Tuesday, 19 November 2013

Κόντρα διαρκείας και στο βάθος πολιτική συμφωνία

Κόντρα διαρκείας και στο βάθος πολιτική συμφωνία
19/11/2013
Από μαραθώνιο σε μαραθώνιο με επίκεντρο τις διαπραγματεύσεις με την τρόικα, καθώς τον μαραθώνιο των πρωθυπουργικών συσκέψεων την Κυριακή διαδέχθηκε χθες η επανέναρξη των συζητήσεων με τους εκπροσώπους της τριμερούς, που αναμένεται να συνεχιστούν εντατικά τουλάχιστον μέχρι την Πέμπτη, οπότε και θα κατατεθεί το σχέδιο του Προϋπολογισμού στη Βουλή.
Πάνω από πέντε ώρες διήρκεσαν χθες οι συζητήσεις της τρόικας με τους υπουργούς Οικονομικών και Εργασίας, ενώ μετά τη σκυτάλη πήρε το υπουργείο Ανάπτυξης.
Μάλιστα, κορυφαίο στέλεχος του υπουργείου Εργασίας ανέφερε χαρακτηριστικά πως «έχουμε πάρα πολύ δρόμο ακόμη».
Το υπουργείο Εργασίας έχει αναλάβει να σηκώσει το μεγαλύτερο βάρος από το δημοσιονομικό κενό για το 2014 (που η κυβέρνηση το προσδιορίζει στο 1,3 δισ. ευρώ) και σύμφωνα με τον συγκεκριμένο παράγοντα, «τα 700 εκατ. ευρώ είναι προσεγγίσιμα» ως προς το δημοσιονομικό όφελος από τα μέτρα για την αύξηση των εσόδων των ασφαλιστικών ταμείων και την αντιμετώπιση της εισφοροδιαφυγής και εισφοροαποφυγής.
Παράλληλα, ο εν λόγω παράγοντας διαβεβαίωσε εκ νέου ότι «μισθοί και συντάξεις δεν θίγονται».
Μέχρι στιγμής παραμένει η «κόκκινη γραμμή» ότι το δημοσιονομικό κενό για το 2014, το ύψος του οποίου πλέον υπολογίζεται από την κυβέρνηση σε 1,3 δις ευρώ, θα κλείσει αποκλειστικά και μόνο με διαρθρωτικές παρεμβάσεις και όχι με νέα δημοσιονομικά μέτρα.
Ο υπουργός Οικονομικών Γιάννης Στουρνάρας, παρουσίασε στους εκπροσώπους των δανειστών έναν κοστολογημένο κατάλογο με τους τομείς, στους οποίους θα γίνουν οι παρεμβάσεις.
Όπως τους ανέφερε, εκτός από το 1,3 δις ευρώ (0,7% του ΑΕΠ), η κυβέρνηση θα περικόψει περαιτέρω το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων (ΠΔΕ) κατά 250 εκατ. ευρώ, προκειμένου να καλυφθεί η «τρύπα» που προέκυψε λόγω των αλλαγών στο νομοσχέδιο για τον νέο ενιαίο φόρο ακινήτων.
Το κύριο βάρος των παρεμβάσεων καλείται να σηκώσει το υπουργείο Εργασίας, καθώς το δημοσιονομικό όφελος από τα μέτρα για την αύξηση των εσόδων των ασφαλιστικών ταμείων και την αντιμετώπιση της εισφοροδιαφυγής και εισφοροαποφυγής, υπολογίζεται σε 800 εκατ. ευρώ.
Ειδικότερα, η κυβέρνηση εκτιμά ότι:
* Η αντιμετώπιση της απόκλισης μεταξύ δηλωθεισών και καταβληθεισών εισφορών, θα αποφέρει 350 εκατ. ευρώ
* Από τις νέες ρυθμίσεις των οφειλών προς τα ασφαλιστικά ταμεία, θα υπάρξει όφελος 170 εκατ. ευρώ
* Από την κοινή είσπραξη εισφορών κύριας και επικουρικής ασφάλισης και εφάπαξ, το δημοσιονομικό όφελος θα ανέλθει σε 140 εκατ. ευρώ
* Από τον συμψηφισμό των οφειλών στον ΟΓΑ με τις καταβαλλόμενες αγροτικές επιδοτήσεις, θα προκύψει όφελος 85 εκατ. ευρώ, και
* Η μείωση της ανασφάλιστης εργασίας λόγω εντατικοποίησης των ελέγχων, θα αποφέρει 55 εκατ. ευρώ.
Στη 2η θέση του «καταλόγου», είναι το εκτιμώμενο όφελος των 300 εκατ. ευρώ από την αύξηση των φορολογικών εσόδων λόγω της βελτίωσης της φορολογικής συμμόρφωσης και Διοίκησης.
Παράλληλα, εκτιμάται ότι:
-από την αυστηρή εφαρμογή του ενιαίου μισθολογίου στο σύνολο του στενού και ευρύτερου δημόσιου τομέα, θα προκύψουν 60 εκατ. ευρώ
-από την περικοπή δαπανών σε Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου και ΔΕΚΟ, θα προκύψει όφελος 100 εκατ. ευρώ
-από τις νέες συγχωνεύσεις και καταργήσεις οργανισμών (κυρίως σε Υγεία και Παιδεία), το δημοσιονομικό όφελος θα είναι ύψους 40 εκατ. ευρώ.
Παράλληλα, η κυβέρνηση θα δώσει «αγώνα δρόμου» και για τα τέσσερα προαπαιτούμενα μέτρα της δόσης του 1 δις ευρώ, που εκκρεμεί από τον περασμένο Ιούλιο.
Ως κομβική ημερομηνία συμφωνίας με τους επικεφαλής της τρόικας για τις τέσσερις προαπαιτούμενες δράσεις (αναδιάρθρωση ΕΑΣ- ΕΛΒΟ- ΛΑΡΚΟ, πρώτο κύμα διαθεσιμότητας, αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων οφειλών Δημοσίου σε ΕΥΔΑΠ- ΕΥΑΘ και κώδικας δικηγόρων), θεωρείται η 9η Δεκεμβρίου (στις 10 Δεκεμβρίου θα συνεδριάσει το Eurogroup), ώστε το 1 δις ευρώ να εκταμιευθεί έως το τέλος του έτους, με δεδομένο ότι, στις 11 Ιανουαρίου λήγει ένα ομόλογο ύψους 1,9 δις ευρώ, το οποίο πρέπει να αποπληρωθεί.
Ανοικτά στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων παραμένουν, η άρση του καθεστώτος που απαγορεύει τους πλειστηριασμούς ακινήτων, η απελευθέρωση των επαγγελματικών μισθώσεων, η προώθηση αλλαγών στις αγορές, η επιτάχυνση των αποκρατικοποιήσεων, το νομοσχέδιο για τον νέο ενιαίο φόρο στα ακίνητα, και το δεύτερο «κύμα» της διαθεσιμότητας και οι απολύσεις υπαλλήλων από τον δημόσιο τομέα.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η έκθεση της Bank of America Merrill Lynch, όπου, υπό τον τίτλο «Η άβολη αλήθεια για την Ελλάδα», αναφέρεται πως όσο η Ελλάδα έχει πρωτογενές πλεόνασμα η απειλή των δανειστών να σταματήσουν το πρόγραμμα καθίσταται «μη αξιόπιστη», καθώς η Ελλάδα θα μπορούσε να ανταποκριθεί στις εσωτερικές ανάγκες της εάν πολύ απλά σταματούσε να εξυπηρετεί το χρέος της, το μεγαλύτερο μέρος του οποίου απαρτίζεται από δάνεια που έχει λάβει από την υπόλοιπη Ευρώπη.
Ταυτόχρονα, στην ίδια έκθεση προβλέπεται ελάφρυνση του χρέους, αλλά όχι και «κούρεμα», για να πληρωθούν οι δανειστές.
Αν το ελληνικό χρέος αποδειχθεί μη βιώσιμο, και υποθέτοντας ότι το πρόγραμμα βρίσκεται «εντός τροχιάς», τότε η Ευρώπη μπορεί να μην έχει άλλη επιλογή από το να συμφωνήσει σε μια μερική ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, σχολιάζει η Bank of America Merrill Lynch.
Όπως επισημαίνεται στην έκθεση της Bank of America Merrill Lynch, πριν από έναν χρόνο η Ευρώπη υποστήριζε πως το νέο πρόγραμμα της Ελλάδας βασίζονταν σε ένα τέλειο προφίλ χρέους. Υπέθετε πως η Ελλάδα θα ανταποκρινόταν στους στόχους που έχουν τεθεί και πως η υπόλοιπη Ευρώπη θα κάλυπτε το οποιοδήποτε χρηματοδοτικό κενό και θα αντιμετώπιζε τις όποιες ανησυχίες για τη βιωσιμότητα του χρέους. «Πιστεύουμε ότι τώρα είναι η ώρα η Ευρώπη να τηρήσει τη δική της πλευρά της συμφωνίας», αναφέρει ο οίκος.
Στην ανάλυσή του στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων που πραγματοποιεί τώρα η Ελλάδα για την κάλυψη του χρηματοδοτικού της κενού και των απαιτήσεων του ΔΝΤ για «κούρεμα» του επίσημου τομέα, ο οίκος αναφέρεται στα ζητήματα που προκύπτουν.
Όπως επισημαίνει, το βασικό σενάριο είναι ότι η τρέχουσα δυναμική του ελληνικού χρέους ως προς την ανάπτυξη δεν είναι βιώσιμη, όμως συμπεραίνει πως δεν αναμένει «κούρεμα» του επίσημου τομέα, αλλά παράταση των λήξεων των δανείων και κάποια μείωση των επιτοκίων.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του, εάν οι μακροπρόθεσμες επιδόσεις της Ελλάδας σε ό,τι αφορά την ανάπτυξη είναι απογοητευτικές και ευθυγραμμιστούν με τις προβλέψεις του οίκου, και οι μεταρρυθμίσεις καθυστερήσουν ή δεν αποδώσουν τα αναμενόμενα, τότε ενδέχεται να χρειαστεί ελάφρυνση του χρέους κατά 100 δισ. ευρώ, κάτι που θα απαιτούσε όχι μόνο χαμηλότερα επιτόκια EFSF, αλλά και μια σημαντική παράταση στις λήξεις των δανείων. Ωστόσο, η αλλαγή στα επιτόκια που χρεώνονται στα δάνεια από το EFSF πιθανότατα θα είναι πολύ δύσκολη πολιτικά, διότι αυτό θα σήμαινε ότι το EFSF θα υποστεί απώλειες όταν αυξηθεί το επιτόκιο χρηματοδότησής του από την αγορά, αναλόγως των συνθηκών στις αγορές.
Η Bank of America Merrill Lynch εκφράζει ανησυχία ότι η ημισταθεροποίηση στην Ελλάδα έχει αφαιρέσει την αίσθηση του επείγοντος σε ό,τι αφορά την διευκόλυνση ενός πακέτου ελάφρυνσης του χρέους που και θα δίνει κίνητρα για μεταρρυθμίσεις και θα τονώνει τις επενδύσεις. Όπως υποστηρίζει, μια ελάφρυνση χρέους που θα θέτει ως όρο συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις, και όχι οι τριμηνιαίες αναθεωρήσεις του προγράμματος, θα μπορούσε να βοηθήσει ώστε να αντιμετωπιστούν οι ανησυχίες περί ηθικού κινδύνου και να αυξήσει τις πιθανότητες μιας βιώσιμης ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας.
Σύμφωνα με τον οίκο, το χρηματοδοτικό κενό του ελληνικού προγράμματος ανέρχεται σε 10,9 δις ευρώ (4,4 δις το 2014 και 6,5 δις ευρώ το 2015).
Θεωρεί πως υπάρχουν κίνητρα και για τις δυο πλευρές να συμφωνήσουν σε μέτρα λιτότητας για του χρόνου και για κάλυψη του χρηματοδοτικού κενού, και πως υπάρχουν πολλές επιλογές, μεταξύ των οποίων η περαιτέρω χρηματοδότηση του προγράμματος, η χρήση των υπολοίπων από την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, η έκδοση ομολόγων, η περαιτέρω δημοσιονομική προσαρμογή ή η (απίθανη) μετακύλιση των ωριμάνσεων από τις κεντρικές τράπεζες.
Ο Β. Σόιμπλε

Την προοπτική ενός νέου «κουρέματος» του ελληνικού χρέους, απέκλεισε και πάλι ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Βόλφγκανγκ Σόιμπλε, επισημαίνοντας ότι η Ελλάδα, καθώς έχει μεγαλύτερα προβλήματα από τις άλλες χώρες, θα χρειαστεί περισσότερο χρόνο προκειμένου να σταθεί στα πόδια της.

«Κάναμε ένα κούρεμα στα τέλη του 2011 - αρχές 2012 και αυτό αρκεί» τονίζει ο κ. Σόιμπλε, σε συνέντευξή του στην εφημερίδα Bild και προσθέτει:
«Η Ελλάδα έχει μεγαλύτερα προβλήματα από ό,τι οι άλλες χώρες που αντιμετωπίζουν κρίση χρέους και για τον λόγο αυτό θα χρειαστεί περισσότερο χρόνο μέχρι να σταθεί στα πόδια της. Με αυτό το δεδομένο είπαμε κατά την έγκριση του τρέχοντος προγράμματος -και το επαναλάβαμε πριν από τις εκλογές- ότι στα μέσα του 2014 θα δούμε εάν θα πρέπει να στηρίξουμε εκ νέου την Ελλάδα, μετά την εκπνοή του παρόντος προγράμματος στο τέλος του 2014, εφόσον έχει υλοποιήσει τις υποχρεώσεις της». Διευκρινίζει δε ότι θα πρόκειται για ένα πολύ μικρότερο ποσό από αυτό που έχει δοθεί στο πλαίσιο του παρόντος προγράμματος, ενώ «δεν θα πρόκειται για κούρεμα του χρέους».

Ο Γερμανός πολιτικός χαρακτηρίζει ακόμη «επιτυχή» την έξοδο της Ιρλανδίας και της Ισπανίας από τα προγράμματα στήριξης και κάνει λόγο για απόδειξη ότι ήταν επιτυχής η ευρωπαϊκή πολιτική που συνέδεε την παροχή βοήθειας με μεταρρυθμίσεις. «Τα χειρότερα τα αφήσαμε πίσω μας, αλλά θα πρέπει να γίνουν ακόμη πολλά» αναφέρει και επαναλαμβάνει ότι «μόνο μια ανταγωνιστική Ευρώπη είναι ισχυρή και ανθεκτική στις κρίσεις».

Απαντώντας δε σε ερώτηση σχετικά με το πώς θα αποτραπεί ο κίνδυνος να επιστρέψει και πάλι σε κρίση η Ευρώπη, ο κ. Σόιμπλε τονίζει ότι μόνο η συνεπής συνέχιση της πολιτικής των μεταρρυθμίσεων μπορεί να την προστατέψει. «Οι χώρες που αντιμετωπίζουν κρίση θα πρέπει να βάλουν σε τάξη τα δημοσιονομικά τους και να συνεχίσουν τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Μόνο μια ανταγωνιστική Ευρώπη είναι ισχυρή και ανθεκτική στις κρίσεις» συμπληρώνει.

Αναφερόμενος στις υπερχρεωμένες τράπεζες, επισημαίνει ότι «η Ευρώπη θα έχει κανονισμούς ευθύνης, οι οποίοι θα προβλέπουν ότι, στην περίπτωση που προκύψουν προβλήματα, θα πρέπει να αντιμετωπιστούν από τους μετόχους και τους πιστωτές» και υπογραμμίζει ότι για τη γερμανική κυβέρνηση ο βασικότερος στόχος είναι η προστασία των Γερμανών φορολογούμενων.

Ο (υπηρεσιακός) υπουργός Οικονομικών εκφράζει πάντως την αισιοδοξία του για την κατάληξη των διαπραγματεύσεων για τον σχηματισμό κυβέρνησης μεγάλου συνασπισμού και αποκλείει το ενδεχόμενο να χρειαστούν νέες εκλογές. Ερωτώμενος σχετικά με το πόσο σημαντικό είναι για τον ίδιο να παραμείνει στην θέση του, δηλώνει:
«Κάνω αυτή τη δουλειά με ευχαρίστηση, αλλά έχει συμφωνηθεί ότι οι αποφάσεις για τα πρόσωπα θα ληφθούν στο τέλος των διαπραγματεύσεων, όταν θα έχει επιτευχθεί συμφωνία για όλο το περιεχόμενο. Και είμαι απολύτως χαλαρός σε ό,τι αφορά την αναμονή».   elzoni gr

No comments:

Post a Comment