Αλήθειες και συνεννόηση, έστω και την ύστατη ώρα
ΠΟΛΙΤΙΚΗ
Εχω κουρασθεί, και είμαι σίγουρος ότι έχω κουράσει. Αλλά όσο πλησιάζουμε προς την καταστροφή, νιώθω όλο και περισσότερο την ανάγκη να επισημαίνω ότι η εθνική συνεννόηση αποτελεί μονόδρομο. Αυτό θα έπρεπε να αισθάνονταν όλοι, μακριά από κομματικές προτιμήσεις και με μοναδικό γνώμονα το συμφέρον της Ελλάδας.
Αυτός ο διχασμός που βιώνει η χώρα την τελευταία πενταετία είναι απαράδεκτος και εξοργιστικός, ενώ καταντά επικίνδυνος για την κοινωνική συνοχή και τη θέση της χώρας στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Οι μεν ισχυρίζονται ότι οι υποστηρικτές της δύσκολης πολιτικής που εφαρμόσθηκε την τελευταία πενταετία δεν στόχευαν στην εξυγίανση της οικονομίας, αλλά για κάποιο διεστραμμένο λόγο την υιοθέτησαν οικειοθελώς, σε συνεργασία με το «σύστημα», έχοντας ως απώτερο στόχο την εξαθλίωση του λαού και τη μείωση του βιοτικού επιπέδου των Ελλήνων. Φθάνουν στο σημείο να περιγράφουν τα κόμματα που αναγκάσθηκαν να ακολουθήσουν αυτές τις αντιδημοτικές πολιτικές και τα οποία, με τη μια ή την άλλη μορφή, εκπροσωπούν το ήμισυ περίπου του ελληνικού λαού ως «γερμανοτσολιάδες» και υπηρέτες της Μέρκελ.
Οι δε απαντούν ότι το άλλο μισό είναι επικίνδυνοι λαϊκιστές, που στον βωμό της αναρρίχησης στην εξουσία θυσιάζουν τη χώρα. Την οδηγούν στα βράχια, είτε εν γνώσει τους, εξυπηρετώντας κάποια οικονομικά συμφέροντα που προσβλέπουν στην επιστροφή στη δραχμή, είτε, στην καλύτερη περίπτωση, από άγνοια, ανικανότητα και απειρία.
Αναρωτιέμαι αν η μικρή Ελλάδα, με τα τεράστια προβλήματα, έχει την πολυτέλεια αυτής της καταστροφικής διαίρεσης και του μίσους που έχει λάβει εμφυλιοπολεμικά χαρακτηριστικά. Η μανία με την οποία επιτίθενται οι μισοί Ελληνες στους άλλους μισούς είναι απίστευτη. Υπό αυτό το πρίσμα, δεν εκπλήσσει και η ανεύθυνη στάση της εκάστοτε αντιπολίτευσης.
Ο κ. Τσίπρας δεν τόλμησε τον δρόμο της ευθύνης και δεν στήριξε πουθενά την κυβέρνηση Σαμαρά, παρότι σήμερα αναγκάζεται να δηλώνει πως αποδέχεται το 70% του μνημονίου. Από την πλευρά του, ο κ. Σαμαράς κήρυξε το 2010 έναν διχαστικό αντιμνημονιακό ανένδοτο, ενώ συνεχίζει ακόμη και σήμερα να συμπεριφέρεται ανεύθυνα. Ελπίζω να έχει κατανοήσει πόσο κακό έκανε στον εαυτό του, στο κόμμα του και στην εθνική ενότητα, με την απόφασή του να μην παραδώσει στον νέο πρωθυπουργό. Επίσης, την επόμενη φορά που θα υπάρξει ανακοίνωση του ΕΛΚ, καλό θα ήταν ο ηγέτης της Ν.Δ., όποιος και αν είναι αυτός, να πιέσει και, ναι, να συγκρουσθεί με τους Ευρωπαίους ομοϊδεάτες του, συμπεριλαμβανομένης και της Αγκελα Μέρκελ, υπεραμυνόμενος ρεαλιστικών και εφικτών βημάτων, όπως είναι η ταχεία ελάφρυνση του χρέους ή η μείωση των υπερβολικών και δύσκολα επιτεύξιμων πρωτογενών πλεονασμάτων.
Οπως ανέφερε ένας από τους πιο έγκυρους διεθνείς αναλυτές, «οι ηγέτες της Ελλάδας θα πρέπει να μεταφέρουν στους πολίτες τους πιο λογικές προσδοκίες. Η ρητορική και τα μη ρεαλιστικά χρονοδιαγράμματα θα πρέπει να αντικατασταθούν από την ειλικρίνεια και τα επιτεύξιμα χρονοδιαγράμματα, ενώ στις διαπραγματεύσεις τους με τους εταίρους στην Ευρωζώνη θα πρέπει να αναζητήσουν εποικοδομητικούς συμβιβασμούς, οι οποίοι θα δημιουργούν συμμαχίες και όχι μεγάλες διαπραγματευτικές νίκες. Αναπόφευκτα, θα πρέπει να προσαρμοσθούν αρχικά στα μικρά βήματα ως μέσο επίτευξης του τελικού στόχου, που είναι η αναμόρφωση της οικονομίας της χώρας».
Καθώς η κυβέρνηση συνειδητοποιεί τη σκληρή πραγματικότητα την οποία καλείται να διαχειρισθεί, και με δεδομένη την κρισιμότητα των στιγμών, χρειάζεται, έστω και την ύστατη ώρα, να διεξαχθεί μια ειλικρινής συζήτηση, πιθανώς στη Βουλή, όπου θα ειπωθούν αλήθειες και θα δοθεί συναίνεση. Να αναγνωρίσει ο πρωθυπουργός ότι πολλές από τις υποσχέσεις που έδινε δεν μπορούν να υλοποιηθούν, αλλά και η φιλοευρωπαϊκή αντιπολίτευση να προσφέρει ουσιαστική στήριξη στην προσπάθεια της κυβέρνησης να εξασφαλίσει το καλύτερο δυνατόν.
Και να δημιουργηθεί, επιτέλους, μια εθνική ομάδα διαπραγμάτευσης για το χρέος, και όχι μόνον. Εάν όλοι επωμισθούν το κόστος των δύσκολων επιλογών, χωρίς νικητές και ηττημένους, υπάρχει ελπίδα.
Αυτός ο διχασμός που βιώνει η χώρα την τελευταία πενταετία είναι απαράδεκτος και εξοργιστικός, ενώ καταντά επικίνδυνος για την κοινωνική συνοχή και τη θέση της χώρας στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Οι μεν ισχυρίζονται ότι οι υποστηρικτές της δύσκολης πολιτικής που εφαρμόσθηκε την τελευταία πενταετία δεν στόχευαν στην εξυγίανση της οικονομίας, αλλά για κάποιο διεστραμμένο λόγο την υιοθέτησαν οικειοθελώς, σε συνεργασία με το «σύστημα», έχοντας ως απώτερο στόχο την εξαθλίωση του λαού και τη μείωση του βιοτικού επιπέδου των Ελλήνων. Φθάνουν στο σημείο να περιγράφουν τα κόμματα που αναγκάσθηκαν να ακολουθήσουν αυτές τις αντιδημοτικές πολιτικές και τα οποία, με τη μια ή την άλλη μορφή, εκπροσωπούν το ήμισυ περίπου του ελληνικού λαού ως «γερμανοτσολιάδες» και υπηρέτες της Μέρκελ.
Οι δε απαντούν ότι το άλλο μισό είναι επικίνδυνοι λαϊκιστές, που στον βωμό της αναρρίχησης στην εξουσία θυσιάζουν τη χώρα. Την οδηγούν στα βράχια, είτε εν γνώσει τους, εξυπηρετώντας κάποια οικονομικά συμφέροντα που προσβλέπουν στην επιστροφή στη δραχμή, είτε, στην καλύτερη περίπτωση, από άγνοια, ανικανότητα και απειρία.
Αναρωτιέμαι αν η μικρή Ελλάδα, με τα τεράστια προβλήματα, έχει την πολυτέλεια αυτής της καταστροφικής διαίρεσης και του μίσους που έχει λάβει εμφυλιοπολεμικά χαρακτηριστικά. Η μανία με την οποία επιτίθενται οι μισοί Ελληνες στους άλλους μισούς είναι απίστευτη. Υπό αυτό το πρίσμα, δεν εκπλήσσει και η ανεύθυνη στάση της εκάστοτε αντιπολίτευσης.
Ο κ. Τσίπρας δεν τόλμησε τον δρόμο της ευθύνης και δεν στήριξε πουθενά την κυβέρνηση Σαμαρά, παρότι σήμερα αναγκάζεται να δηλώνει πως αποδέχεται το 70% του μνημονίου. Από την πλευρά του, ο κ. Σαμαράς κήρυξε το 2010 έναν διχαστικό αντιμνημονιακό ανένδοτο, ενώ συνεχίζει ακόμη και σήμερα να συμπεριφέρεται ανεύθυνα. Ελπίζω να έχει κατανοήσει πόσο κακό έκανε στον εαυτό του, στο κόμμα του και στην εθνική ενότητα, με την απόφασή του να μην παραδώσει στον νέο πρωθυπουργό. Επίσης, την επόμενη φορά που θα υπάρξει ανακοίνωση του ΕΛΚ, καλό θα ήταν ο ηγέτης της Ν.Δ., όποιος και αν είναι αυτός, να πιέσει και, ναι, να συγκρουσθεί με τους Ευρωπαίους ομοϊδεάτες του, συμπεριλαμβανομένης και της Αγκελα Μέρκελ, υπεραμυνόμενος ρεαλιστικών και εφικτών βημάτων, όπως είναι η ταχεία ελάφρυνση του χρέους ή η μείωση των υπερβολικών και δύσκολα επιτεύξιμων πρωτογενών πλεονασμάτων.
Οπως ανέφερε ένας από τους πιο έγκυρους διεθνείς αναλυτές, «οι ηγέτες της Ελλάδας θα πρέπει να μεταφέρουν στους πολίτες τους πιο λογικές προσδοκίες. Η ρητορική και τα μη ρεαλιστικά χρονοδιαγράμματα θα πρέπει να αντικατασταθούν από την ειλικρίνεια και τα επιτεύξιμα χρονοδιαγράμματα, ενώ στις διαπραγματεύσεις τους με τους εταίρους στην Ευρωζώνη θα πρέπει να αναζητήσουν εποικοδομητικούς συμβιβασμούς, οι οποίοι θα δημιουργούν συμμαχίες και όχι μεγάλες διαπραγματευτικές νίκες. Αναπόφευκτα, θα πρέπει να προσαρμοσθούν αρχικά στα μικρά βήματα ως μέσο επίτευξης του τελικού στόχου, που είναι η αναμόρφωση της οικονομίας της χώρας».
Καθώς η κυβέρνηση συνειδητοποιεί τη σκληρή πραγματικότητα την οποία καλείται να διαχειρισθεί, και με δεδομένη την κρισιμότητα των στιγμών, χρειάζεται, έστω και την ύστατη ώρα, να διεξαχθεί μια ειλικρινής συζήτηση, πιθανώς στη Βουλή, όπου θα ειπωθούν αλήθειες και θα δοθεί συναίνεση. Να αναγνωρίσει ο πρωθυπουργός ότι πολλές από τις υποσχέσεις που έδινε δεν μπορούν να υλοποιηθούν, αλλά και η φιλοευρωπαϊκή αντιπολίτευση να προσφέρει ουσιαστική στήριξη στην προσπάθεια της κυβέρνησης να εξασφαλίσει το καλύτερο δυνατόν.
Και να δημιουργηθεί, επιτέλους, μια εθνική ομάδα διαπραγμάτευσης για το χρέος, και όχι μόνον. Εάν όλοι επωμισθούν το κόστος των δύσκολων επιλογών, χωρίς νικητές και ηττημένους, υπάρχει ελπίδα.
No comments:
Post a Comment