Μένουμε πρόγραμμα
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Τα συμπεράσματα του Eurogroup φωτίζουν μια σημαντική πρόοδο. Χωρίς τη συμφωνία της προηγούμενης Παρασκευής, η Ελλάδα θα βρισκόταν τώρα σε καθεστώς ελέγχου της κίνησης των κεφαλαίων, δηλαδή στην πλήρη αποστράγγιση της ήδη περιορισμένης ρευστότητας του τραπεζικού συστήματος.
Χωρίς τη συμφωνία της Παρασκευής, η οποία αναμένεται να ολοκληρωθεί σήμερα με συμφωνία επί σειράς μέτρων και διαρθρωτικών κριτηρίων οικονομικής πολιτικής, που θα εφαρμοστούν κατά τη μεταβατική εξάμηνη περίοδο, η Ελλάδα θα βρισκόταν στην άλλη πλευρά της λεπτής γραμμής που μας κρατάει «εντός ευρώ».
Η κυβέρνηση Τσίπρα, επιτυγχάνοντας μια επιτυχημένη προσγείωση στον ευρωπαϊκό ρεαλισμό, αποδέχθηκε το Ισχύον Πλαίσιο Συμφωνίας. Πολλοί, κυρίως όσοι παραμένουν παγιδευμένοι στους μύθους που με επιμονή διηγούνται στους ψηφοφόρους τους, εκτιμούν ότι πρόκειται για παλινδρόμηση από τις αρχές αντιμνημονιακής πολιτικής.
Αυτή, όμως, δεν είναι η πραγματικά σοβαρή δυσκολία που θα αντιμετωπίσει ο Γιάνης Βαρουφάκης, όταν θα έχει ολοκληρώσει αυτή τη φάση της διαπραγμάτευσης και θα μπορέσει να ασχοληθεί με τον έλεγχο της δημοσιονομικής πολιτικής.
Η κυβέρνηση Τσίπρα έχει δύο μόνον μήνες στη διάθεσή της για να καταφέρει να αναδιοργανώσει τον προϋπολογισμό, να διαπραγματευθεί με τους τεχνοκράτες των «θεσμών» την ολοκλήρωση του Μνημονίου, να αποτρέψει την έκρηξη των «κόκκινων δανείων» και, κυρίως, να διασφαλίσει την επαναφορά της εμπιστοσύνης στις προοπτικές της οικονομίας.
Η παράταξη του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να προσαρμοστεί στη νέα κυβερνητική ιεράρχηση προτεραιοτήτων, ώστε -αν θέλει- να αξιοποιήσει την αδιαμφισβήτητη πολιτική της ηγεμονία. Η στροφή μπορεί να είναι δυσκολότερη από την αντίστοιχη που χρειάστηκε να κάνουν οι άλλες παρατάξεις στον δικό τους καιρό. Το ΠΑΣΟΚ του Γ. Παπανδρέου προσαρμόστηκε στην πολιτική λιτότητας το καλοκαίρι του 2010 και ξανά το επόμενο καλοκαίρι, όταν αποδέχθηκε τις επιπτώσεις από το «κούρεμα» του χρέους.
Η παράταξη της Νέας Δημοκρατίας του Α. Σαμαρά, αρχικώς, διασπάστηκε από τον Καμμένο, όταν υποστήριξε την κυβέρνηση Παπαδήμου και δι’ αυτής την υπογραφή του δεύτερου Μνημονίου. Λίγους μήνες αργότερα, ως κυβέρνηση πλέον, ανέλαβε άμεσα την ευθύνη της ολοκλήρωσης του Μνημονίου.
Είναι η σειρά του ΣΥΡΙΖΑ, υπό τον Αλέξη Τσίπρα, να υπογράψει τις νομικές υποχρεώσεις και να επιδιώξει την εκπλήρωση των στόχων του ελληνικού προγράμματος προσαρμογής. Μπορεί, βεβαίως, να σκεφτεί σειρά αλλαγών ώστε να επιτύχει, με τον δικό του τρόπο, τον κύριο στόχο των Μνημονίων: την έξοδο στις διεθνείς, ανοικτές και ελεύθερες αγορές κεφαλαίου. Θα χρειαστούμε, δυστυχώς, ένα τρίτο μνημόνιο και πολύ περισσότερο χρόνο απ’ όσο είχαμε, λανθασμένα όπως κάθε φορά, υπολογίσει.
Χωρίς τη συμφωνία της Παρασκευής, η οποία αναμένεται να ολοκληρωθεί σήμερα με συμφωνία επί σειράς μέτρων και διαρθρωτικών κριτηρίων οικονομικής πολιτικής, που θα εφαρμοστούν κατά τη μεταβατική εξάμηνη περίοδο, η Ελλάδα θα βρισκόταν στην άλλη πλευρά της λεπτής γραμμής που μας κρατάει «εντός ευρώ».
Η κυβέρνηση Τσίπρα, επιτυγχάνοντας μια επιτυχημένη προσγείωση στον ευρωπαϊκό ρεαλισμό, αποδέχθηκε το Ισχύον Πλαίσιο Συμφωνίας. Πολλοί, κυρίως όσοι παραμένουν παγιδευμένοι στους μύθους που με επιμονή διηγούνται στους ψηφοφόρους τους, εκτιμούν ότι πρόκειται για παλινδρόμηση από τις αρχές αντιμνημονιακής πολιτικής.
Αυτή, όμως, δεν είναι η πραγματικά σοβαρή δυσκολία που θα αντιμετωπίσει ο Γιάνης Βαρουφάκης, όταν θα έχει ολοκληρώσει αυτή τη φάση της διαπραγμάτευσης και θα μπορέσει να ασχοληθεί με τον έλεγχο της δημοσιονομικής πολιτικής.
Η κυβέρνηση Τσίπρα έχει δύο μόνον μήνες στη διάθεσή της για να καταφέρει να αναδιοργανώσει τον προϋπολογισμό, να διαπραγματευθεί με τους τεχνοκράτες των «θεσμών» την ολοκλήρωση του Μνημονίου, να αποτρέψει την έκρηξη των «κόκκινων δανείων» και, κυρίως, να διασφαλίσει την επαναφορά της εμπιστοσύνης στις προοπτικές της οικονομίας.
Η παράταξη του ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να προσαρμοστεί στη νέα κυβερνητική ιεράρχηση προτεραιοτήτων, ώστε -αν θέλει- να αξιοποιήσει την αδιαμφισβήτητη πολιτική της ηγεμονία. Η στροφή μπορεί να είναι δυσκολότερη από την αντίστοιχη που χρειάστηκε να κάνουν οι άλλες παρατάξεις στον δικό τους καιρό. Το ΠΑΣΟΚ του Γ. Παπανδρέου προσαρμόστηκε στην πολιτική λιτότητας το καλοκαίρι του 2010 και ξανά το επόμενο καλοκαίρι, όταν αποδέχθηκε τις επιπτώσεις από το «κούρεμα» του χρέους.
Η παράταξη της Νέας Δημοκρατίας του Α. Σαμαρά, αρχικώς, διασπάστηκε από τον Καμμένο, όταν υποστήριξε την κυβέρνηση Παπαδήμου και δι’ αυτής την υπογραφή του δεύτερου Μνημονίου. Λίγους μήνες αργότερα, ως κυβέρνηση πλέον, ανέλαβε άμεσα την ευθύνη της ολοκλήρωσης του Μνημονίου.
Είναι η σειρά του ΣΥΡΙΖΑ, υπό τον Αλέξη Τσίπρα, να υπογράψει τις νομικές υποχρεώσεις και να επιδιώξει την εκπλήρωση των στόχων του ελληνικού προγράμματος προσαρμογής. Μπορεί, βεβαίως, να σκεφτεί σειρά αλλαγών ώστε να επιτύχει, με τον δικό του τρόπο, τον κύριο στόχο των Μνημονίων: την έξοδο στις διεθνείς, ανοικτές και ελεύθερες αγορές κεφαλαίου. Θα χρειαστούμε, δυστυχώς, ένα τρίτο μνημόνιο και πολύ περισσότερο χρόνο απ’ όσο είχαμε, λανθασμένα όπως κάθε φορά, υπολογίσει.
No comments:
Post a Comment