλεσε συνθήκες βαθιάς κρίσης για την κυβέρνησή του, η οποία κλυδωνίστηκε επικίνδυνα με την αποχώρηση τού ενός από τους τρεις κυβερνητικούς εταίρους.
Παρόλα αυτά, σημειώνει, ακόμα και η Γερμανία αναγνωρίζει, πλέον, ότι δεν είναι όλα «μαύρα κι άραχνα» στην Ελλάδα. Ειδικοί προβλέπουν ότι το ελληνικό ΑΕΠ θα παρουσιάσει αύξηση δύο ποσοστιαίων μονάδων το 2014 και το 2015, ενώ οι ανησυχίες για το ενδεχόμενο εξόδου της χώρας από τη ζώνη του ευρώ έχουν πλέον καταλαγιάσει.
Δηλώσεις Μέρκελ
Καμία χώρα δεν αντιμετωπίζει τον κίνδυνο να υποχρεωθεί σε έξοδο από την ευρωζώνη παρά το γεγονός ότι η 17μελής ένωση αντιμετωπίζει ακόμα πολλά προβλήματα, δήλωσε χθες στο Γερμανικό Πρακτορείο Ειδήσεων η γερμανίδα καγκελάριος Άγκελα Μέρκελ.
«Έχουμε διανύσει πολύ δρόμο, αλλά υπάρχουν ακόμα πολλά προβλήματα που πρέπει να διευθετηθούν», τόνισε η Μέρκελ, η οποία υπογράμμισε ότι η επίλυση της κρίσης χρέους είναι μια μακρά διαδικασία που περιλαμβάνει μια σειρά από βήματα και μέτρα.
Η κ. Μέρκελ απέρριψε τους ισχυρισμούς ότι τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι χώρες, οι οποίες βρίσκονται στην καρδιά της κρίσης, ίσως τις υποχρεώσουν σε έξοδο από την ευρωζώνη.
Στη Γερμανία διεξάγονται γενικές εκλογές τον Σεπτέμβριο, ωστόσο η Μέρκελ υποστηρίζει ότι οι αποφάσεις της για την Ευρώπη δεν επηρεάζονται από το γεγονός αυτό.
«Δεν θα είχα πάρει ούτε μια διαφορετική απόφαση για την Ευρώπη, εάν οι εκλογές διεξάγονταν ένα χρόνο νωρίτερα ή αργότερα», υποστήριξε, προσθέτοντας ότι η ΕΕ έπραξε σωστά όταν έδωσε περισσότερο χρόνο σε χώρες της ευρωζώνης με οικονομικά προβλήματα, όπως η Ελλάδα και η Πορτογαλία για να μειώσουν τα ελλείμματά τους και τα χρέη τους, καθώς το μέγεθος των προβλημάτων που αντιμετώπιζαν, είχε θέσει σε κίνδυνο το ευρώ.
Δηλώσεις Σόιμπλε
Η κυβέρνηση του Έλληνα πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά έχει επιτύχει «αξιοσημείωτη πρόοδο» με τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις, δήλωσε την Πέμπτη ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, προσθέτοντας ότι αυτό καταδεικνύεται από τα εξακριβωμένα οικονομικά δεδομένα από την Ελλάδα.
Ο Γερμανός υπουργός σημείωσε ότι είναι «βαθιά πεπεισμένος» ότι η έκθεση για την πρόοδο των μεταρρυθμίσεων στην Ελλάδα της «τρόικας» των διεθνών δανειστών –η οποία αναμένεται να παρουσιαστεί στους υπουργούς Οικονομικών της ευρωζώνης κατά την συνάντησή τους την Δευτέρα στις Βρυξέλλες– θα είναι θετική και εξέφρασε επίσης την πεποίθηση ότι η Ελλάδα «βρίσκεται στον δρόμο της επιτυχίας» και θα «συνεχίσει προς αυτήν την κατεύθυνση». elzoni gr
Δεν καταλαβένω γιατί αγωνιζόμαστε για πάρουμε τις δόσεις του μνημονίου ,ως καθορίζονται, στην στιγμή που δεν είμαστε εν τάξει με τις υποχρεώσεις μας.Επί τέλους συμμόρφωση πρέπει να επιδείξουμε για να τελειώνουμε με την προτελευταία δόση και την τελευταία του μνημονίου. Η εκτέλεση των υποχρεώσεων είναι αναγκαία γιατί θα εξοικονοηηθεί χρήμμα για το λεγόμενο πρωτογενές πλεόνασμα για να σταθουμε σιγά σιγα στα πόδια μας.Αυτό το κολοσιαίο εργο αλλαγης οικονομικής πλεύσης της χώρας θα το πιστωθεί η κυβέρνηση και αυτοί που βοήθησαν προ τούτο. ΕΛΠΪΖΩ ΝΑ ΤΟ ΕΧΟΥΝ ΑΝΤΙΛΗΦΘΕΊ.
ReplyDelete