Η γεωπολιτική περικύκλωση της Τουρκίας
Η αποτυχία του δόγματος της Άγκυρας περί «μηδενικών» προβλημάτων με τους γείτονες της καταγράφεται στις εσφαλμένες αντιδράσεις της γείτονος χώρας στις τρέχουσες γεωπολιτικές εξελίξεις στην ανατολική Μεσόγειο.
Η ανάμειξη της Άγκυρας σε τέσσερα παράλληλα μέτωπα στην ανατολική Μεσόγειο και η σταδιακή απομόνωσή της στην περιοχή, αναδεικνύει τις συστημικές αδυναμίες της εξωτερικής πολιτικής της γείτονος χώρας σε διεθνές επίπεδο. Με την άνοδο του Αχμέτ Νταβούτογλου στο πηδάλιο του υπουργείου εξωτερικών της Άγκυρας, η εξωτερική πολιτική της γείτονος χώρας άρχισε να διέπεται από τη διάσημη στρατηγική λογική της αναβίωσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Σύμφωνα με αυτή την στρατηγική, η Άγκυρα πρέπει να αποκαταστήσει τη διεθνή εικόνα της και να ανακτήσει τον κομβικό γεωστρατηγικό της ρόλο στην ευρύτερη περιοχή. Η Τουρκία συνεπώς στοχεύει στην δημιουργία ενός κράτους υπόδειγμα για τον μουσουλμανικό κόσμο στα πρότυπα μιας νέας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Για να επιτευχθεί ο στόχος αυτός, η Άγκυρα υιοθέτησε μια νέα εξωτερική πολιτική, επικεντρωμένη στην εξομάλυνση των σχέσεων της με τα γειτονικά κράτη, την γνωστή πολιτική των «μηδενικών προβλημάτων».
Εντούτοις, το νέο στρατηγικό δόγμα της Άγκυρας έχει πολλαπλώς αποτύχει να καταστήσει την γείτονα χώρα δύναμη σταθερότητας στην ταραγμένη ανατολική Μεσόγειο. Η ανεπιτυχής ανάμειξη της Άγκυρας στις αιματοκυλισμένες εξεγέρσεις στην Μέση Ανατολή και την Βόρεια Αφρική απέδειξαν πως η γείτονα χώρα δεν μπορεί να καταστεί ηγέτιδα δύναμη του μουσουλμανικού κόσμου. Αντιθέτως, η νέα πολιτική της Τουρκίας δημιούργησε νέες έριδες στην παγιωμένη ισορροπία δυνάμεων στην περιοχή. Ο νεο-Οθωμανισμός της Τουρκίας προκάλεσε σοβαρές προστριβές στις σχέσεις της με τουλάχιστον έξι περιφερειακές δυνάμεις της περιοχής, την Αίγυπτο, το Ιράν, το Ισραήλ, την Σαουδική Αραβία, και την Συρία. Παρεμπιπτόντως, η ανεξάρτητη στροφή της εξωτερικής πολιτικής της Άγκυρας εξακολουθεί να δυσχεραίνει τις ήδη τεταμένες σχέσεις της με την Ουάσινγκτον και το Κρεμλίνο.
Δεύτερον, η αντιφατική φύση του δόγματος του κ. Νταβούτογλου έχει εγκλωβίσει την Άγκυρα σε ένα οξύμωρο πλέγμα σχέσεων με το Ισλαμικό Κράτος (ΙΣ), το συριακό καθεστώς και την διεθνή κοινότητα. Οι νεο-οθωμανικές βλέψεις του Προέδρου Ερντογάν και η αντιπαλότητα του με το καθεστώς του Προέδρου Άσαντ, ώθησαν την Άγκυρα στην ανάπτυξη στενών σχέσεων με ακραίες σουνίτικες ομάδες στην Συρία και το Ιράκ. Η πλειοψηφία όμως των ομάδων αυτών σήμερα αποτελεί τον βασικό κορμό του Ισλαμικού Κράτους της Συρίας και του Ιράκ (ΙΣΙΣ). Οι προβεβλημένες βιαιότητες των φανατικών ισλαμιστών και η απροθυμία της Άγκυρας να ενταχθεί στην συμμαχία εναντίον του Ισλαμικού Κράτους, ανάγκασαν την διεθνή κοινότητα να θέσει την Τουρκία προ των ευθυνών της. Η Άγκυρα από την πλευρά της έχει επισταμένως ζητήσει την παροχή διαφόρων ανταλλαγμάτων, όπως την απομάκρυνση του Προέδρου Άσαντ από την Συρία, για την πιθανή συμμετοχή της στην διεθνή εκστρατεία εναντίον του Ισλαμικού Κράτους. Προς το παρόν η Άγκυρα έχει κάνει την μοναδική υποχώρηση να επιτρέψει την ελεύθερη διέλευση κούρδων μαχητών από τα εδάφη της για την αντιμετώπιση των ακραίων ισλαμιστών. Οι υφιστάμενες αμφιταλαντεύσεις της Άγκυρας στην διπλωματική σκακιέρα της περιοχής και οι σχέσεις της με το Ισλαμικό Κράτος θα αυξήσουν την πίεση της διεθνούς κοινότητας στην Τουρκία ώστε να πάρει μια ξεκάθαρη θέση απέναντι στα τεκταινόμενα της ευρύτερης περιοχής.
Το άλλο μεγάλο μέτωπο της Τουρκίας εντοπίζεται στα νότια σύνορα της χώρας και αφορά το κουρδικό ζήτημα. Η αναθέρμανση του κουρδικού ζητήματος συμπίπτει χρονικά με την εξάπλωση του Ισλαμικού Κράτους στην Μέση Ανατολή. Η μεγαλύτερη στρατιωτική συνεισφορά στην εκστρατεία εναντίον της εξάπλωσης των ισλαμιστών έρχεται από τον συντονισμένο αγώνα των κουρδικών ομάδων που προέρχονται από την Τουρκία, το Ιράκ, το Ιράν και την Συρία. Παρόλο που στερείται κρατικής οντότητας, ο κουρδικός συνασπισμός είναι η μόνη χερσαία δύναμη που προσπαθεί να ανακόψει την επέλαση των φανατικών ισλαμιστών στην ευρύτερη περιοχή. Εντούτοις, η αυξανόμενη συμπάθεια της διεθνούς κοινότητας για τον ηρωικό αγώνα τον κούρδων ιδιαίτερα στην στρατηγική πόλη του Κομπανί, έχει εγείρει σοβαρούς προβληματισμούς στην Άγκυρα. Το απευκταίο μεν, υπαρκτό δε, σενάριο της δημιουργίας ενός ενιαίου κουρδικού κράτους μετά την κατάρρευση του Ισλαμικού Κράτους, είναι πλέον μια πολύ πιθανή, σχεδόν επερχόμενη, εξέλιξη. Παρεμπιπτόντως, ο σχηματισμός του νέου κουρδικού κράτους, αν βασιστεί πάνω στην ισχύουσα συμμαχία των κουρδικών ομάδων, θα περιλαμβάνει εδάφη και από τις τέσσερις προαναφερθείσες χώρες. Αυτό σημαίνει πως οι κουρδικές επαρχίες της νοτιο-ανατολικής Τουρκίας θα συμπεριληφθούν στο νεοσύστατο Κουρδιστάν. Μια πιθανή δημιουργία του κουρδικού κράτους συνεπώς θα επιφέρει ένα μεγάλο στρατηγικό πλήγμα για την Άγκυρα και τις υφιστάμενες προσδοκίες της στην Μέση Ανατολή.
Το τελευταίο μέτωπο εστιάζεται στις υφιστάμενες και μελλοντικές αντιδράσεις της Άγκυρας στην προοπτική στρατηγικής συμμαχίας της Αιγύπτου, με Ελλάδα και Κύπρο. Η πρόσφατη συνδιάσκεψη κορυφής στο Κάιρο ανέδειξε τις προκλήσεις που έχει να αντιμετωπίσει η Άγκυρα στην θαλάσσια περιοχή της ανατολικής Μεσογείου την παρούσα χρονική στιγμή. Η πρώτη σπασμωδική αντίδραση στα αποτελέσματα της συνόδου ήρθε την Κυριακή, όταν ο αρχηγός του τουρκικού πολεμικού ναυτικού εξέδωσε προειδοποίηση για την παρουσία κανόνων εμπλοκής στην περίπτωση που το ελληνικό ναυτικό «παρενοχλήσει» τις διεργασίες των διερευνητικών σκαφών της Άγκυρας στην ανατολική Μεσόγειο.
Η σκληρή διπλωματική γλώσσα του κοινού ανακοινωθέντος στο Κάιρο, η οποία προάσπισε τα κυριαρχικά συμφέροντα της Λευκωσίας πάνω στους φυσικούς της πόρους, και η συμφωνία για την έναρξη διαδικασίας οριοθέτησης των Ανεξάρτητων Οικονομικών Ζωνών (ΑΟΖ) μεταξύ Ελλάδος-Κύπρου και Αιγύπτου φυσιολογικά θα συνεχίσει να προκαλεί αλυσιδωτές αντιδράσεις από την πλευρά της Άγκυρας. Σε μια προσπάθεια αποκλιμάκωσης της έντασης, η κυβέρνηση διεμήνυσε πως ο τακτικός διάλογος για τα ελληνοτουρκικά θα συνεχιστεί κανονικά και ανακοίνωσε την σύγκληση του τρίτου Ανώτατου Συμβουλίου Συνεργασίας μεταξύ των δύο χωρών στην Αθήνα την πρώτη εβδομάδα του Δεκεμβρίου.
Το διπλωματικό θερμόμετρο στις διμερείς σχέσεις Ελλάδος και Κύπρου με την Τουρκία ανέβηκε δραματικά, ύστερα από μια σειρά μονομερών μεν, αναγκαίων δε, ενεργειών από την ελληνοκυπριακή πλευρά. Οι ενέργειες αυτές πάρθηκαν μετά από τις συνεχιζόμενες τουρκικές προκλήσεις στους εθνικούς εναέριους χώρους Αθήνας και Λευκωσίας, τις πλωτές διελεύσεις τουρκικών σκαφών στο Αιγαίο πέλαγος και την παρουσία ερευνητικών σκαφών σε οικόπεδα της κυπριακής ΑΟΖ. Η σειρά αυτών των γεγονότων ξεκίνησε με την διπλωματική επαναπροσέγγιση της Αθήνας και της Λευκωσίας με το Τελ Αβίβ, όπου δημιούργησαν έναν ενεργειακό και αμυντικό άξονα σταθερότητας στην ανατολική Μεσόγειο. Μέσα από αυτό το τρίπτυχο των σχέσεων, η Λευκωσία ξεκίνησε επικερδείς συνεργασίες με τις μεγαλύτερες πετρελαϊκές εταιρίες: την ισραηλινή Delek, την ιταλική ΕΝΙ, την κορεατική Kogas, την αμερικανική Noble Energy, και την γαλλική Total. Δεδομένου ότι αυτοί οι ενεργειακοί κολοσσοί έχουν στενές σχέσεις με τα πολιτικά κέντρα των κρατών τους, είναι προφανές πως οι συνεργασίες αυτές δεν θα ακυρωθούν υπό το πρίσμα τουρκικών απειλών και εκβιασμών. Οι συνεχιζόμενες διεργασίες μέσα στο οικόπεδο 9 της κυπριακής ΑΟΖ, το γνωστό θαλάσσιο κοίτασμα «Ονασαγόρας», από την κοινοπραξία της ENI με την Kogas, ενόσω το τουρκικό ερευνητικό σκάφος «Barbaros» παρακολουθεί από κοντά την γεώτρηση συνοδεία τουρκικών φρεγατών, αποδεικνύει του λόγου το αληθές.
Το δεύτερο μεγάλο γεγονός είναι η σύσφιξη των σχέσεων Αθήνας και Λευκωσίας με το Κάιρο, η οποία ξεκίνησε με την άνοδο του πρώην αρχηγού των ενόπλων δυνάμεων Αμπντέλ Φατάχ Αλ Σίσι στην προεδρία της Αιγύπτου. Παρεμπιπτόντως, ο αιγύπτιος πρόεδρος Αλ Σίσι έχει επανειλημμένως εκφράσει την πρόθεση του για την οριοθέτηση ΑΟΖ με την Ελλάδα και την Κύπρο, σε μια προσπάθεια θαλάσσιου αποκλεισμού της Άγκυρας από την ανατολική Μεσόγειο. Πράγματι, η έναρξη διαδικασίας οριοθέτησης και επικύρωσης των ΑΟΖ από Ελλάδα και Κύπρο με την Αίγυπτο και μια πιθανή συμφωνία οριοθέτησης ΑΟΖ εν συνεχεία με το Ισραήλ θα αποκόψει την Τουρκία παντελώς από την ανατολική Μεσόγειο και θα της περιορίσει σε σημαντικό βαθμό την θαλάσσια της έκταση. Μέχρι όμως να φτάσουμε σε αυτό το σημείο, υπάρχουν πολλά επεισόδια ακόμα.
Η τελευταία ενέργεια που εξαγρίωσε την Άγκυρα ήταν η απόφαση του Προέδρου Αναστασιάδη να εγκαταλείψει τις υφιστάμενες συνομιλίες για την επίλυση του Κυπριακού, οι οποίες διεξάγονται υπό την αιγίδα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ). Η ενέργεια αυτή τορπίλισε τις όποιες τουρκικές προσδοκίες υπήρχαν για πιθανή εξεύρεση ικανοποιητικής λύσης από τις ειρηνευτικές συνομιλίες. Επομένως, η Άγκυρα για πρώτη φορά βρέθηκε αντιμέτωπη με διεθνή κριτική για τις παρεμβολές της στην κυπριακή ΑΟΖ, έστω και αν αυτή ήταν κάπως «χλιαρή». Εντούτοις, η Τουρκία αντέδρασε σφοδρώς στην κριτική, υπογραμμίζοντας πως στην Κύπρο υπάρχουν δύο κράτη, τα οποία πρέπει να έχουν ισομερή πρόσβαση στους ενεργειακούς πόρους του νησιού. Επιπλέον, η Άγκυρα διεμήνυσε την εγκατάσταση μιας πλατφόρμας εξόρυξης πετρελαίου στην κυπριακή ΑΟΖ μέσα στο επόμενο χρονικό διάστημα. Μέχρι στιγμής η επαφή της με το Αζερμπαιτζάν για την αγορά μιας τέτοιας πλατφόρμας είναι ανεπιτυχής, εφόσον το Μπακού εγείρει θέματα ασυμβατότητας αυτής της κίνησης με την ανάπτυξη του αγωγού TAP και δεν θέλει να χάσει τις ιδιαιτέρως θερμές σχέσεις του με την Αθήνα. Το Βουκουρέστι από την άλλη φαίνεται διατεθειμένο να πουλήσει μια πλατφόρμα εξόρυξης πετρελαίου στην Άγκυρα, αν και αυτό το ενδεχόμενο δεν έχει ακόμα επιβεβαιωθεί.
Εν κατακλείδι, οι βεβιασμένες κινήσεις της Άγκυρας να κλείσει τις ανοικτές πληγές στα τέσσερα μέτωπα που έχει παγιδευτεί αυτή την στιγμή αναδεικνύουν την στρατηγική ήττα του δόγματος του κ. Νταβούτογλου περί μηδενικών προβλημάτων και ανασύστασης μιας νέας Οθωμανικής αυτοκρατορίας στην ευρύτερη περιοχή. Η διατάραξη της ισορροπίας δυνάμεων στην Μέση Ανατολή, την οποία προκάλεσε η Άγκυρα με την ενεργή συμμετοχή της σε διάφορες αντικαθεστωτικές εξεγέρσεις της Αραβικής Άνοιξης δείχνουν πως η Τουρκία βρίσκεται απομονωμένη σε διπλωματικό επίπεδο. Επιπλέον, η ενεργή αμφισβήτηση της τουρκικής πολιτικής από τον κουρδικό συνασπισμό και τα ελληνοκυπριακά τρίγωνα σταθερότητας με το Ισραήλ και την Αίγυπτο δείχνουν πως η ανατολική Μεσόγειος μπαίνει σε μια νέα περίοδο «ελεγχόμενης» αστάθειας. Μέσα σε αυτό τον κυκεώνα των εξελίξεων, οι ψυχροί διπλωματικοί χειρισμοί της Αθήνας και της Λευκωσίας απέναντι σε μια πληγωμένη μα πάντα απρόβλεπτη Άγκυρα έχουν αποδειχθεί πως μπορούν επιτέλους, μέσα από τον δρόμο της πολεμικής και ενεργειακής διπλωματίας, να προωθήσουν τα συμφέροντά τους και να αποτελέσουν φορέα σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή.
Παναγιώτης Παρασκευόπουλος
Υποψήφιος Διδάκτωρ Διεθνούς Δικαίου
Πανεπιστήμιο Λονδίνου
No comments:
Post a Comment